Τα αγάλματα κάτι έχουν να πουν

Η αρχισυντάκτρια της «Π» Μαρίνα Ριζογιάννη γράφει για τα αγάλματα και την προσοχή που δεν τους δείχνουμε.

Από τη δικαστική αίθουσα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης δεν ξέφυγε το άγαλμα της Μαρίας Κάλλας. Σχετικοί και άσχετοι με τον χώρο της γλυπτικής, έσπευσαν να τοποθετηθούν. Σε σημείο που να προβληματίζεται κανείς. Πού κρύβονταν όλη αυτή η ευαισθησία για τα αγάλματα;

Η καθημερινή εικόνα που καταγράφουμε δείχνει ότι τα γλυπτά και γενικότερα τα έργα τέχνης, αποτελούν αντικείμενο βανδαλισμού και ξεσπάσματος κάθε βάρβαρου ενστίκτου που μπορεί να κρύβει κάποιος μέσα του. Κι αυτό συμβαίνει με την ανοχή των αρμοδίων που σπάνια κι αφού υπάρξουν επικριτικά δημοσιεύματα, αποφασίζουν να ασχοληθούν με όλο αυτό τον πλούτο που στέκει εκεί για να μας θυμίζει και να ζωντανεύει την ιστορία μας.

Συνήθως εγκαταλείπονται και πολλές φορές πνίγονται από τα αγριόχορτα, κρυμμένα στο σκοτάδι καθώς μένουν αφώτιστα και φυσικά με έντονα τα σημάδια του βανδαλισμού.

Αλλά αλήθεια πόσοι τα προσέχουν όλα αυτά;

Μάλλον ελάχιστοι. Διότι ελάχιστοι είναι και αυτοί που γνωρίζουν την ύπαρξή τους. Δίπλα τους περνούν χιλιάδες. Οι περισσότεροι μπορούν να τα αντιμετωπίζουν και ως εμπόδια στο πέρασμά τους. Μηχανικά στρίβουν για να μην σκοντάψουν και δεν στρέφουν καν το βλέμμα τους πάνω τους.

Η τοποθέτηση ενός έργου τέχνης σε δημόσιο χώρο δεν γίνεται τυχαία. Αντίθετα το πώς και το που μελετάτε ενδελεχώς ώστε αυτό να επιτελέσει τον σκοπό του. Κι αυτός δεν είναι άλλος από την μετατροπή του σε ένα ζωντανό οργανισμό και τη συνομιλία του με την κοινωνία. Αν δεν υπάρξει αυτή η αλληλεπίδραση το έργο μάλλον δεν έχει λόγο ύπαρξης.

Αν κανείς εστιάσει τη ματιά του στο βλέμμα των αγαλμάτων θα διακρίνει την προσμονή και την ανυπομονησία γι’ αυτή τη συνομιλία για την ιστορία που κουβαλάει. Για όλα αυτά που ξυπνάει στο μυαλό του ανθρώπου που στέκει και το περιεργάζεται. Για όλα αυτά που λέει χωρίς να αρθρώνει λέξη.

Ενα άγαλμα δεν αποτελεί μόνο μέσο απόδοσης τιμής στον εικονιζόμενο αλλά είναι ένα ανοικτό βιβλίο για την κοινωνία. Οσοι έχουν την υπομονή και τη διάθεση να το διαβάσουν σίγουρα βγαίνουν κερδισμένοι.

Το θετικό που βγήκε απ΄ όλη αυτή τη συζήτηση που προκλήθηκε γύρω από το άγαλμα της Μαρίας Κάλλας και της δημιουργού του Αφροδίτης Λίτη, είναι ότι η κοινωνία ασχολήθηκε μαζί του. Αυτοί που δεν το γνώριζαν το έμαθαν, και οι αδαείς περί της γλυπτικής προκλήθηκαν να μπουν στον κόπο και να ασχοληθούν με τη συγκεκριμένη τέχνη. Γενικότερα υπήρξε προβληματισμός με τις όποιες ακραίες τοποθετήσεις και επισημάνσεις.

Το άγαλμα ζωντάνεψε, προκάλεσε ψίθυρο, απασχόλησε έκανε πολλούς να το προσέξουν και να μην το προσπεράσουν ως ένα εμπόδιο στον δρόμο τους.