Ο άγγελος Μιχαήλ

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Αρωγή και ευδοκίμηση μπορεί να μην ξέραμε- και ακόμα να αγνοούμε- τι σημαίνει, αλλά γκλάσνοστ και περεστρόικα, πάει στο καλό, το μάθαμε όλοι. Διαφάνεια και μεταρρύθμιση: Ηταν οι λέξεις- σύμβολα και πυλώνες των προθέσεων του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, του ανθρώπου που έγινε συνώνυμο της κατάρρευσης του κομμουνιστικού καθεστώτος στην τότε ΕΣΣΔ, αρκτικόλεξο μάλλον άγνωστο στους νεότερους, που ξέρουν τη Ρωσία ως Ρωσία.

Ο Γκορμπατσόφ έφυγε από τη ζωή πάνω στη φάση όπου τα βλέμματα όλων είναι επικεντρωμένα πάνω στον Πούτιν και τα επικά του κατορθώματα, σε σχέση με την Ουκρανία, τους πολιτικούς του αντιπάλους, την ενέργεια, τις δημοκρατικές ελευθερίες του λαού του, την Κριμαία. Ο Γκορμπατσόφ ήταν ο άνθρωπος που σήκωσε το πόδι από το γκάζι του καθεστώτος και επέτρεψε στις γρίλιες να ανοίξουν. Τις μέρες εκείνες ο (περισσότερος) κόσμος πανηγύριζε, προσβλέποντας σε μια αποφασιστική επέκταση του φιλελευθερισμού σε χώρες γενικά ξένες με δαύτον:

Οι Ρώσοι πριν από τον Μπρέζνιεφ ή τον Στάλιν είχαν τσάρους και Μεγάλους Πέτρους. Στην πράξη σημειώθηκαν πράγματα αναντίστοιχα των προσδοκιών εκείνων των ημερών του ’90. Επικράτησε ένας ολιγαρχικός καπιταλισμός ως συνέχεια της μετάβασης από τον σκληρό, σκοτεινό, γραφειοκρατικό κρατισμό σε μια ιδιωτική οικονομία που ευνοήθηκε από τους μηχανισμούς του αποσαθρωμένου συστήματος, το οποίο είχε στοιχεία αυτονομίας και ιδιαίτερη τεχνογνωσία. Από κοντά αναπτύχθηκε και το οργανωμένο έγκλημα. Στο ενδιάμεσο κενό, οι Ρώσοι είχαν δημοκρατία.

Τώρα έχουν Πούτιν. Μετά τη συντριβή του Χίτλερ στον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο και την πτώση του λεγόμενου Υπαρκτού, είχαμε μάθει να πιστεύουμε ότι στο τέλος η δημοκρατία είναι που κερδίζει. Φαίνεται ότι η πεποίθηση αυτή σηκώνει λίγη συζήτηση. Διερωτάσαι αν είναι οι λαοί που κλωτσάνε την καρδάρα ή είναι η φύση των δομών, των παραδόσεων, της κουλτούρας που κλωτσάει τους λαούς και βγάζει γλώσσα στην ιστορία.

Ο Γκορμπατσόφ έφερε ένα σημάδι στο κρανίο λες και ήταν σημαδεμένος από το πεπρωμένο. Αν υπήρχε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, θα έβλεπε το σημάδι και θα αναφωνούσε πως ήρθε ο προφήτης για τον οποίο μιλούσαν οι γραφές. Πήρε κάποια χρόνια: Για να φανεί το σημάδι έπρεπε να φαλακρύνει πρώτα ο ηγέτης. Αλάνθαστος δεν ήταν, αλλά κανείς δεν μπορεί να αποφύγει τα λάθη όταν καλείται να επιδράσει στο πελώριο κύμα της ιστορικής εξέλιξης.

Μνημονεύεται ως μεγάλη μορφή, αλλά στις μέρες του δεν είχε αποφύγει τις μουρμούρες και τις σκιές, κυρίως από τους σοβιετόφιλους που προτιμούσαν να διατηρείται ο Υπαρκτός, είτε επειδή το καθεστώς αποτελούσε μια φαντασιακή δικαίωση οραμάτων και ιδεολογημάτων με τα οποία είχαν συνδεθεί βιωματικά και συναισθηματικά, είτε απλά και μόνο σαν συνέπεια ενός τεκμηριωμένου μεν, αλλά φανατισμένου αντιαμερικανισμού, αντινατοϊσμού και τα ρέστα. Όπως ξέρουμε, από το ρεύμα αυτό, το οποίο ανανεώνεται κυρίως λόγω του απόηχου παλαιών καταστάσεων αλλά και σαν αντίδραση στο μονοπώλιο της ισχύος, αντλεί την προίκα της δημοτικότητας και της αποδοχής του και ο Πούτιν. Πλέον, δεν είναι η δίψα για σοσιαλισμό, αλλά η πίκα προς τις δυτικές δυνάμεις, φρεσκαρισμένη από το κλίμα των πεποιθήσεων και των παρερμηνειών που έσπειρε η οικονομική κρίση και η διαχείρισή της.

Το τέλος της ιστορίας, ως γνωστόν, δεν έχει έρθει, αν και για πολλούς συμπατριώτες η ιστορία έχει τελειώσει: Είναι αυτή που γνωρίζουν ως δεδομένη, με χλαμύδα και καριοφίλι. Αναμένονται πολλές ακόμα συνέχειες. Ούτε το παρελθόν έχει τελειώσει: Διατηρείται στη μνήμη μας, με την αίσθηση του δέους για εκείνη την ηχηρή κατακρήμνιση του ανατολικού μπλοκ, που σήμανε αναθεώρηση του κόσμου όπως τον είχαμε γνωρίσει. Είναι συγκλονιστικό να σου αλλάζουν τον χάρτη που είχες διδαχθεί στο σχολείο, Ρωσία και Ουκρανία και Καζακστάν, αντί για ΕΣΣΔ, Σερβία και Κροατία αντί για Γιουγκοσλαβία, και να αλλάζει και το σχήμα της Γερμανίας. Ο Γκορμπατσόφ υπήρξε συνώνυμο των αλλαγών, κάπου τις προκάλεσε, κάπου απλά δεν τους αντιστάθηκε, κάπου τις επέσπευσε, κάπου τις ήθελε, και στο τέλος γύρισε μια διαφήμιση της Πέπσι. Αναψυκτικό όμως καταναλώνουμε στο διάλειμμα. Αρχισε το β’μέρος και ο πρωταγωνιστής άλλαξε, μπήκε ένας καρατέκα, κυνηγός, βουτηχτής στον πάγο. Καλύτερος κακός στον Τζέιμς Μποντ ήταν φυσικά ο Ρόμπερτ Σώου, στο Από τη Ρωσία με Αγάπη.