Γέλλοου σαμπμαρίν

Ο άνδρας με το κίτρινο αδιάβροχο, επιβλητικός, βλοσυρός αλλά εν τέλει ευπροσήγορος, γλαφυρός και πνευματώδης στον λόγο. Φλεγματικός, αλλά και με λανθάνοντα ναρκισσισμό, του ανθρώπου με περιεχόμενο και θεατρικότητα, που μιλάει (και) για να ακούει την ίδια τη φωνή του. Αυτομάγευση. Θεόδωρος Πάγκαλος. Επικίνδυνη συρροή ιδιοτήτων σε ένα πρόσωπο. Σε συνδυασμό με μια ιδιαίτερη εκδοχή θάρρους: Να σε ηδονίζει η αναμέτρηση με τους πολλούς, η αιρετική, οχληρή, επεισοδιακή ανάληψη θέσης κόντρα σε ρεύματα, κανόνες, πεποιθήσεις και μάζες. Ο άνδρας με το κίτρινο αδιάβροχο ήταν η εικόνα που σχηματίσαμε από τον Θεόδωρο Πάγκαλο ένα μεσημεράκι που οι ρόλοι του τον έφεραν στα γραφεία της νομαρχιακής ΠΑΣΟΚ, στην Γεροκωστοπούλου, κάπου στις αρχές του ’90. Ο χρόνος έκανε μια σαλάτα τις αναμνήσεις, δεν έχουν σημασία οι ακριβείς χρονολογίες πια, το «μαζί τα φάγαμε» ήταν η σαρκαστική επωδός του «μαζί διήλθαμε» τα μετα-μεταπολιτευτικά χρόνια της δύσης του παπανδρεϊσμού, της ανόδου του σημιτισμού, της φθοράς του ηλεκτροφόρου δικομματισμού και όλα τα  υπόλοιπα.

Μαζί τα φάγαμε. Ξεπέρασε σε φόρτιση και επιδραστικότητα το «λεφτά υπάρχουν», όπως και όλα τα επιγράμματα που έγιναν σύμβολα της νεότερης πολιτικής ιστορίας, ακόμα και το «Καραμανλής ή Τανκς» ή το «Ανήκομεν εις την Δύσιν» ή το «Εδώ και τώρα Αλλαγή» και βέβαια το «Τσοβόλα Δωσ’ τα όλα», φράσεις που υπογράμμισαν σαν αναγνώριση ή σαν λοιδορία, ανάλογα, τη διαδρομή των άσων του δημόσιου βίου, κατά κανόνα εξ αιτίας δικών τους επιλογών.

Το Μαζί τα Φάγαμε, ωστόσο, υπερέχει καταφανώς στην κλίμακα των επιγραμμάτων από τη σκοπιά της αμφιλογίας. Ο Πάγκαλος κατάφερε- και μάλλον δεν το επιδίωκε- να μας διχάσει, χωρίζοντάς μας σε υποστηρικτές ή ορκισμένους αντιπάλους της διατύπωσης, αρθρώνοντας μια φράση σατανική, η οποία είχε ψήγματα αλήθειας και ψεύδους, ταυτόχρονα. Μια φράση που καθένας μας την υποδέχθηκε θωρώντας την από την οπτική του γωνία, τελώντας όλοι μας σε κατάσταση υψηλής έντασης και έξαψης.

Η φράση ήταν αψυχολόγητη, αν λάμβανε κανείς υπόψη του τη δραματική θέση στην οποία είχε φέρει η κρίση μια μεγάλη κατηγορία του πληθυσμού, όπως επίσης και την πεποίθηση την πλειοψηφικής μερίδας των πολιτών ότι η κρίση ήταν κυρίως αποτέλεσμα διασπάθισης του δημοσίου χρήματος και ιδιοτελούς κατάχρησης της εξουσίας από  κλίκες του πολιτικο-ολιγαρχικού χώρου που δέσποζε στη δημόσια ζωή μετά τη μεταπολίτευση. Η έννοια του «φαγητού»- άστοχη χρήση του όρου από έναν άνθρωπο ευτραφή, συνεπώς εικόνα της αδηφαγίας- για τον πολύ κόσμο αφορούσε, φυσικά, τη λαθροχειρία και φαυλότητα των ολίγων. Ο Πάγκαλος, όμως, εννοούσε την ανορθολογική διαχείριση μέσω της οποίας η εξουσία και ο δημόσιος τομέας χρηματοδότησαν με σκανδαλώδη και αυτοκαταστροφική αμεριμνησία τις κοινωνικές ανάγκες, στο πλαίσιο μιας ομολογημένης αμοιβαιότητας. Μας ψηφίζατε,  σας βολεύαμε, μας βολεύατε, συνεχίζαμε. Προφανώς  ο Πάγκαλος είχε εκθέσει τον εαυτό του σε μια αυτοπαγίδευση που συνηθίζουν οι ευφυείς και σνομπ: Εκλαμβάνουν ως αλήθεια και ουσία αυτό που έχουν στο κεφάλι τους και περιφρονούν τη γκλάβα των πολλών.  Κυρίως όμως ο Πάγκαλος αστόχησε για τον λόγο ότι ακόμα και αν η κοινωνία ήταν εκείνη που έβαζε στο πολιτικό προσωπικό τους όρους του πολιτεύεσθαι, καθήκον του πολιτικού είναι να αντιδρά στο ρεύμα, να διαμορφώνει καινούργιο, να λειτουργεί παιδευτικά, να παρεμβαίνει στην πολιτική κουλτούρα. Και όχι να άγεται- ασμένως, πολυτελώς και τεμπέλικα- από το ποτάμι, τάχα ως άκων, επικαλούμενος ως άλλοθι τον συλλογικό χαρακτήρα της ανηθικότητας ή τα «περιορισμένα περιθώρια». Τα φθηνά άλλοθι είναι ποταπότερα από μια ανήθικη συμπεριφορά.

Ο Πάγκαλος υπήρξε σπουδαίος, αλλά από τους σπουδαίους περιμένεις σπουδαίες πράξεις και όχι επιγράμματα και ακκισμούς. Η δεκαετία του ’90 ανέδειξε ανθρώπους με ταλέντο, αλλά το αποτέλεσμα της θητείας τους στα κοινά ήταν χαμηλής κλίμακας. Απέφυγαν όλοι τους, με τον Σημίτη πρώτον- τις συγκρούσεις, εξαιρουμένων των συνεδριακών αναμετρήσεων. Και έρχεται τώρα ο Σημίτης να αποχαιρετίσει τον Πάγκαλο με δέκα λέξεις, εστιάζοντας στις ρητορικές του επιδόσεις, και αποφεύγοντας την ουσία του ανθρώπου και της εποχής. Εμείς ένα πρωί με ένα αδιάβροχο τον είδαμε τον Πάγκαλο, αλλά βρήκαμε περισσότερα να πούμε.

Γέλλοου σαμπμαρίν. Γουί όλ λιβ ιν ιτ. Μαζί τα φάγαμε. Πρώτοι οι Μπιτλς το είπαν. Και μαζί καταδυθήκαμε.