Παιδεία: Η απόφαση του 1976

Ο Βασίλης Μπεκίρης είναι τ. βουλευτής-τ. υφυπουργός Παιδείας (ΝΔ).

Η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή επιχείρησε μεταρρύθμιση της Παιδείας. Πιστεύω ότι αυτή (1976) είναι η μεγαλύτερη τομή που έγινε τα τελευταία 50 χρόνια. Οχι μόνον διότι πέτυχε βαθιές τομές στην Εκπαίδευση, αλλά ασχολήθηκε με το μεγάλο πρόβλημα της χώρας μας ο ίδιος ο πρωθυπουργός.

Πέραν τούτων, στη μεταρρύθμιση χρησιμοποιήθηκαν μεγάλες προσωπικότητες, οι οποίες μάλιστα δημόσια εξέφρασαν απόψεις και συνεφώνησαν με το τελικό κείμενο. Στην Επιτροπή, που έγραψε πραγματικά ιστορία, μετείχαν ο υπουργός Παιδείας Γ. Ράλλης και υφυπουργοί του, Σ. Ταλιαδούρος και Χ. Καραπιπέρης.

Μετείχαν, επίσης: ο καθηγητής πανεπιστημίου-βουλευτής Επικρατείας Ενώσεως Κέντρου Ευ. Παπανούτσος, ο καθηγητής Φιλοσοφίας Ι. Θεοδωρακόπουλος, ο ακαδημαϊκός Δ. Ζακυνθινός, ο διευθυντής Ανωτάτης Εκπαίδευσης Σ. Παντελίδης, οι πρυτάνεις Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πολυτεχνείου Μητσόπουλος, Αναστασιάδης και Σακελλαρίδης, οι πρόεδροι των Ομοσπονδιών Λειτουργών Μέσης και Δημοτικής Εκπαίδευσης Τρομβούκης και Καλαντζής και ο εκπρόσωπος της ιδιωτικής εκπαίδευσης Α. Δημαράς.

Οι αποφάσεις της Επιτροπής ήσαν: Η 9ετής υποχρεωτική εκπαίδευση, η διδασκαλία της αρχαίας προγονικής κληρονομιάς, το 3ετές Λύκειο, η ίδρυση πρότυπων κλασικών Λυκείων, η καθιέρωση της νεοελληνικής γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες και η έντονη στροφή προς την τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση. Οι αποφάσεις έγιναν νόμος του κράτους.

Στη συνέχεια κατετέθη και το Νομοσχέδιο «Περί Επαγγελματικής Εκπαίδευσης».

Για ιστορικούς και πολιτικούς λόγους αναφέρουμε την εισήγηση του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή: «Το πρόβλημα κατέστη εις τον τόπον μόνιμον και σχεδόν άλυτον. Διότι υπήρξε, ανέκαθεν, αντικείμενον κομματικών ανταγωνισμών και δημαγωγίας. Κάθε κυβέρνησις φιλοδοξεί να κάμη την ιδικήν της εκπαιδευτικήν μεταρρύθμισιν και επανάστασιν. Και η εκάστοτε Αντιπολίτευσις την καταγγέλλει, αναλαμβάνουσα την υποχρέωσιν να ανατρέψη ό,τι έχει κάμει η προηγουμένη κυβέρνησις. Δεν έχομε προκαταλήψεις. Και το απέδειξα εμπράκτως. Πρέπει να δοθή λύσις εθνική και το εκπαιδευτικόν θέμα πρέπει να τεθεί εκτός κομματικών ανταγωνισμών. Αυτός είναι ο λόγος που απεφάσισα να προεδρεύσω ο ίδιος της συζητήσεως αυτής. Και να προχωρήσωμε εις την διατύπωσιν ορι­στικών λύσεων, χωρίς προκαταλήψεις. Γύρω από το εκ­παιδευτικό πρόβλημα έχει δημιουργηθή σύγχυσις. Ολοι ο­μιλούμε περί του ποσοστού εκ του εθνικού εισοδήματος που θα διατεθή διά την Παιδείαν και αγνοούμε τας άλλας πλευράς του προβλήματος.

Το πρόβλημα έχει 4 πλευράς.

Πρώτον, είναι αι πιστώσεις.

Δεύτερον, το έμψυχο υλικό, δηλαδή διδακτικό προσωπικό ικανό και επαρκές.

Τρίτον, είναι το πρόγραμμα. Τι θα διδάξωμε δηλαδή εις τα παιδιά των Ελλήνων.

Και τέταρτον, η γλώσσα που θα χρησιμοποιήσωμε.

Εξ ίσου σοβαρόν είναι το θέμα του σεβασμού των αποφά­σεων της Πολιτείας. Δεν είναι ώρα να κάμωμε αυτήν την συ­ζήτησιν. Είναι γνωστόν όμως ότι το μυστικόν της επιβιώσεως της Δημοκρατίας είναι ο σεβασμός των νόμων. Διότι διαφο­ρετικά δεν είναι δυνατόν να ύπαρξη ούτε Πολιτεία, ούτε Δη­μοκρατία. Ημπορεί ο πολίτης, εάν διαφωνή με ένα νόμον, να επιδίωξη να γίνη πλειοψηφία διά του λαού και να τον μεταβάλη. Δεν ημπορεί όμως, εφ’ όσον ισχύει ο νόμος, να μη τον εφαρμόση. Μία Δημοκρατία δια να προοδεύση και να επιβίωση, έχει ανάγκην σεβασμού των νόμων».