Πάτρα – Φονικό στο Σούλι: Τι έλεγε σε αποκλειστική συνέντευξη στην «Π» ο 40χρονος ιδιοκτήτης του φανοποιείου
Για όλα όσα συνέβησαν το βράδυ της 3ης Φεβρουαρίου του 2020 στο φανοποιείο του στο Νέο Σούλι Πατρών, είχε μιλήσει αποκλειστικά στην «Π», ο ιδιοκτήτης του συνεργείου.
Στις 11/10/2020 εννέα μήνες μετά θανατηφόρα συμπλοκή στο φανοποιείο στο Νέο Σούλι Πατρών, ο ιδιοκτήτης του συνεργείου, που σήμερα κρίθηκε ομόφωνα αθώος από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αιγίου, σε μια κατάθεση ψυχής είχε μιλήσει αποκλειστικά στην εφημερίδα «Πελοπόννησος» και την Μαρία Κ. Παπαγιαννακοπούλου, για το τι προσδοκούσε από τους Δικαστές και για όλα όσα συνέβησαν, εκείνη τη νύχτα που σημάδεψαν τη ψυχή του.
«Μετά από τόσο καιρό, προσπαθώ να σταθώ στα πόδια μου, έχω τραβήξει πολλά, εγώ και η οικογένεια μου. Προσπαθώ να είμαι δυνατός γι’ αυτούς» είναι τα πρώτα του λόγια, ενώ στο ερώτημα τι είναι εκείνο που θα τον «απαλύνει», λέει πως δεν είναι τίποτε άλλο από τη Δικαιοσύνη «Να με κρίνει σωστά, την εμπιστεύομαι και την εμπιστευόμουν. Να μην πάω ούτε σε δίκη. Να απαλλαχθώ. Γιατί εάν πάω σε δίκη, αυτό σημαίνει πως η δικαιοσύνη έχει αμφιβολίες για την αθωότητα μου. Το ένστικτο μου όμως, λέει πως όλα θα πάνε καλά.»
ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ
«Στο σημείο που φτάσαμε δεν το ήθελα σε καμία περίπτωση. Εάν γνώριζα εκείνο το βράδυ ότι θα γίνει ότι έγινε, δεν θα πήγαινα στο μαγαζί μου. θα προτιμούσα να το είχε καταστρέψει, γιατί σκοπός του αυτός ήταν, να το κάψει. Εάν γύριζα λοιπόν, πάλι το χρόνο πίσω, θα προτιμούσα να καταστραφεί το μαγαζί από το να αφαιρέσω μια ζωή. Έχω ζητήσει από το θεό συγχώρεση. Είμαι θρήσκος», εξομολογείται ο 40χρονος στην «ΠτΚ» και συνεχίζει «Λυπάμαι ειλικρινά που χάθηκε μια ανθρώπινη ζωή, όμως δεν είχα πρόθεση να κάνω κακό, εάν δεν ήταν αυτός θα ήμουν εγώ. Εάν σήμερα ζω, είναι θέμα τύχης. Είχα το όπλο, γιατί ήξερα πως αυτός ο άνθρωπος, μετά τις κατά πρόσωπο απειλές και όχι μόνο, για τη ζωή μου και της οικογένειας μου, ήταν ικανός για όλα, όπως και αποδείχθηκε».
ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ
Χωρίς δεύτερη σκέψη, για την τραγική έκβαση των γεγονότων δηλώνει: «Είναι κάτι που σκέφτομαι συνέχεια και δεν θα το ξεχάσω ποτέ, θα με στοιχειώνει σε όλη μου τη ζωή. Είναι μια ουλή που έχω, αυτό δεν πρόκειται να φύγει. Θα ζω με αυτό» και προσθέτει « Το μόνο που με παρηγορεί είναι πως δεν φταίω, δεν ήθελα να κάνω κακό ποτέ» και επαναλαμβάνει πως το όπλο το είχε για να εκφοβίσει το θύμα και όχι για να το σκοτώσει. « Προσπάθησα να τον αποτρέψω. Το σήκωσα να δει πως οπλοφορώ, έριξα στον αέρα για να καταλάβει πως είναι πραγματικό με σκοπό να φύγει από το μαγαζί μου. Με πυροβόλησε και ήταν τυχαίο που δεν με τραυμάτισε, η σφαίρα πέρασε δίπλα στο αυτί μου. Μέσα μου είπα μου έριξε, ευτυχώς θα φύγει».
Όταν πληροφορήθηκε, πως ο τραυματισμός που επέφερε στον 41χρονο, ήταν μοιραίος για τη ζωή του, δεν το πίστευε, «τον είδα να τρέχει φεύγοντας από το σημείο, πως ήταν δυνατόν», αναρωτιέται να συνέβη αυτό. «Έσπασα, αισθάνθηκα ένα κενό μέσα μου. Μου κόπηκαν τα πόδια. Δεν ήξερα εάν είναι αλήθεια ή ψέμα αυτό που ζούσα». Πείστηκε μόνο, όταν του το επιβεβαίωσε η σύζυγος του, που μέχρι και σήμερα βρίσκεται «βράχος» δίπλα του.
Εικόνες και σκέψεις, κατακλύζουν το μυαλό του κατά την παραμονή του, στα κρατητήρια της Ασφάλειας Πατρών .
«Σκεφτόμουν τη γυναίκα, τα παιδιά μου και τους γονείς μου, γιατί δεν ήξερα τι θα συμβεί. Σκεφτόμουν πως ο χρόνος με «κυνηγά». Αυτές οι τέσσερις ημέρες κράτησης μου φάνηκαν τέσσερις αιώνες. Δεν με ενδιέφερε ο εαυτός μου, αλλά τι θα γίνουν οι δικοί μου, για τον αντίκτυπο της αντίδρασης της κοινωνίας στα παιδιά μου. Δεν ήξερα τι έλεγαν για εμένα έξω, όσο ήμουν κρατούμενος. Έλεγα στον εαυτό μου, εάν έφταιξα να πληρώσω, όμως ήξερα πως δεν είμαι κοινός εγκληματίας», περιγράφει ο 40χρονος.
Μάλιστα, σκεπτόμενος το ενδεχόμενο της προφυλάκισης του, εξέφραζε την επιθυμία να μεταχθεί στις φυλακές Αγίου Στεφάνου Πατρών, προκειμένου να είναι κοντά στην οικογένεια του, να μπορεί να την βλέπει. Μαχαίρι στην καρδιά, ήταν το τηλεφώνημα με την ανήλικη κόρη του, όπως λέει «ήταν βασανιστικό. Να ακούς το παιδί σου να κλαίει στην άλλη άκρη του τηλεφώνου».
Τότε την έκδοση της κρίσιμης απόφασης, ένιωσε την ανάγκη να πει ένα δημόσιο «ευχαριστώ στη δικαιοσύνη, στην οικογένεια μου που ήταν δίπλα μου και την κοινωνία γιατί με αγκάλιασε. Δεν μου γύρισε κανένας την πλάτη. Δεν περίμενα αυτή τη συμπαράσταση, ακόμα και από ανθρώπους που μέχρι τότε δεν με ήξεραν».
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News