Σπουδή στον Κώστα Τριπολίτη…

Του Γιώργου Νικολάου

Ο κόσμος κοιμάται. Ναρκωμένος από τον βομβαρδισμό της τηλεπερσόνας, φοβισμένος από τα δελτία κρουσμάτων, διασωληνωμένων και νεκρών, ανήσυχος για τη φτώχεια που του χτυπά την πόρτα, κουρνιάζει στο κρεβάτι του, έχει κουκουλωθεί σε μια κατάσταση συλλογικής αφασίας. Δεν μιλάει κανείς…
Σκασμός οι ρήτορες, πολύ μιλήσαμε…
Το «λαϊκό κίνημα» σε κατατονία, καθημαγμένο και ευνουχισμένο, ακούει μόνο τη φωνή του και τα μηνύματα αυταρέσκειας και τα «εμπρός ξεκινάτε να βγούμε στους δρόμους», που κινητοποιούν τους ίδιους και τους ίδιους κουρασμένους και σιτεμένους επαναστάτες, οι οποίοι ντρέπονται να μην είναι παρόντες και ντρέπονται διπλά γιατί συμμετέχουν σ’ αυτή τη σκιά των εξεγέρσεων της νιότης.
Τι να το κάνεις; Έγραψε η τσούλα η ιστορία ότι ξοφλήσαμε…
κι οι εξεγέρσεις μας είναι εν γένει εκτός του κλίματος
Η παρθενιά μας δεν επανορθώνεται πλέον με ράμματα, γιατί η ζημιά είναι μεγάλη από τους αλλεπάλληλους βιασμούς. Βιασμούς των ιδεών μας, βιασμούς της ελπίδας μας και της αξιοπρέπειάς μας. Βιασμούς της κοινής, απλής λογικής μας.
Εμείς αδέρφια την ζήσαμε την επανάστασή μας.
Αμφισβητήσαμε πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια…
Σπάσαμε τα μούτρα μας και μας τα σπάσανε, αλλά το φχαριστηθήκαμε…
Τώρα τις εμμονές μας περισυλλέγουνε τα σκουπιδιάρικα

Αυτά τα παιδιά όμως, τα παιδιά μας, οι φοιτητές μας
Τα μικρά, ομοιόμορφα ανθρωπάκια του Γαΐτη…
Ερωτευμένα με τα πλήκτρα, με τη ζωή τους καλωδιωμένη, κι ο έρωτάς τους ένα avatar σε πορνό…
Συμβιβασμένα; Παραδομένα; Κουκουλωμένα κάτω από το πάπλωμα του βολέματος
Σε τι κόσμο ζούμε; Ποιον κόσμο θέλουμε ν’ αλλάξουμε; Ποιος θα τον αλλάξει;
Άλλαξαν λέει τ’ ανεμολόγια και οι ορίζοντες…

Στέκομαι ενάμιση μέτρο πίσω από τον γείτονά μου, φορώ τη μάσκα μου κανονικά. Δεν με γνώρισε, δεν τον γνώρισα και περιμένω να μου κάνει νόημα ο πωλητής, να αγοράσω ένα παντελόνι που δεν ξέρω πού στην ευχή θα το φορέσω…
Κινούμαι σαν ζόμπι, μία γλυκιά, πηχτή αποχαύνωση μου έχει φράξει το στόμα και δεν μπορώ να ουρλιάξω: φτάνει πια… ως εδώ!
Υπάρχει ζωή εκεί έξω και θέλω να την ζήσω. Να πιάσω από το χέρι τους φοιτητές μου, αυτές τις απροσδιόριστες φιγούρες που τους μιλώ, μήνες τώρα, μόνο πίσω από το γυαλί, να βγω έξω και να μυρίσουμε μαζί τον κόσμο…
Να δω αν κυλάει αίμα στις φλέβες τους κι ας είμαστε το παρατράγουδο στα ωραία άσματα του life style.

Υπομειδιούν στην τηλεόραση οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τα πλυντήρια των εγκεφάλων μας. «Γιατί να δεις;», «Γιατί να μυρίσεις;» «Γιατί να ακούσεις;», «Γιατί να αγγίξεις και να αισθανθείς;». Είμαστε εμείς εδώ γι’ αυτή τη δουλειά…
Πάει ο κόσμος σου… δεν υπάρχει πια… φέραμε πίσω τον παλιό…
Κι ο σάπιος κόσμος εκεί που σάπιζε ξανατονώθηκε…
στο εξής θα παίζουμε σ’ αυτό το θίασο μόνο ως φαντάσματα…

Πηγή έμπνευσης το ποίημα «Ανεμολόγιο» του Κώστα Τριπολίτη (με πλάγια γράμματα στίχοι από το ποίημα)