Κρίσιμα ερωτήματα μιας τραγωδίας

Χωρίς ανάσα συνεχίζονται οι έρευνες για τον εντοπισμό και τη διάσωση αγνοουμένων στη θαλάσσια περιοχή του ναυαγίου ανοιχτά της Πύλου. Δυστυχώς, οι πιθανότητες είναι εναντίον οποιαδήποτε αισιόδοξης σκέψης.

Μέχρι χθες είχαν εντοπιστεί 78 σοροί και είχαν διασωθεί 104 άνθρωποι. Οσο περνούν όμως οι ώρες εξανεμίζονται οι ελπίδες να εντοπιστούν και άλλοι ζωντανοί, ενώ οι Αρχές δεν έχουν ιδέα για τον ακριβή αριθμό των αγνοουμένων, με τους πρόσφυγες να κάνουν λόγο ακόμα και για 700 άτομα, ανάμεσά τους πολλές γυναίκες και παιδιά.

Αναπάντητα παραμένουν και τα ερωτήματα για το πώς βυθίστηκε αυτό το «πλωτό φέρετρο». Υπήρξε μετατόπιση φορτίου, όπως ειπώθηκε;

Το σίγουρο είναι ότι από σήμερα θα τεθεί με πολύ πιεστικό τρόπο προς τις ελληνικές Αρχές, το βασικό ερώτημα αυτής της τραγωδίας. Τι θα μπορούσε να έχει γίνει για να αποτραπεί αυτή η τραγωδία; Και ακόμα περισσότερο, υπήρξε ολιγωρία;

Το Δίκαιο της Θάλασσας λέει ότι, όταν ένα σκάφος βρίσκεται σε κίνδυνο, είναι νομική υποχρέωση της χώρας, στης οποίας τα χωρικά ύδατα ή στη ζώνη έρευνας και διάσωσης βρίσκεται, να κάνει τη διάσωση.

Δεν είμαστε γνώστες του Διεθνούς και του Ναυτικού Δικαίου, αλλά, κατά γενική ομολογία, η προστασία της ανθρώπινης ζωής πρέπει να αποτελεί ύψιστη αποστολή και καθήκον για όλες τις αρμόδιες Αρχές.

Εδώ όμως βρίσκεται μια λεπτή και χωρίς σαφή όρια, διαχωριστική γραμμή. Από πού ξεκινά μια επιχείρηση διάσωσης;

Είναι σίγουρο ότι γι’ αυτή την ανθρωπιστική τραγωδία θα γίνει έρευνα που θα καταλήξει σε κάποια πορίσματα, ίσως και σε απόδοση ευθυνών ή όχι. Είναι ακόμα πιο σίγουρο ότι από σήμερα θα ξεκινήσει και η πολιτική εκμετάλλευση αυτής της τραγωδίας.

Το ζήτημα όμως, είναι να αντιμετωπίσουμε κάποια στιγμή ως Ευρώπη, με αποφασιστικό τρόπο τη μεταναστευτική κρίση και τα διεθνή κυκλώματα που εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο και την αγωνία.