Η πολιτική στα (μεταμνημονιακά) χρόνια

Του Ανδρέα Σοφιανόπουλου, πρόεδρος Φαρμακευτικού Συλλόγου Αχαΐας – μέλος ΔΣ Πανελληνίου ΦΣ.

Η Φαρμακευτική Πολιτική καθορίστηκε επί υπουργίας Λοβέρδου, που ψήφισε η Βουλή, το 2012.

Ως τότε, οι ασφαλισμένοι γνώριζαν πως η συμμετοχή τους καθοριζόταν από το ποσοστό, που προέβλεπε η πάθησή τους, 0,10 ή 25% επί της τιμής των φαρμάκων.

Με τα συγκεκριμένα νομοθετήματα και πολλά άλλα που ήρθαν λίγο αργότερα, οριοθετήθηκε πως ο ΕΟΠΥΥ θα αποζημιώνει την ασφαλιστική τιμή, η οποία είναι διαφορετική από τη λιανική και καθορίζεται από τη χαμηλότερη του όμοιου φαρμάκου –γενοσήμου του πρωτοτύπου, όταν σπάει η πατέντα του. Αυτό δικαιολογήθηκε στο κοινό, υπό την αύξηση της διείσδυσης χρήσης γενοσήμων στη χώρα, ώστε να μειωθεί η δημόσια δαπάνη.

Επειδή τα οικονομικά δεν έβγαιναν, ψηφίστηκε ως ασφαλιστική τιμή η χαμηλότερη γενοσήμου από όλα τα πρωτότυπα φάρμακα, που έσπασε η πατέντα τους και ανήκαν στην ίδια θεραπευτική κατηγορία. Ενα φάρμακο για διαβήτη, το οποίο είχε κυκλοφορήσει προ 30 χρόνων, έμπαινε στην ίδια ζυγαριά με ένα καινούργιο, που είχε κυκλοφορήσει προ 10 ετών, με αποτέλεσμα οι διαφορές τιμής να είναι τέτοιες, που για ασφαλισμένο υπό νέα αγωγή, να καθίσταται απαγορευτική η συνέχιση χρήσης, λόγω υπέρογκης επιβάρυνσης.

Αυτή την πολιτική αποφάσισε η ηγεσία του υπουργείου Υγείας, επί Πλεύρη, προειδοποιήθηκε όμως για αντιδράσεις και επειδή αναμένονταν εκλογές, δόθηκε παράταση κι έτσι τώρα η νέα ηγεσία προχώρησε στην εφαρμογή της.

Το περίεργο είναι πως, όλες αυτές οι μνημονιακές διατάξεις, που ψηφίστηκαν υπό την απειλή χρεοκοπίας, όχι μόνο ισχύουν, αλλά δεν γίνεται και καμία συζήτηση να αλλάξουν προς το ευνοϊκότερο για τον λαό. Κι αν ρωτήσει κανείς, γιατί είναι περίεργο, η απάντηση είναι απλή: Εχουμε κλείσει 7 χρόνια από τις δοξολογίες πως η χώρα βγήκε από τα μνημόνια και τους πανηγυρισμούς πως πορευόμαστε με αλματώδη ανάπτυξη, τροπάριο που ψάλλεται από όλα τα κόμματα εξουσίας, αλλά στην πράξη ο λαός, εκτός από φιλοδωρήματα επιδομάτων, δεν έχει δει να αλλάζει τίποτα προς όφελός του. Το αντίθετο, διαρκώς μειώνονται -μία φορά τον χρόνο- οι τιμές συνταγογραφούμενων φαρμάκων, κατά 10% μεσοσταθμικά και οι συμμετοχές να ανεβαίνουν, ξεπερνώντας σε πολλές περιπτώσεις και το 50% της λιανικής τιμής, που επιλέγει ο ασφαλισμένος.

Ταυτόχρονα, ο κατάλογος με τα ΜΗΣΥΦΑ, που τη δαπάνη τους δεν καλύπτει το κράτος, αλλά η τσέπη του ασφαλισμένου, έχει ξεφύγει πλήρως, με αλματώδεις αυξήσεις 2 φορές τον χρόνο, μιας και τα κόμματα εξουσίας έχουν εκχωρήσει το δικαίωμα τιμολόγησης στις εταιρείες παραγωγής τους, ώστε να προχωρούν αυθαίρετα σε ανατιμήσεις συγκεκριμένων φαρμάκων, εκλαμβάνοντάς τα ως προϊόντα αγοράς κι όχι ως φάρμακα!

Σε αυτό το πλαίσιο κινούνται κι όλες οι αλλαγές, που αφορούν στα νοσοκομεία και τον δήθεν εκσυγχρονισμό παροχής υπηρεσιών, που ουσιαστικά δεν είναι τίποτα παραπάνω από τη νομιμοποίηση του μαύρου χρήματος, που διακινείται με φακελάκια και την εκβιαστική προσφυγή προς τον ιδιωτικό τομέα, όταν οι λίστες αναμονής για χειρουργεία, αλλά και η ανεπάρκεια υλικοτεχνικής υποδομής οδηγούν τους ασθενείς σε αδιέξοδο.

Φτάσαμε στο σημείο η τωρινή ηγεσία του υπ. Υγείας να πάρει πίσω το μέτρο της παράλογης αύξηση συμμετοχών, αντιμετωπίζοντας τα φάρμακα ως ενιαίο σύνολο για κάθε πάθηση κι όχι ως ξεχωριστά επιστημονικά προϊόντα, αφήνοντας όμως περαιτέρω επιβάρυνση 3 € καπέλο για κάθε σκεύασμα πιο σύγχρονης τεχνολογίας, κυρίως τα πιο «εμπορικά», δημιουργώντας νέα επιβάρυνση στον ασθενή.

Τα ΜΜΕ και το Δευτεροβάθμιο συλλογικό μας όργανο καθησυχάστηκαν από την «υποχώρηση» του υπουργού, γιατί δεν θέλουν να θίξουν τα συμφέροντα της πολιτικής ηγεσίας και να πουν την αλήθεια. Ξέχασαν να στηλιτεύσουν τα ψέματα, που αρχικά εκστόμιζε για το νομοσχέδιο και καλύφθηκαν πίσω από την υποκριτική συγγνώμη του, εκ των υστέρων, ώστε να λησμονήσουμε την επιβολή του χαρατσιού!

Αν πράγματι όλα όσα λέει η πολιτική ηγεσία και οι δημοσιογράφοι -που τους ψέλνουν καθημερινά το «ωσαννά»- είναι αληθινά, τότε αντί να έχουμε επιβαρύνσεις -με πλάγιο τρόπο- θα έπρεπε να έχουμε μειώσεις και επαναφορά δικαιωμάτων, που λησμονιούνται από αυτούς που τα απολάμβαναν, εδώ και 15 χρόνια. Αν προσθέσουμε το απατηλό μήνυμα πως, για τη χρεοκοπία της χώρας έφταιξε η υπέρογκη φαρμακευτική δαπάνη (2007 – 2009), θα δούμε πως στην πραγματικότητα η δαπάνη μένει ίδια ακριβώς σήμερα, απλά έχει διαμοιραστεί, 50% στο κράτος και 50% σε εταιρείες μέσω clawback, φαρμακοποιούς μέσω rebate και ασφαλισμένων μέσω συμμετοχών, καταλήγουμε εύκολα στο συμπέρασμα πως, ή το 2010 μας κορόιδευαν πως κινδυνεύουμε να χρεοκοπήσουμε ή σήμερα είμαστε χρεοκοπημένοι και το κρύβουν!

Από την άλλη, όλες οι επιβαρύνσεις, που λίγο-λίγο σαν δηλητήριο εισέρχονται στην καθημερινότητά μας, τα τελευταία 7 χρόνια της δήθεν εξόδου μας από τα μνημόνια, φέρνουν άλλη αντίφαση: ή δεν υπάρχει η παραμικρή ανάκαμψη όπως διαφημίζεται ή τα μέτρα παίρνονται για να περάσουμε σε άλλο μοντέλο, όπου πλέον τα πράγματα θα είναι διαφορετικά και με βάση την ατομική ευθύνη και δυνατότητα του καθενός, θα πορευόμαστε κι όπου βγει. Ή μπορεί να σημαίνουν και τα δύο.

Οταν θα ακούτε διθυράμβους για μείωση φορολογίας από ταγούς της κυβέρνησης, να είστε προετοιμασμένοι για περικοπή όλο και περισσότερων δικαιωμάτων, για πιο σκληρή λιτότητα. Ομοίως, για μειώσεις τιμών συνταγογραφούμενων και φτηνά γενόσημα, να αναμένετε μεγαλύτερη επιβάρυνση στις τσέπες μας.

Οσο κι αν όλα αυτά φαντάζουν παράλογα, είναι απολύτως λογικά… στη χώρα του παραλόγου!