Σεισμός και δεοντολογία δεν συμβαδίζουν

ΟΙ ΣΕΙΣΜΟΛΟΓΟΙ δεν έχουν καταφέρει να προβλέπουν τους σεισμούς. Είναι απορίας άξιο ότι κάποιοι φέρονται σαν να έχουν υποχρέωση να «προγνωσιολογούν» και να συντηρούν μια απολύτως άχρηστη κοινωνική ανησυχία. Αχρηστη, διότι οι πολίτες σε γενικά σεισμογενείς περιοχές ούτως ή άλλως είναι υποψιασμένοι και συντηρούν τις κατασκευές τους (όταν τους επιτρέπει η φορολογία των ακινήτων). Αλλά και βλαπτική, γιατί η αναστάτωση εξάπτει τους ευαίσθητους πολίτες και τους βυθίζει σε μια εξουθενωτική περίσπαση. Χόρευε ο κόσμος σε Βοιωτία, Κορινθία, Αττική, Φωκίδα, Αχαΐα επί ένα τετραήμερο πάνω στο θεωρητικό ερώτημα «αν ο σεισμός ήταν ο κύριος ή ο προσεισμός», ένα ερώτημα που απλά φέρνει ορισμένους ειδικούς στα πρωτοσέλιδα και στις εκπομπές, για να εκφέρουν τετριμμένες γνωματεύσεις με υποθέσεις και χωρίς τεκμηρίωση, η οποία είναι επιστημονικά αδύνατη, όπως όλοι ξέρουμε.

ΟΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ πιθανολογήσεις είναι ένα ατελές αλλά πάντως εξελισσόμενο εργαλείο, με επιστημονικό όμως και όχι με κοινωνικό ενδιαφέρον εφόσον η παροχή τέτοιων πληροφοριών στον πολίτη δεν συνδυάζεται με διαπαιδαγώγηση που μας επιτρέπει να κατανοήσουμε τη σημασία τους. Ακούει ο κόσμος, ας πούμε, ότι κάθε 30 χρόνια γίνεται ένας σημαντικός σεισμός σε μια περιοχή, και ζει με το ημερολόγιο στο χέρι, διότι η εντυπωσιοθηρική διοχέτευση της πληροφορίας δεν προσθέτει τίποτα. Ο υπολογισμός αφορά μέσους όρους που έβγαλε ο υπολογιστής μελετώντας μια αλληλουχία από τον καιρό που υπάρχουν αναφορές σε σεισμούς μέχρι τις μέρες μας. Και τέλος πάντων ένας σεισμός 5 ρίχτερ δεν είναι να τρέχουμε σε αντίσκηνα.

ΟΙ ΣΕΙΣΜΟΙ γίνονται, ξεσηκώνουν επιστημονικό θόρυβο και ξεχνιούνται. Αλλά λίγο παραπάνω σεβασμός στη δεοντολογία δεν κάνει κακό.