Πάτρα: Παρουσιάζεται το νέο βιβλίο της Εύας Μαθιουδάκη την Τετάρτη 12 Ιουνίου στο «Πολύεδρο»

Τη μεταφράστρια Στέλλα Βουρδουμπά ζωντανεύει η συγγραφέας μέσα από τις σελίδες της νουβέλας της «Σώμα ερωτικό».

Μια ιδιαίτερη, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία, παθιασμένη με τη ζωή κι ερωτευμένη με τις λέξεις μάς γνωρίζει η Εύα Μαθιουδάκη μέσα από τις σελίδες του νέου της βιβλίου «Σώμα Ερωτικό» (εκδ. Καστανιώτη). Και το κάνει, μπαίνοντας στην ουσία στα μύχια της ηρωίδας της, της μεταφράστριας Στέλλας Βουρδουμπά, ανασυστήνοντας την εποχή και τον κόσμο της, με το άρωμα της λογοτεχνίας να αφήνει έντονο το αποτύπωμά του. Η συγγραφέας, που θα βρίσκεται στην Πάτρα την Τετάρτη 12 Ιουνίου (ώρα 20:00), για να παρουσιάσει τη νουβέλα της στον κήπο του Πολύεδρου, μιλάει στην «Π» για το βιβλίο και τη δική της Στέλλα.

-Πώς γεννήθηκε η ιδέα, ή ανάγκη, ίσως, να γράψετε ένα βιβλίο με ηρωίδα τη μεταφράστρια Στέλλα Βουρδουμπά;

Πρώτος εντόπισε την αναφορά μου στη μεταφράστρια Στέλλα Βουρδουμπά ο εξαιρετικός Θανάσης Νιάρχος σε ένα από τα διηγήματα της συλλογής «Μικρά Πείσματα» που κυκλοφόρησε το 2017 από τις Εκδόσεις Το Ροδακιό και μου μίλησε με μεγάλο θαυμασμό για την δουλειά της. Αργότερα προσπαθώντας να ανακαλέσω στη μνήμη μου την προσωπικότητα της, ανέτρεξα στα οικογενειακά αρχεία, σε σημειώσεις του πατέρα μου Μιχάλη Μαθιουδάκη αλλά και στα βιβλία της.  Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα της νουβέλας… ξαναδιαβάζοντας όσες μεταφράσεις της βρέθηκαν στην βιβλιοθήκη μου και κυρίως την «Κόλαση» του Ανρύ Μπαρμπίς που κυκλοφορεί ακόμη σε μετάφραση της από τις Εκδόσεις Σ.Ι.Ζαχαρόπουλος, συνειδητοποίησα πόσα πολλά μου είχε προσφέρει η γνωριμία της στη διάρκεια των παιδικών μου και εφηβικών μου χρόνων.

Επιλέξατε τη νουβέλα αντί της βιογραφίας. Πείτε μας γι’ αυτή σας την επιλογή καταρχάς και ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση να φωτίσετε τη ζωή αυτής της ιδιαίτερης γυναίκας, μέσα από τον Μιχάλη (ο πατέρας σας), τη Μαρία (δασκάλα, γειτόνισσά της) και την ίδια τη Στέλλα.

Τα στοιχεία που γνωρίζουμε για τη ζωή της Στέλλας Βουρδουμπά δεν ήταν  αρκετά για να στηρίξουν μια βιογραφία. Πάτησα στα ελάχιστα στοιχεία που μου ήταν γνωστά και άφησα τη φαντασία μου ελεύθερη για να μπορέσω να κτίσω το περίγραμμα της ζωής της. Αυτό που με ενδιέφερε περισσότερο ήταν να καταφέρω να μεταφέρω την αύρα της, την προσωπικότητα της μέσα στον χώρο, στα μικρά νοικιασμένα σπίτια και στις βεράντες της Κηφισιάς, γύρω από στοίβες βιβλία, γραφομηχανές και χειρόγραφα. Να μεταφέρω στους αναγνώστες τον κόσμο της μέσα από τα βιβλία που μετέφρασε, μέσα από αυτόν τον συνεχή μόχθο και την πολιτική αβεβαιότητα της εποχής. Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν τιμώντας τη μνήμη της να μην τη θεοποιήσω, να την παρουσιάσω όπως πραγματικά ήταν, όπως είμαστε όλοι μας με τα καλά και τα κακά του χαρακτήρα μας, τις παραξενιές μας.

-«Γιατί σε αυτή την έρμη τη ζωή πρέπει για τα πάντα να υπάρχει μια ταμπέλα; Τόσο απίθανη που είναι η ζωή τι θέλεις να καταλάβεις; Μόνο μέσα από την τέχνη συσχετίζεται το ασυσχέτιστο» λέει η Στέλλα. Πώς διεισδύσατε εντός της, ώστε να γίνετε η φωνή σας και τι σας ιντρίγκαρε στη διαδικασία αυτή;

Σας ευχαριστώ, κυρία Κουνινιώτη, για αυτήν σας την ερώτηση. Η τέχνη και κατεξοχήν η λογοτεχνία βασίζεται στα λόγια των άλλων, στην παγκόσμια γραμματεία. «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας» έγραψε ο Σεφέρης. Η φωνή της Στέλλας είναι η φωνή του ακτήμονα δημιουργού. Ο κόσμος της είναι τα βιβλία των άλλων, τα μεγάλα έργα της κλασικής λογοτεχνίας που μεταφράζει για να φωτίσει τα σκότη. Ετσι τον κέντησα τον χαρακτήρα της, σαν ένα χειρώνακτα της γραφής, έναν άνθρωπο που κανείς πια δεν θυμάται, που δεν άλλαξε την πορεία του κόσμου, που όμως βοήθησε κάποιους νέους της εποχής της που διψούσαν στη μεταπολεμική Ελλάδα για γνώση και μάθηση να διαμορφώσουν τον κόσμο τους, τα όνειρά τους. Ας μην ξεχνάμε ότι τα βιβλία εκείνη την εποχή ήταν δυσεύρετα και πολλές φορές και απαγορευμένα.

-Να σταθούμε και στον τίτλο: «Σώμα ερωτικό». Ενδιαφέρων και διφορούμενος. Θα μας πείτε;

Πρόκειται για τον έρωτα των λέξεων. Η ηρωίδα μου Στέλλα στρογγυλεύει τα φωνήεντα, λειαίνει τα σύμφωνα, δοκιμάζει με τη γλώσσα της τις λέξεις, λέξεις που εννοεί και νιώθει όχι μόνο με τον νου της, αλλά και με το κορμί και ταυτίζεται μαζί τους. Υπερβολή θα πείτε, αλλά για κάποιους από το σινάφι μας ένας τρόπος επιβίωσης και γιατρειάς.

-Και σε συνέχεια των παραπάνω, πού μοιάζει και πού διαφέρει, θα λέγατε, η πάλη με τις λέξεις για τους συγγραφείς, τους μεταφραστές, τους επιμελητές;

Δεν νομίζω ότι υπάρχει ουσιαστική διαφορά. Βέβαια ο συγγραφέας δημιουργεί, αλλά στόχος όλων, ακόμη και του βιβλιοδέτη σε περασμένες εποχές, είναι το αποτέλεσμα. Η δημιουργία ενός βιβλίου από την πρώτη λέξη που γράφει κανείς στο πληκτρολόγιο μέχρι και την κυκλοφορία του δεν θα έπρεπε να διαφέρει ουσιαστικά από τη δημιουργία και προβολή ενός πίνακα σε μια έκθεση ζωγραφικής, ή τη  δημιουργία και εκτέλεση ενός μουσικού έργου σε μια αίθουσα συναυλιών.

-Αντισυμβατική, «βίος και πολιτεία» όπως διαβάζουμε, παθιασμένη με τη δουλειά της, ένθερμη οπαδός της ελευθερίας, σφόδρα ερωτευμένη με –και πληγωμένη βαθιά από- κομμουνιστή. Μια τέτοια προσωπικότητα, σήμερα, πώς θα έβλεπε τα όσα υφίστανται, ακόμα, οι γυναίκες;

Θα ήταν απελπισμένη. Αγαπούσε όμως πολύ τους νέους ανθρώπους και τους στήριζε, και πάντοτε έβρισκε κάτι για να αισιοδοξεί, οπότε να μη σας φανεί παράξενο αν θα τη  βλέπαμε να συμμετέχει σε πορείες κατά της έμφυλης βίας ή να παραδίδει δωρεάν μαθήματα γλώσσας σε κοινωνικά φροντιστήρια.

-«Ακόμα και το πιο δυσνόητο βιβλίο» πρέπει «να μιλήσει μέσα σου και να διατηρήσεις κρυφή επικοινωνία μαζί του χρόνια μετά το διάβασμά του». Υπάρχει/ουν τέτοιο/α βιβλίο/α για εσάς;

Νομίζω ότι υπάρχει για κάθε βιβλιόφιλο ένα βιβλίο που τον καθόρισε. Για μένα ήταν το «Προς τον Φάρο» της Βιρτζίνια Γουλφ. Ολες αυτές οι σκέψεις των ηρώων, η εσωτερική ενδοσκόπηση, η έλλειψη οποιασδήποτε σχεδόν δράσης, η καλά κρυμμένη αλληγορία του, οδήγησαν σε μια ταύτιση, στη διαμόρφωση, αν θέλετε, της σχέσης μου με τη λογοτεχνία.

-Ας υποθέσουμε ότι βρισκόσασταν σήμερα τετ-α-τετ με τη Στέλλα Βουρδουμπά. Τι θα θέλατε να τη ρωτήσετε;

Να την πάρω μια μεγάλη αγκαλιά, να της πω το ευχαριστώ που δεν της είπα ποτέ.