Με σημαίες και τραγούδια

Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ των ψηφοδελτίων των κομμάτων διέπεται από την επιδίωξη της αντιπροσωπευτικότητας, από τη μια, και της δημόσιας προσοχής, από την άλλη. Συνεπώς, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ εντάσσει στο δυναμικό του έναν τολμηρό τραγουδοποιό με ροπή προς την πρόκληση και την επίδειξη, στο όνομα της κοινωνικής καταγγελίας, δεν παραβιάζει κλειστές θύρες.

Τα έχουµε δει αυτά πολλές φορές. Ούτως ή άλλως, εδώ και πολύ καιρό το ελληνικό κοινοβούλιο έχει πάψει να είναι θεσμός που απαιτεί ειδική κατάρτιση και παιδεία ως άτυπος όρος για να σε δεχθεί ως μέλος του, ούτε βέβαια τον καθωσπρεπισμό της πολιτικής αγωγής.

Το κοινοβούλιο, άλλωστε, δεν είναι πανεπιστήμιο για να θέτει το ίδιο τους όρους της εκλογής. Αποφασίζει ο λαός με τα δικά του κριτήρια και της δικές του επιθυμίες έκφρασης. Και φυσικά τα κόμματα ανιχνεύουν το περίφημο δημόσιο αίσθημα και σπεύδουν να το ικανοποιούν, προσπαθώντας να βρουν μια ισορροπία στη δοσολογία. Για να τηρούνται και κάποια προσχήματα.

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ δεν είναι αν είναι εξεζητημένη μια υποψηφιότητα, αλλά ποιος θέλουμε να είναι ο ρόλος του Ελληνα βουλευτή στις μέρες μας.

Και αυτό δεν αφορά μόνο την κοινωνική βάση που μερικές φορές με τις παρδαλές ή «ακατάλληλες» επιλογές υποδηλώνει μια διάθεση διαμαρτυρίας έναντι του πολιτικού συστήματος, πολλώ δε μάλλον αν το ίδιο το σύστημα δεν φέρεται με τον δέοντα αυτοσεβασμό.

Αφορά τις ηγεσίες των κομματικών επιτελείων και των κομμάτων. Το προεδρικοκεντρικό πνεύμα του εγχώριου συστήματος δεν δίνει πολλά περιθώρια στον βουλευτή να ενεργεί με όρους ποιότητας, εμβαθύνοντας στο αντικείμενό του, ως εκπρόσωπος που θέλει να προάγει την κοινωνία και όχι να την κολακεύει. Απομένει ο ρόλος του ατακαδόρου, του εντυπωσιοθήρα ή του «ταλιμπάν» της παράταξης.

ΚΕΡΔΙΖΕΙ έδαφος η άποψη ότι το πολιτικό μας σύστημα χρειάζεται αναμόρφωση. Αλλά δεν βλέπουμε οι εκλογές να έχουν τέτοια κατεύθυνση, άλλο αν οι πάντες υποστηρίζουν ότι τη θέλουν, με πρώτους τους τραγουδοποιούς και τους άλλους αστέρες που πρωτοστατούν σε ρηξικέλευθες συμπεριφορές. Με στίχους ή άλλους τρόπους.