Αμέρικαν μπαρ

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Ετσι και ακούγατε ότι στην παρέα σας ένας φίλος έκανε ένα χοντροκομμένο αστείο για τη σύντροφο ενός άλλου φίλου κι ο άλλος φίλος τραβούσε μια ξανάστροφη του φίλου που είπε το αστείο, τι θα λέγατε;

1. Κρίμα που δεν ήμουν εκεί και το έχασα
2. Και λίγα της είπε της παλιοσουρλουλούς.
3. Ντροπής πράγματα ρε παιδιά. Είναι αστεία αυτά, ρε Μανώλη; Και είναι αντίδραση αυτή ρε Μήτσο;
4. Ντροπής πράγματα ρε παιδιά (κλπ, κλπ). Εχει κανείς φωτογραφίες, βίντεο; Για δείχτο. Για ξαναδείχτο. Για ξαναδείχτο.
5. Είδες τι έκανε ο Μήτσος; Εσύ θα με υπερασπιζόσουν έτσι ή θα γελούσες σα χάχας όπως κάνεις πάντα;
6. Καλά του έκανε του σάχλα.
7. Eπιτέλους ένας άντρας.
8. Δεν πα να πνιγούνε και οι δυο τους, καημένε;

Θέλουμε να πιστεύουμε ότι η απάντησή σας θα ήταν η Νο 3, άντε και η 8, αλλά σας κόβουμε να φλερτάρετε και με τις άλλες. Σε κάθε περίπτωση, θα ήταν ένα συμβάν που σήκωνε πολλή σκόνη στους κόλπους μιας παρέας. Αλλά επειδή το σινάφι καθενός μας είναι ταπεινούλικο, η αντάρα θα έμενε εκεί. Όταν η ξανάστροφη πέσει όμως σε συνθήκη απονομής βραβείων Οσκαρ, πάνω από τα κόκκινα χαλιά και τα βαμμένα πράσινα μαλλιά, ανάμεσα στα φορέματα που μοιάζουν πυρκαγιά της Καλιφόρνια, τότε το περιστατικό λαμβάνει εκκωφαντική διάσταση. Ποια Ουκρανία; Ποιο θρίλερ παιδιών της Πάτρας; Ποια δίκη Φιλιππίδη;

Δεν ξενιζόμαστε. Ισχύει ο γνωστός κανόνας της δημοσιότητας: Οσο πιο γνωστά τα πρόσωπα, όσο πιο προβεβλημένη η περίσταση, τόσο μεγαλύτερη η αίσθηση που προκαλείται από μια διασάλευση. Αλλά ισχύει και το ανάποδο: Οσο μεγαλύτερη η εγγύτητα των προσώπων, τόσο εντονότερες οι εντυπώσεις. Ανεβαίνει ψηλά η μαιμού και φαίνεται ο πισινός της. Λες, παιδιά, είδα τον πισινό της μεγάλης σταρ. Κατεβαίνει χαμηλά η μαιμού και γίνεται ανωνυμίδου; Λες, παιδιά, είδα τον πισινό της γειτόνισσας. Ουάου. Ο μηχανισμός της ταύτισης είναι δύο ταχυτήτων.

Χαστούκι μεταξύ σταρ, λοιπόν. Και τι μας κόφτει; Εμείς το εξετάζουμε από τη σκοπιά της ελευθερίας που σου δίνει η ισχύς. Είμαι ο Γουίλ Σμιθ, είμαι διάσημος, πλούσιος, διαπραγματεύομαι εαυτόν επιβάλλοντας όρους, μπορώ να καταστρατηγώ κανόνες και πρωτόκολλα και να ξεπλένω τις αποκοτιές μου με ένα δάκρυ σε έναν μελοδραματικό μονόλογο που ξεχειλίζει από μεγαλαυτία, ανεβαίνω, χαστουκίζω, κατεβαίνω.

Πες την αλήθεια. Τον ζηλεύεις. Προσβλήθηκε, φορτίστηκε, ξεσπάθωσε όπως τούρθε και όπως γούσταρε. Εσύ, στη ζωή σου όλη, ούτε σε ένα φανάρι δεν έχεις πλακωθεί, ούτε έναν ανόητο δεν έχεις κλωτσήσει, πάντα αναλογίζεσαι τη συνέπεια, την αισθητική, το επίπεδο, την εικόνα, αλλά όχι πως δεν ονειρεύεσαι πως εκεί που σε προσβάλλουν , χυμάς, και χρρααπ, πάρ’ τους κάτω. Αλλά δεν το κάνεις.

Πες την αλήθεια. Σε ενθουσιάζει αυτή η κατάλυση της ιερών κανονισμών της βραδιάς. Μπαίνουμε με τα φράκα μας, ποζάρουμε, ακκιζόμαστε, παίρνουμε θέσεις, σκοτάδι, ο κωμικός θα πει τα αστεία, χα, χα, χα του κωμικού, θα τιμηθεί ένας πεθαμένος, κλαψ κλαψ κλαψ του πεθαμένου, συγκινούμαστε μπικόουζ χι γουόζ σόου γκρέιτ, μετά πέφτουν οι υποψηφιότητες, βγαίνουν οι φάκελοι, δε γουίνερ ιζ, όρθιοι όλοι,λογύδριο, άι ντετικέιτ του μάι φάδερ, θενκ γιου ακάντεμι (επιτέλους, σωστά αγγλικά: καντέμι, η δυστυχία, ακάντεμι, η ευτυχία), και κάπου εκεί πετάγεται ένας τύπος και χώνει την ξανάστροφη και μένει η Νικόλ Κίντμαν σαν να της πέρασαν κρεμάστρα στα σαγόνια. Αμέρικαν μπαρ. Ντροπής πράγματα, σύμφωνοι, αλλά και λίγη ανθρωπίλα μια στο τόσο κακό δεν κάνει. Μια σταλιά από αντικορέκτ για να μη σε πνίξει το παπιγιόν, λίγη λάσπη στο παπούτσι, μια σταγόνα αίμα στο κόκκινο χαλί. Χρααπ,λοιπόν. Και η βραδιά ζωντανεύει. Και μετά ρέουν τα ποτάμια του σχολιασμού, του διχασμού, των υμνητών της ανδρικής τιμής, των εισαγγελέων που αφρίζουν με την αυτοδικία. Αναψαν τα αίματα. Η βραδιά κλιμακώνεται όπως στα σαλούν με έναν καυγά όπου όλοι δέρνουν όλους, και επιτέλους οι φωτογράφοι σταματούν να φωτογραφίζουν πόζες των σταρ μήπως πετύχουν ένα ξύσιμο μύτης ή ένα χασμουρητό, και πιάνουν κι αυτοί να δέρνονται ενώ παίζει ο πιανίστας και χορεύουν τα κορίτσια δείχνοντας την καλτσοδέτα τους.