ΣΥΡΙΖΑ για Χρήστο Ράμμο: Λειτούργησε πάντοτε ως πραγματικός θεματοφύλακας του Συντάγματος

Τι αναφέρεται σε ανακοίνωση.

ΣΥΡΙΖΑ

«Με το χθεσινό, βαρύνουσας σημασίας άρθρο του, ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, κ. Χρήστος Ράμμος, αποσαφήνισε πλήρως το νομικό πλαίσιο που αφορά στις άρσεις του απορρήτου που γίνονται για λόγους εθνικής ασφάλειας», αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ σε ανακοίνωσή του.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει τα ερωτήματα: Απαλλάσσονται οι εισαγγελικοί λειτουργοί, που αποφασίζουν για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, επικαλούμενοι λόγους εθνικής ασφάλειας, κάθε ευθύνης για τις διατάξεις τους; Είναι εξ ορισμού νόμιμες αυτές; Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημειώνει ως προς αυτά πως «ο κ. Ράμμος απαντά ότι οι διατάξεις πρέπει να ελέγχονται, ότι η ΑΔΑΕ είναι η αρμόδια Αρχή γι’ αυτό και ότι επαρκεί το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο για να το πράξει». Τονίζει δε ο ΣΥΡΙΖΑ ότι «όσο για τους εισαγγελείς που εκδίδουν νομότυπες μεν, πλην όμως όχι νόμιμες κατ’ ουσίαν διατάξεις άρσης του τηλεφωνικού απορρήτου, διευκρινίζει ότι δεν απαλλάσσονται των πειθαρχικών, αστικών και ποινικών ευθυνών τους, κάτι που αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο για την αναζήτησή τους στο μέλλον, όταν θα έχει αποκατασταθεί στη χώρα το κράτος δικαίου».

Ο ΣΥΡΙΖΑ σχολιάζει ότι «ο έλεγχος της νομιμότητας και η αιτιολόγηση αναδεικνύονται σε βασικά ζητήματα ελευθερίας, δημοκρατίας και δικαιοσύνης από τον κ. Ράμμο, τα οποία η κυβερνητική πλειοψηφία προσπέρασε απροκάλυπτα, αρνούμενη την πρόταση των πέντε κομμάτων της Αντιπολίτευσης για κλήση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου κας. Αδειλίνη και του αντιεισαγγελέα κου. Ζήση, μαζί με τη διαβίβαση του πορίσματος για το σκάνδαλο των υποκλοπών».

Κατόπιν των παραπάνω υποστηρίζει ότι «επιβεβαιώνεται για μία ακόμη φορά ότι ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, πέραν της αδιαμφισβήτητης νομικής εμβρίθειας και κατάρτισης, λειτούργησε πάντοτε ως πραγματικός θεματοφύλακας του Συντάγματος, γεγονός που οδήγησε την κυβέρνηση να του αφαιρέσει αρμοδιότητες, αλλάζοντας πραξικοπηματικά τη σύνθεση της ΑΔΑΕ, με τη βοήθεια του κ. Βελόπουλου».

Το άρθρο του Χρήστου Ράμμου

Ο επικεφαλής της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, Χρήστος Ράμμος με εκτενές του άρθρο στο Syntagma Watc αναφέρθηκε στο πρόσφατο πόρισμα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου για τις υποκλοπές. Συγκεκριμένα, αναλύει το ζήτημα που αφορά τη νομιμότητα των διατάξεων άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας, παραθέτοντας τη διαφορά μεταξύ νόμιμου και νομότυπου, σύμφωνα με την άποψή του.

«Οι εισαγγελικές διατάξεις περί άρσεως του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας είναι άμα τη εκδόσει τους άμεσα εκτελεστές. Δεν μπορεί δηλαδή ο πάροχος τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, στον οποίο ανήκει το μέσο για το οποίο έχει διαταχθεί η άρση, να αρνηθεί να εκτελέσει την σχετική διάταξη. Εκεί εξαντλούνται μεν οι έννομες συνέπειες των διατάξεων αυτών από την άποψη της εκτελεστότητας τους, αλλά το γεγονός της συντελεσθείσας άρσης του απορρήτου εις βάρος του θιγέντος πολίτη παραμένει και για το μέλλον ως συνέπεια μιας διάταξης. Κατά συνέπεια μια εισαγγελική διάταξη που έχει εκδοθεί χωρίς να έχουν τηρηθεί οι νόμιμοι όροι ή να έχει ακολουθηθεί η νόμιμη διαδικασία για την έκδοση της (όπως αυτοί/αυτή παρατέθηκαν ανωτέρω) νομοτύπως μεν εκδόθηκε, και καλώς εφαρμόσθηκε, δεν έχει όμως το γενικό τεκμήριο της νομιμότητας. Συγκεκριμένα ο εκδώσας αυτήν εισαγγελικός λειτουργός δεν απαλλάσσεται όμως από το να του ζητηθούν στο μέλλον με βάση καταγγελία ή ένδικο μέσο οποιουδήποτε μπορεί να θεμελιώσει σχετικό έννομο συμφέρον ευθύνες είτε πειθαρχικές, είτε αστικές, είτε ακόμη και ποινικές σε περίπτωση που διαπιστωθεί από την ΑΔΑΕ (ενεργούσα είτε κατόπιν καταγγελίας ή ερωτήματος θιγέντος πολίτη, είτε αυτεπαγγέλτως)ότι δεν τηρήθηκαν η διαδικασία ή κάποιος όρος που απαιτούνται για την έκδοση της επίμαχης διάταξης. Σε μια τέτοια δε περίπτωση δεν θα μπορούσε ο εκδώσας την διάταξη λειτουργός να προβάλλει ένσταση ότι δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να του ζητηθούν ευθύνες, διότι η διάταξη είναι καθόλα νόμιμη και δεν μπορεί να θεμελιωθεί η όποια ευθύνη για νόμιμη πράξη.

Οι πειθαρχικές ευθύνες θα μπορούσαν να αναζητηθούν με βάση πειθαρχική διαδικασία που θα ήγειρε σε μια τέτοια περίπτωση ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Αστική ευθύνη θα ανέκυπτε σε μια τέτοια περίπτωση κατόπιν αγωγής θιγέντος από το μέτρο της άρσης του απορρήτου, που θα ασκούνταν μετά από την γνωστοποίηση σε αυτόν της λήψης του μέτρου, συντρεχουσών των προϋποθέσεων της διατάξεως της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 5002/22. Στην περίπτωση αυτή ο δικαστής της αποζημιώσεως θα έκρινε αν τηρήθηκαν οι όροι και η διαδικασία για την λήψη του μέτρου. Θα μπορούσε δε ο εν λόγω δικαστής να εκδώσει και προδικαστική απόφαση, για να ζητήσει από την ΑΔΑΕ να ελέγξει αν τηρήθηκαν οι όροι και η διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών στην συγκεκριμένη περίπτωση. Τέλος θα μπορούσε οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει την ποινική δίωξη εισαγγελικού λειτουργού εκδώσαντος διάταξη άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του, χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμοι όροι και οι προϋποθέσεις, επικαλούμενος την διάταξη του άρθρου 259 ΠΚ (παράβαση καθήκοντος).

Οι πιο πάνω συνέπειες αφορούν μόνο την προσωπική ευθύνη δικαστικού λειτουργού εκδώσαντος διάταξη άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμοι προς τούτο όροι ή να έχει τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία για την έκδοση της, δεν αποκλείουν δε και την επιπλέον επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων εις βάρος της ΕΥΠ ή της ΔΑΕΕΒ (επί τη βάσει του άρθρου 11 του ν. 3115/2003) σε περίπτωση που θα δυστροπούσαν ή θα εμπόδιζαν την ελέγχουσα συγκεκριμένη άρση απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας ΑΔΑΕ από το να ελέγξει, όπως έχει κατά τα ανωτέρω αρμοδιότητα να πράξει, αν συνέτρεξαν στην περίπτωση αυτή οι νόμιμοι όροι και αν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία για την έκδοση της επίμαχης διάταξης», αναφέρεται στο συμπέρασμα του άρθρου.