Από τα κινητά τηλέφωνα στα βιβλία

Ο Διονύσης Γράψας είναι ιστορικός.

Η «αγχωμένη γενιά» του Jonathan Haidt ενδεχομένως να βρίσκεται πίσω από την απόφαση της κυβέρνησης για την κατάργηση της χρήσης των κινητών τηλεφώνων στα σχολεία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης από ό,τι φαίνεται πρόλαβε (;) να διαβάσει το best seller στα Χανιά τον Αύγουστο και πήρε την τελική του απόφαση. Να παύσει τη λειτουργία των κινητών στο σχολικό περιβάλλον, επικαιροποιώντας αποφάσεις προηγούμενων κυβερνήσεων από το 2006 και το 2018.

Η αλήθεια είναι πως η σχέση εξάρτησης των εφήβων από τις οθόνες έχει φτάσει στο απροχώρητο. Παρατηρεί κανείς παντού τις συσκευές ως προέκταση του εαυτού τους και ως εργαλείο διαχείρισης κάθε πτυχής της καθημερινότητας τους. Αντιπαλεύουν μια ιδιότυπη μοναξιά; Φτιάχνουν εκεί μέσα έναν δικό τους κόσμο που δεν έχει τους περιορισμούς και τις αγκυλώσεις του πραγματικού; Ποιος ξέρει;

Σίγουρα πάντως με την εν λόγω απαγόρευση, όσο «πικρή» και αν αυτή τους φαίνεται, τους δίνεται η δυνατότητα να ξαναβρούν πολλά στοιχεία από τη χαμένη τους παιδικότητα.

Οι προβληματισμοί που ξεπηδούν από μια τέτοια απόφαση δεν είναι λίγοι και φυσικά δεν αφορούν μόνο τους εφήβους. Ειδικότερα, ο Haidt στο βιβλίο του αναφέρει πως η υπερβολική χρήση του κινητού είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση διαταραχών προσωπικότητας και καταθλιπτικού στρες, ιδιαίτερα στα κορίτσια. Και δεν έχει άδικο. Οι έφηβοι -αλλά και οι μεγάλοι- πώς είναι δυνατόν να αφοσιωθούν στα πενήντα λεπτά μιας διδακτικής πράξης, όταν επί ώρες η προσοχή τους είναι εστιασμένη σε μηνύματα, ομαδικές συνομιλίες και «ποσταρίσματα»; Από την άλλη είναι σίγουρο -ήδη έχει αρχίσει να εκδηλώνεται- πως μια τέτοια απόφαση θα συναντήσει και λειτουργικές αδυναμίες, ενδεχομένως και αντιδράσεις, εφόσον δεν παρέχεται καμία περίοδος προσαρμογής.

Επιπλέον απορεί κανείς πώς ένα βιβλίο έγινε η αφορμή οι κυβερνώντες να πάρουν μια τέτοια απόφαση. Η ελληνική πολιτική τάξη ανέκαθεν κοιτούσε «από έξω προς τα μέσα».

Οι ανησυχίες της Δύσης που αποτελούσαν, από τη γενέθλια πράξη τούτης δω της χώρας, τον επιθυμητό προορισμό, γίνονται για ακόμη μια φορά έναυσμα για πειραματισμούς στο εσωτερικό πεδίο. Και όπως πάντα, γίνονται με αποσπασματικό και ευκαιριακό τρόπο για να κερδίσουν εντυπώσεις, θυσιάζοντας ολίγη από την ουσία. Με άλλα λόγια, μια τέτοια πρωτοβουλία δεν θα πρέπει να μείνει χωρίς συνέχεια, στοχεύοντας σε ψηφοθηρικές εντυπώσεις που απευθύνονται στους γονείς και την αδυναμία τους να επιβληθούν στα βλαστάρια τους.

Η εμπέδωση της φιλαναγνωσίας θα μπορούσε να αποτελέσει ένα συνακόλουθο μέτρο. Η αγάπη για τα γράμματα, την ελληνική γλώσσα, την ποίηση ή την ιστορία θα μπορούσαν να μεταβιβαστούν στα παιδιά με δραστικές πράξεις, που θα στηρίξουν την παύση της λειτουργίας των κινητών στα σχολεία.

Απομακρύνοντας τους μαθητές από την ισοπεδωτική ωμότητα και τον κυνισμό μιας εποχής, που αποθεώνει το κέρδος και την ιδιοτέλεια.