Παναγιώτης Κολέλης: «Στη θάλασσα επιστρέφω κάθε φορά που νιώθω μπερδεμένος»
Σκληρά τα διηγήματα της νέας του συλλογής «Κομμένες γλώσσες» (εκδ. ΚΨΜ), αποτυπώνουν το άγριο πρόσωπο της καθημερινότητας, όπως τη βιώνουν οι ήρωές του, οι οποίοι, μπροστά σε αδιέξοδα, επιλέγουν ως σωτηρία λύσεις ακραίες, πολλάκις σοκαριστικές. Ο Παναγιώτης Κολέλης μιλά στην «Π» με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του στην Πάτρα, τη Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου και ώρα 19.30 στο Πίξελbooks.
Πότε ξεκίνησε η σχέση σας με το γράψιμο και πώς αυτό έχει λειτουργήσει έως τώρα για εσάς;
Θυμάμαι από μικρός τους γονείς μου να διαβάζουν, μεταλαμπαδεύοντας την αγάπη τους αυτή και σε μένα, η οποία στην πορεία εξελίχθηκε αρχικά σε πειραματισμό και στη συνέχεια σε αγάπη για τη γραφή. Επιπλέον, ο πατέρας μου έγραφε ως φοιτητής ποιήματα, πολλά από τα οποία βρέθηκαν στην κατοχή μου μετά τον θάνατό του και μπορώ να πω ότι είναι πολύ όμορφα. Παράλληλα, όσο μεγάλωνα, αυτό που με οδηγούσε στο να συνεχίζω να διαβάζω και να γράφω ήταν όλος αυτός ο κόσμος που ανοιγόταν μπροστά μου. Ολος αυτός ο κόσμος, που αφενός με βοηθούσε να κατανοήσω καλύτερα τι συμβαίνει γύρω μου και αφετέρου μου προσέφερε μια πιο ουσιαστική σχέση τόσο με τον εαυτό μου όσο και με τους υπόλοιπους ανθρώπους.
Οι «Κομμένες γλώσσες» απαρτίζονται από 9 διηγήματα. Τι σας ελκύει στη μικρή φόρμα;
Με ελκύει το γεγονός πως καλούμαι να χτίσω μια ολόκληρη ατμόσφαιρα μέσα σε λίγες σελίδες. Η μικρή φόρμα απαιτεί από τον συγγραφέα πύκνωση, να ξέρει να μην πλατειάζει, να ξεχωρίζει το σημαντικό από το επουσιώδες, κρατώντας ταυτόχρονα ατόφια τη συγκίνηση, τα μηνύματα που θέλει να μεταδώσει, καθώς και τις αντιθέσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η μεγάλη φόρμα είναι υποδεέστερη από τη μικρή. Εγκειται στον συγγραφέα κάθε φορά να επιλέξει τον τρόπο που του ταιριάζει και θεωρεί καλύτερο για να αφηγηθεί την ιστορία του.
Από ποια ανάγκη σας προέκυψαν οι ιστορίες σας, που αποτυπώνουν με ωμότητα μια απίστευτα σκληρή πραγματικότητα έτσι όπως διαμορφώνουν είτε εξωτερικοί παράγοντες είτε η ίδια η οικογένεια;
Οι ιστορίες προέκυψαν από προσωπική ανάγκη να συλλογιστώ την περίοδο που ζούμε, όλα εκείνα που διαδραματίζονται γύρω μας και πολλές φορές τα προσπερνάμε. Στόχος μου δεν ήταν, ωστόσο, να αναδείξω απλώς γεγονότα που λίγο ως πολύ γνωρίζουμε ή βιώνουμε όλοι μας στην καθημερινότητά μας, αλλά να συνθέσω διαφορετικές θεάσεις, εστιάζοντας στις αντιθέσεις του κόσμου μας και δίνοντας ταυτόχρονα χώρο στις ψυχικές διεργασίες, τους προβληματισμούς, τις προκλήσεις και τα αδιέξοδα με τα οποία έρχονται συνεχώς αντιμέτωποι οι άνθρωποι.
Και τους ήρωες, που αντιδρούν υπερβολικά και ακραία μπροστά στα αδιέξοδα, τα οποία ενίοτε δημιουργούν μόνοι τους, πώς τους προσεγγίσατε; Πώς θα περιγράφατε τις συναντήσεις σας μαζί τους;
Προσπάθησα να μπω στα παπούτσια τους και να τους προσεγγίσω με σεβασμό και κατανόηση, χωρίς να τους κουνώ το δάχτυλο, να κρίνω τις αποφάσεις τους ή να επιχειρώ να τους μεταμορφώσω σε κάτι άλλο που δεν είναι. Γιατί οι ήρωές μου αντιδρούν υπερβολικά και ακραία μπροστά στα αδιέξοδα, όπως αναφέρετε; Επειδή «έχουν υψώσει το βλέμμα τους στ’ αστέρια», που έλεγε ο Ναμπόκοφ για τους ήρωες του Τσέχοφ, ή γιατί βλέπουν να μην μπορούν να αποτελέσουν ούτε για λίγο μέρος μιας κανονικής ζωής; Δεν ζητούν ευτυχισμένη ζωή ή ζωή όπου να τα έχουν όλα λυμένα, αλλά μια ζωή όπου να νιώθουν ότι έχουν κάποια αξία σαν άνθρωποι, ότι γίνονται έστω και στοιχειωδώς αποδεχτοί από την κοινωνία, ότι εκεί έξω υπάρχει μια αχτίδα ομορφιάς και για αυτούς.
Διεισδύετε στα αξεδιάλυτα σκοτάδια του ανθρώπινου μυαλού και της ανθρώπινης ψυχής. Πώς βιώσατε τη διαδικασία της συγγραφής; Υπήρξαν στιγμές που ζοριστήκατε;
Ζορίστηκα, ερχόμενος αντιμέτωπος και με τα δικά μου «σκοτάδια». Εψαχνα σε κάθε ιστορία τις δικές μου απαντήσεις. Τι θα έκανα αν βρισκόμουν στη θέση των ηρώων μου; Αν έχανα τον έλεγχο στη ζωή μου; Αν πίστευα πως η ζωή μου έχει καταντήσει πλέον αβίωτη; Αν δεν έβρισκα πουθενά ένα στήριγμα; Οσο το σκεφτόμουν, τόσο περισσότερο έφτανα στο συμπέρασμα ότι τελικά, ίσως οι συμπεριφορές τους να μην είναι τόσο ακραίες. Ακραίες μάς φαίνονται επειδή δεν έχουμε βρεθεί μέχρι τώρα στη θέση τους.
Αφιερώνετε το βιβλίο στην κόρη σας. Θελήσατε να της «ψιθυρίσετε» κάτι, μέσα από τις μαύρες ιστορίες σας;
Να της «ψιθυρίσω» ή να της «φωνάξω»; Ή μήπως να την αφήσω μόνη της να κοιτάξει τον κόσμο και να βγάλει τα δικά της συμπεράσματα; Ο ρόλος του πατέρα δεν είναι να επιβάλλει τη δική του οπτική στα παιδιά του, αλλά να τα βοηθάει να αποκτήσουν κριτική ικανότητα, ώστε να μπορούν να διακρίνουν όχι μόνο τι συμβαίνει εκεί έξω, αλλά και τους λόγους που συμβαίνει ό,τι συμβαίνει. Να συμβάλει, ώστε τα παιδιά του να υιοθετήσουν αξίες, όπως η ενσυναίσθηση, η ανθρωπιά, η εντιμότητα, ο σεβασμός στη διαφορετικότητα, η καλοσύνη. Αν το καταφέρω αυτό, τότε ίσως η κόρη μου να ζήσει μια ζωή που δεν θα πήγε στα χαμένα, με την έννοια που τόσο όμορφα, παρότι κάπως απαισιόδοξα, το ορίζει ο Σταύρος Ζουμπουλάκης: «Κάθε ανθρώπινη ζωή είναι μια αποτυχία. Κανείς δεν μπορεί να κάνει όλα όσα θα ήθελε, επιθυμούσε, ποθούσε ή ήλπιζε. Αν όμως καταφέρεις έστω ένα μικρό ποσοστό να το πραγματοποιήσεις, τότε γεννιέται μέσα σου ένα αίσθημα ικανοποίησης ή τουλάχιστον η ζωή σου δεν πήγε στα χαμένα».
Πώς βλέπετε το μέλλον της Ελλάδας και τι περιμένετε από τις επικείμενες εκλογές;
«Η εποχή μας είναι ξανά μια εποχή φόβων» έχει αναφέρει ο Zygmunt Bauman και κανένας πιθανότατα δεν θα διαφωνήσει μαζί του. Μια εποχή φόβων και κρίσεων σε πολλά επίπεδα, τα σημαντικότερα από τα οποία θεωρώ πως είναι το οικονομικό και το ψυχολογικό. Η Ελλάδα θα έχει μέλλον, αν σταματήσουμε να συμβιβαζόμαστε με τη νοοτροπία μειωμένων προσδοκιών που καλλιεργείται συστηματικά από τους κυβερνώντες, αν αντισταθούμε απέναντι στην «κανονικότητα» για την οποία μας προετοιμάζουν. Οσον αφορά τις επερχόμενες εκλογές, δεν περιμένω πολλά, ίσως μόνο να δω αν θα καταφέρουμε αυτή τη φορά να μην πέσουμε στην παγίδα του «μικρότερου κακού», αν αποφύγουμε την ψήφο του «χαβαλέ», του «φόβου» και του «θυμού». Αλλωστε, οι εκλογές δεν μπορούν από μόνες τους να καλυτερεύσουν τον κόσμο, ποτέ ο κόσμος δεν άλλαξε από την ανάθεση της ευθύνης της ζωής μας σε κάποιους άλλους.
Στο κλείσιμο του βιογραφικού σας, αναφέρετε την αγάπη σας για τη θάλασσα. Τι αντιπροσωπεύει για εσάς;
Η θάλασσα είναι ο τόπος που επιστρέφω κάθε φορά που νιώθω μπερδεμένος. Είναι ο τρόπος μου να αδειάζω το μυαλό μου από κακόβουλες σκέψεις και να ξεκινάω από την αρχή, όταν όλα και όλοι γύρω μου νιώθω πως με έχουν εγκαταλείψει.
Τη Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου θα βρεθείτε στην Πάτρα για την παρουσίαση του βιβλίου σας. Εχετε ξαναεπισκεφθεί την πόλη μας;
Την έχω επισκεφθεί κυρίως στα φοιτητικά μου χρόνια για να ζήσω την καρναβαλική μέθεξη. Επίσης, είχα έρθει το 2017 για να παρακολουθήσω την παράσταση «Φουέντε Οβεχούνα» του Λόπε Ντε Βέγα στο Δημοτικό Θέατρο «Απόλλων».
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News