Ο ιπτάμενος ενσαρκώνει τον Ίκαρο
Του Ανδρέας Ι. Κότσιφα, Δικηγόρος Πατρών παρ’ Αρείω Πάγω.
Είναι άγριο το Ιόνιο αυτή την εποχή του χρόνου. Έχει αντάρα κάθε τόσο, μέχρι ο καιρός να έρθει τούμπα, εκεί κατά το Πάσχα. Μέχρι τότε, είναι βαρβάτο το Ιόνιο, ανταριάζει, θεριεύει. Και μην σε ξεγελούν τα ξέπνοα, καμιά φορά, κύματα με τις ακτίνες του ηλίου να στραφταλίζουν στη ράχη τους. Μην σε κοροϊδεύει το αφειδώλευτο γαλάζιο, η νηνεμία μην σε παρασέρνει.
Το βλέμμα σου θολώνει, πράγματι. Είναι τα κύματα, που πάνε κι έρχονται, νανουρίζοντάς σε γλυκά. Κι ο ήλιος, που σε αποσβολώνει όπως η φλόγα σε χειμωνιάτικο τζάκι. Κατεβαίνεις σε μια ακτή, ξαπλώνεις ανάσκελα και κοιτάς τον ουρανό. Όντως, είναι πολύ όμορφα στο Ιόνιο αυτή την εποχή. Μετράς τους γλάρους, η ώρα δεν περνάει αλλιώς. Χάσκεις ανάσκελα, εντοπίζοντας λευκές κουκκίδες σε στοίχο, ή ανάκατα. Κι ο χρόνος περνά τελικά, σαν από θαύμα, όπως διαβαίνουν τα νιάτα προς τα πίσω. Ή προς τα κάτω. Και κάπου-κάπου, μακριά από τα κοπάδια των γλάρων, δυο τρία μαχητικά δω κι εκεί. Σηκώθηκαν από την Ανδραβίδα.
Μα, είναι άγριο το Ιόνιο αυτή την εποχή. Βαθύ και μαύρο. Ακουσα ότι καταπίνει ακόμα κι αεροπλάνα μέσα στο μαύρο του, το πυκνό κι ανέσπερο. Το άκουσες κι εσύ;
Τόσο μαύρο, που ρουφά το μέταλλο, το λιώνει. Καταπίνει μηχανές. Στρεβλώνει τα φτερά. Λυγίζει τις τουρμπίνες. Τσακίζει τα κόκκαλα. Πίνει ζωή απ’ το μεδούλι εικοσάχρονων, τριαντάχρονων, το άκουσες κι εσύ, δεν μπορεί! Ολοι το ακούσαμε.
Το Ιόνιο, κλέβει χρόνο, εκταμιεύει ζωή από το αποθεματικό. Κι ύστερα, ένα πρωί σαν όλα τ’ άλλα, σκληρά κι ανεπαίσθητα, τα πράγματα ολιγωρούν. Ενα αεροπλάνο έπεσε. Ο χρόνος λυγίζει στο αβυσσαλέο μπλε, εκεί, στα ανοιχτά της Ανδραβίδας. Κι ύστερα, πίσω σε κάποια σπίτια, αγκαλιές αδειάζουν, χάδια αποστερούνται τα εφάμιλλα χάδια τους, ζευγάρια χωρίζουν για πάντα. Πίσω σε κάποια σπίτια, άνθρωποι κατανέμονται κάτω και εδώ. Εδώ και στο βυθό. Ανέκκλητα.
Ναι, είναι σκληρό το Ιόνιο αυτή την εποχή. Κι ας το λένε αποθετήριο ερώτων, φιλίας εγκόλπιο. Κάθε άλλο. Γιατί είναι το Ιόνιο, που δίνει μια, ένα πρωί σαν όλα τ’ άλλα, και φουσκώνει κι ανταριάζει και ορθώνεται και ξεσπάει. Χιμάει καταπάνω σε αεροπλάνα, σκεπάζει με τα κύματά του μαύρα κουτιά πεταμένα δω κι εκεί, και στολές Ικάρων μάχιμων, από αυτές τις ολόσωμες, που περικλείουν θάρρος και τόλμη συμπυκνωμένη. Καταβροχθίζει κορμιά γυμνασμένα στην επιτάχυνση, μάτια θολά από τον προσομοιωτή.
Κι ύστερα, ειρωνικά, αυτό πάλι, ναι! το Ιόνιο, ξεβράζει στους αφρούς του πουλάδες καλοραμμένες στα στήθια λίγο πιο πριν. Αλλά και διακριτικά και κάσκες και αρβύλες. Α, και κάποια ζευγάρια Rayban, με τα αλλοτινά χαμόγελά τους πίσω απ’ αυτά. Και κάποια κόκκινα μπρελόκ REMOVE BEFORE FLIGHT, μην ξεχάσω και κανά δυο σκρατς με ονοματεπώνυμα και βαθμό. Ονόματα, που θα ξεθωριάσει η αρμύρα, αλλά όχι η μνήμη. Ονόματα αυτών, των αλλοτινών συνομιλητών του Ικάρου εκεί ψηλά. Α=Αραγε, τι να έλεγαν μεταξύ τους, κάθε που συναντιούνταν, στις παρυφές του ήλιου; Τώρα ήρωες, που αψήφησαν την βαρύτητα και κοίταξαν τον εχθρό στα μάτια.
Ο ιπτάμενος ενσαρκώνει τον Ικαρο, προσωποποιεί το μύθο. Ναι, είναι ο σύγχρονος Ικαρος, τα φτερά δεν έχουν κερί πλέον, μα πριτσίνια. Τέσσερα χρόνια στη σχολή, τιθάσευση του σιδηρού Βουκεφάλα. Μια άρρηκτη σχέση γητείας και σαγήνης. Είναι η ώρα που το αμούστακο αγόρι γίνεται ο δαμαστής του πολεμικού θηρίου. Για τώρα και για πάντα, με ταυτότητα αεροπόρου. Ιπτάμενος, η προσωποποίηση του μαγικού ρεαλισμού.
Μετά τη σχολή, έρχεται η απογείωση, πάντοτε έρχεται η απογείωση μετά.
Αποδέσμευση από τη βαρύτητα, που τα πάντα στρεβλώνει ακόμα και το χρόνο. Ακόμα και το φως. Πέταγμα ψηλά. Μακριά από τη βαρύτητα και τα βαρίδια της.
Πέρα από το χρόνο. Ψηλά, όσο πιο ψηλά τόσο πιο θεϊκά. Τόσο πιο ανθρώπινα. Μια θέαση απελεύθερη από τους γήινους περιορισμούς. Πόση μικρότητα στο δάπεδο της γης! Εκεί πάνω όλα αλλάζουν. Αποκτούν άλλο νόημα. Γιατί οι ιπτάμενοι είναι οι τελευταίοι μάγοι στον απομαγευμένο κόσμο μας. Τον κόσμο της υπέρμετρης λογικής και αναισθησίας. Αυτοί, οι αλχημιστές της ζωής, που διυλίζουν τον κίνδυνο καθημερινά, μεταστοιχειώνοντας αδιάλειπτα τον θάνατο σε δόξα.
Οχι, μην με πας βόλτα προς το Ιόνιο αυτή την εποχή. Ακουσα ότι η θάλασσα αφρίζει και ξερνάει νιότη, ομορφιά και θάλος. Ξερνάει μέταλλο και όπλα. Κουκουλώνει πολεμιστές εφάμιλλους των μύθων, πριν το κάθισμα προλάβει να τους εκτινάξει πίσω στη ζωή…
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News