Τα τρία ερωτήματα για τις προοπτικές του «Νέου ΠΑΣΟΚ»

Το κύριο άρθρο της «Π»

ΤΟ ΠΑΣΟΚ, που σήμερα απασχολεί ξανά την επικαιρότητα αυτά τα 24ωρα λόγω του συνεδρίου του, ξαναβρήκε το όνομά του. Δεν θα ξαναβρεί τον κόσμο του, καθώς η Ελλάδα του 2022 είναι και δημογραφικά διαφοροποιημένη, αλλά η δημοσκοπική του ανάκαμψη του δίνει δικαίωμα στην ελπίδα, για να παίξει σημαντικά αναβαθισμένο ρόλο στο πολιτικό σκηνικό. Ισως και κρίσιμο.

ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ είναι απλά. Το πρώτο, είναι απλό: Θα διατηρήσει, και πώς, την ελπιδοφόρα δυναμική; Αυτό θα εξαρτηθεί από τη φρεσκάδα και την πειστικότητα του λόγου και του ύφους, αλλά και τον στελεχιακό πλουραλισμό. Οσο καλός και αν είναι ο ηγέτης, χρειάζεται πλαισίωση από πρόσωπα με επιρροή.

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ, αφορά τη διακριτότητά του μεταξύ των σημερινών κομμάτων εξουσίας, που να μη γίνεται αυτοσκοπός, ώστε να καταφεύγει σε ντρίμπλες και υπεκφυγές που θολώνουν τα νερά χωρίς να βοηθούν σε τίποτα, αλλά και να ασκείται χωρίς ενοχικά συμπλέγματα.

ΤΟ ΤΡΙΤΟ, έχει να κάνει με την ενδεχόμενη αναγκαστική επιλογή κυβερνητικού συνεταίρου. Σήμερα, η ηγεσία ξεκόβει την προοπτική αυτή και για τις δύο πλευρές. Αύριο όμως, ίσως θα ξημερώσει η ώρα των διλημμάτων. Που θα είναι η ώρα της ωριμότητας και για τα κόμματα και για τους πολίτες.

ΟΣΟΙ έχουν πείρα από τον ιδιωτικό τομέα μάλλον θα νοιώσουν θυμηδία, διαβάζοντας τη δήλωση του συνδικαλιστικού εκπροσώπου των πανεπιστημιακών υπαλλήλων της Πάτρας, σύμφωνα με την οποία ο σύλλογος αντιτίθεται σε οποιαδήποτε μετακίνηση εργαζομένου χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του. Πρακτικά αυτό σημαίνει αμφισβήτηση του θεμελιώδους κανόνα της διοίκησης, που προβλέπει ιεραρχία και κλίμακα δικαιοδοσιών σε μια υπηρεσιακή δομή. Στον ιδιωτικό τομέα αυτή η αντίληψη είναι αδιανόητη. Στο δημόσιο δεν είναι. Ή τουλάχιστον δεν θέλουν κάποιοι να παραδεχθούν ότι ο αιώνας έχει αλλάξει.