Η Μάχη της Βόβοδας: Το «άγνωστο» γεγονός του 1821 στη Φωνησκαριά

Η Μάχη της Βόβοδας: Το «άγνωστο» γεγονός του 1821 στη Φωνησκαριά

Aν και διοργανώθηκε για πρώτη φορά, επιτυχημένη και επίκαιρη όσο ποτέ -λόγω της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση- ήταν η λιτή αλλά άκρως αποκαλυπτική για την τοπική ιστορία εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε, το πρωί του Σαββάτου, στο ξωκκλήσι του Αγίου Κωνσταντίνου Μαυρικίου Αιγίου, φέρνοντας στην επιφάνεια τη «Μάχη της Βόβοδας» που έγινε εκεί και στην ευρύτερη περιοχή του οικισμού «Φωνησκαριά» στα μέσα Απριλίου του 1821.

Συνδιοργανωτές ήσαν ο Φιλοπροοδευτικός Σύλλογος Νέων Μαυρικίου, η Τοπική Κοινότητα και το Λαογραφικό – Ιστορικό Μουσείο Καλαβρύτων, με αυστηρά υγειονομικά μέτρα και αντιπροσωπευτική συμμετοχή, που περιλάμβανε τον αντιπεριφερειάρχη Φωκίωνα Ζαΐμη, την αντιδήμαρχο Αιγιάλειας Μαρία Γιδά, τον πρόεδρο του χωριού Δημήτρη Λιαπόπουλο και εκ μέρους συλλόγου και μουσείου τους Τάσο Μουτζουρούλια και Λεωνίδα Πετρόπουλο.

Τελέστηκε δοξολογία και επιμνημόσυνη δέηση από τον αρχιμανδρίτη π. Γερβάσιο και τον ιερέα του Αγίου Νικολάου Μαυρικίου π. Σωτήριο και κατόπιν μίλησαν για το ιστορικό γεγονός, ο φιλόλογος – ερευνητής Μάριος Χριστόπουλος, ο μαυρικιώτης εκπαιδευτικός – λαογράφος Λεωνίδας Πετρόπουλος, ο Φ. Ζαΐμης για την ιστορία της οικογένειάς του στην περιοχή και τον τότε προύχοντα Ανδρέα Ζαΐμη, που έλαβε μέρος στη μάχη, ενώ χαιρετισμούς απηύθυναν ο π. Γερβάσιος εκ μέρους του μητροπολίτη, η κ. Γιδά εκ μέρους του δημάρχου, καθώς κα οι κ.κ. Λιαπόπουλος και Μουτζουρούλιας, που επεσήμαναν τη σημασία ενίσχυσης της ιστορικής μνήμης και την ανάγκη καθιέρωσης εκδηλώσεων για την Μάχη, ώστε να διαδοθεί το γεγονός αυτό του 1821.  

> Ο ντόπιος εκπαιδευτικός και λαογράφος Λεωνίδας Πετρόπουλος, ο οποίος μελετώντας την περιοχή και ως υπηρετών στο Λαογραφικό – Ιστορικό Μουσείο Καλαβρύτων, συγκέντρωσε αφηγήσεις για το ιστορικό γεγονός μέσα από την λαϊκή παράδοση, τις οποίες και περιέγραψε στην «ΠτΔ»:

«Ο Χουρσιìτ ειìχε μετακινηθειì στα Γιαìννενα, προκειμεìνου να καταπνιìξει την ανταρσιìα του Αληì Πασαì και οι Ελληνες βρηìκαν την ευκαιριìα να ξεσηκωθουìν. Ο Χουρσιìτ,  θεìλοντας να διασωìσει την οικογεìνειαì του στην Τριìπολη, απεìστειλε στον Μοριαì τον Κεχαγιαìμπεη. Φταìνοντας ο Κεχαγιαìμπεης τον Απρίλιο του 1821 στη Βοστιìτσα τη βρηìκε εìρημη. Οι Τουìρκοι λεηλαìτησαν και κατεìκαψαν την ποìλη και αποφαìσισαν να συνεχιìσουν την πορειìα τους για τα Καλαìβρυτα και την Τριìπολη. Ο Ανδρεìας Ζαΐμης με λιìγους Καλαβρυτινουìς και Βοστιτσαìνους ταμπουρωìθηκε στα υψωìματα γυìρω αποì τη λαγκαìδα της Φονοισκαριαìς. Οι Τουìρκοι, όντας περισσοìτεροι και πιο καλαì εξοπλισμεìνοι,  καταφεìρνουν να διασκορπιìσουν τους λιγοστουìς Ελληνες. «Εις Βόβοντα στρατόπεδο του Ζαΐμη διελύθη διά μόνης της εμφανίσεως» του Μουσταφάμπεη. Ο Ζαΐμης κινδύνεψε σοβαρά αφού οι στρατιώτες του «ελιποτάκτησαν  και έμεινε με ολίγους, περικυκλώθη υπο εχθρών, και εκινδύνευσε» αναφέρει ο ιστορικός Μ. Οικονόμου. Σύμφωνα με την παράδοση και τον Παναγιώτη Αγγελόπουλο, που έλαβε μέρος στη μάχη, ο Ζαΐμης έμεινε τελευταίος προσπαθώντας να συγκρατήσει τους άνδρες του να πολεμήσουν και κατοìρθωσε να γλυτωìσει αποì τα χεìρια των εχθρωìν».

> Ο φιλόλογος – ερευνητής Μάριος Χριστόπουλος, μετά την εκδήλωξση μνήμης, μίλησε στην «ΠτΔ» για τη «Μάχη της Βόβοδας».

Για τον ερχομὸ του Μουσταφά στη Βοστίτσα (Αίγιο) γράφουν τα περισσότερα βιβλία, αλλά για τη Μάχη τῆς Βόβοδας ὑπάρχουν τρεις πηγές: α) ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανὸς στὰ ἀπομνημονεύματά του, β) ὁ Ἀμβρόσιος Φραντζῆς, πρωτοσύγγελος τῆς Μητροπόλεως Χριστιανουπόλεως ἀπὸ τὸν ὁποῖο μαθαίνουμε τὴν ἀκριβῆ ἡμερομηνία τῆς μάχης (17 Ἀπριλίου), καὶ γ) ὁ Ἰωάννης Φιλήμων, γραμματέας τοῦ Δ. Ὑψηλάντη καὶ σημαντικὸς ἱστορικὸς τοῦ 1821. Ἀργότερα, περὶ τὸ 1912, ἀναφέρεται στὴν μάχη τῆς Βόβοδας καὶ ὁ πρῶτος ἱστορικὸς τοῦ Αἰγίου ὁ φιλόλογος Παναγιώτης Ξινόπουλος. Ἂς δοῦμε ὅμως τὶ γράφει ὁ Γερμανός:

«Κατὰ τὴν ἑβδομάδα τῆς Διακαινησίμου ἔφθασεν εἰς τὸ Μεσολόγγιον καὶ ὁ Μουσταφάμπεης, Κεχαγιὰς τοῦ ἡγεμόνος τῆς Πελοποννήσου Μεχμὲτ Πασά, μετὰ 3.500 περίπου Ἀλβανῶν· τοὺς μετεβίβασαν εὐθὺς μὲ τὰ πλοῖά των οἱ Μεσολογγῖται εἰς τὸ Καστέλι [=Ρίο] τῶν Πατρῶν, καὶ χωρὶς ἀναβολὴν ἐστράτευσαν διὰ τὴν Βοστίτζαν, τὴν ὁποίαν καὶ κατέλαβον διόλου ἀπροφύλακτον καὶ κατεπυρπόλησαν· οἱ δὲ ἐκεῖσε Ἕλληνες, προλαβόντες κατέφυγον εἰς τὰ ὄρη. Ἐστάθησαν ἐκεῖ [οἱ ἄνδρες τοῦ Μουσταφᾶ] σχεδὸν ἐπὶ μίαν ἑβοδομάδα, μὲ τὸ νὰ εὗρον τροφὰς ἱκανάς, καὶ ἐκεῖθεν ἐξέδωκεν ὁ Κεχαγιὰς γράμματα ἀφέσεως, προσκαλῶν τούς τε Βοστιτζιάνους καὶ Καλαβρυτινοὺς Ἕλληνας, διὰ νὰ ὑπάγουν νὰ προσκυνήσουν καί, ἐπειδὴ ἦτον ἄδηλον, ποίαν ὁδὸν θέλει ἐξακολουθήσουν οἱ ἐχθροί, τὴν διὰ Κόρινθον, ἢ τὴν διὰ Καλάβρυτα, ἔγραψαν οἱ Καλαβρυτινοὶ πρὸς τὸν Ἀνδρέαν Ζαΐμην νὰ προφθάσῃ, μὲ ὅσους στρατιώτας ἔχει, διὰ νὰ προκαταλάβουν τὰ στενὰ τοῦ δρόμου τῶν Καλαβρύτων, ὅστις εὐθὺς ἔτρεξε πρὸς ἐκεῖνο τὸ μέρος, καὶ ἔφθασε εἰς τὸ μοναστήριον τῶν Ταξιαρχῶν. Κατέλαβον δὲ καὶ οἱ λοιποὶ Καλαβρυτινοὶ τὰς ἀναγκαίας θέσεις, καὶ παρετήρουν τὰ κινήματα τῶν ἐχθρῶν. Ἐκ δὲ τῶν Βοστιτζιάνων οὐδὲ ψυχὴ ἐφαίνετο, ἐπειδὴ διεσκορπίσθησαν ἅπαντες, ἔνθεν καθεῖθεν. Μίαν δὲ τῶν ἡμερῶν πεντακόσιοι περίπου τῶν ἐχθρῶν ὥρμησαν πρὸς τὸ μέρος τοῦ μοναστηρίου τῶν Ταξιαρχῶν καὶ ἔφθασαν εἰς τὸ χωρίον Βόβοδα, ὅπου ἦτον ἐστρατοπεδευμένος ὁ Ἀνδρέας Ζαΐμης, τοῦ ὁποίου οἱ στρατιῶται ἐλιποτάκτησαν, καὶ ἔμεινε μὲ ὀλίγους, περιεκυκλώθη ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν, καὶ ἐκινδύνευσε· μ᾿ ὅλον τοῦτο ἐκεῖνοι οἱ ὀλίγοι ἀντέστησαν εἰς τὴν ὁρμὴν τῶν ἐχθρῶν καὶ πολεμοῦντες ἐτραβήχθησαν εἰς ἀσφαλέστερον μέρος. Ἐφονεύθησαν δὲ εἰς ἐκείνην τὴν μάχην δύο-τρεῖς τῶν ἐχθρῶν, καὶ ἄλλοι τόσοι τῶν Ἑλλήνων».

Στὴν Βοστίτσα δὲν ὑπῆρχε κάστρο ὅπως σὲ ἄλλες περιοχὲς καὶ οἱ κάτοικοι γιὰ νὰ προφυλαχθοῦν κατέφευγαν εἴτε στὸ μοναστήρι τῶν Ταξιαρχῶν (ὅπου φυλάσσονταν καὶ πολεμοφόδια) εἴτε στὶς κοντινὲς ἀπόκρημνες σπηλιές. Ἡ μάχη ἦταν σημαντική, μολονότι οἱ Ἕλληνες ὑποχώρησαν. Ὁ Μουσταφά, φοβούμενος ὅτι ἂν προχωροῦσε θὰ συναντοῦσε περαιτέρω ἀντίσταση, ἀναγκάστηκε ν᾿ ἀλλάξει κατεύθυνση καὶ ἀντὶ νὰ πάει στὴν Τρίπολη μέσῳ Καλαβρύτων, πῆγε παραλιακὰ μέσῳ Κορίνθου-Ἄργους. Αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ προσφορὰ τοῦ Ζαΐμη μὲ τοὺς ἄνδρες του. Ἀνάγκασαν τὸν ἐχθρὸ νὰ ἀλλάξει δρόμο καὶ ἔδωσαν χρόνο στοὺς ἄλλους Ἕλληνες, εἰδικὰ τοῦ κέντρου τῆς Πελοποννήσου, νὰ ὀργανωθοῦν καλύτερα. Μπορεῖ ἡ Βοστίτσα νὰ καταστράφηκε καὶ νὰ λεηλατήθηκε, γλύτωσαν ὅμως οἱ κάτοικοι καὶ τὸ μοναστήρι τῶν Ταξιαρχῶν μὲ τὰ πολεμοφόδια ποὺ ἔκρυβε.

Γι’ αὐτὸ ὁ Φιλήμων ἐξαίρει τὴν στάση τῶν Αἰγιωτῶν σὲ ἐκείνη τὴν συγκυρία, διότι αἰφνιδιάστηκαν σὲ μικρότερο βαθμὸ ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ φέρθηκαν ἐξυπνότερα: Καὶ οὐ μόνον οἱ Ἀργεῖοι, ἀλλὰ καὶ οἱ Πύργιοι καὶ οἱ Κορίνθιοι καὶ οἱ Λειβαδειεῖς τὰς αὐτὰς ὑπέστησαν συνεπείας τῆς τόσῳ παχυλῆς ἀπειρίας, μόνον τῶν Αἰγιέων ἐξαιρουμένων».   

Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΥ

triadafilop@pelop.gr