Το ακραίο δράμα και η ακραία αντίδραση

Το κύριο άρθρο της «Π»

ΕΙΝΑΙ φυσιολογική- και αρχαία όσο ο κόσμος- η τάση να ασχολείται η κοινωνία με μεγάλη ένταση με την υπόθεση μιας μητέρας, που ελέγχεται για παιδοκτονία, με ενδεχόμενο να πρόκειται για πράξεις κατά συρροή. Θα λέγαμε ότι η ενασχόληση είναι και επιβεβλημένη σε μια κοινωνία με συναίσθηση και αξιακό σύστημα.

ΦΤΑΣΑΜΕ όμως, στο άλλο άκρο, γιατί η πανσπερμία ενημερωτικών διαύλων και μέσων δημόσιας έκφρασης ανωνύμων και επωνύμων, ανευθύνων και υπευθύνων- αλλά και υπευθύνων που φέρονται ανεύθυνα και τυχοδιωκτικά- συνέβαλε στην παραγωγή τεράστιου υλικού, το οποίο επαύξησε την κοινωνική βουλιμία. Η τελευταία μετατράπηκε σε απαίτηση για συνεχή ενημέρωση ή και «ενημέρωση».

ΟΣΟΙ αναγνώστες ψέγουν τον Τύπο, ότι υπέκυψε στην τάση αυτή δεν πρέπει να παραβλέπουν, ότι αν ο Τύπος δεν ικανοποιήσει τη ζήτηση, απλά απογοητεύει το μαζικό κοινό, ο οποίος καταφεύγει σε άλλες πηγές.

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για μια εκδοχή φαύλου κύκλου. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι μιλάμε για τρία νεκρά παιδιά. Αυτό δεν μπορεί να το ξεπεράσει κανείς, χάριν μιας «ορθότητας» αμφιλεγόμενης.

ΟΥΤΕ ΕΠΙΣΗΣ πρέπει να παραβλέπουμε, ότι ο Τύπος είναι που ανέδειξε την εγκληματική εκδοχή. Πριν συμβεί αυτό, το επίσημο σύστημα είχε αλληθωρίσει ή -περιέργως- εφησυχάσει. Οταν τα θεσμικά όργανα κάνουν τη δουλειά τους, η παθογένεια ελέγχεται.

ΚΑΚΑ τα ψέματα, πάντως. Η εποχή μας παράγει πραγματικότητες, που δυσκολεύουν την καθημερινότητα του πολίτη. Εύλογο είναι, να είναι διαθέσιμος για ταξίδι σε άλλες σφαίρες. Και αυτό είναι επίσης, αρχαίο όσο ο κόσμος.

ΟΜΩΣ, είναι αναγκαίος ένας αυτοέλεγχος, γιατί το κοινό εκπαιδεύεται σε «ενημερωτικές» πρακτικές, που υπονομεύουν το ίδιο το ενημερωτικό σύστημα.