Μπάμπης ο μέγας

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Με έβρισε κι αυτή, την έπνιξα κι εγώ. Δεν έπρεπε να το είχα κάνει. Κρίμα που οι συγνώμες δεν είναι αρκετές. Αλλά επειδή πράγματι οι συγνώμες δεν βοηθούν, είπα να κάνω κάτι πιο χρήσιμο. Σκηνοθέτησα ληστεία, προκειμένου να φανεί ότι το έγκλημα το είχε κάνει άλλος.

Δεν το έκανα για να γλιτώσω τη φυλακή, αλίμονο, τι είμαι, κανένα ανθρωπάκι; Για το μωρό μας το έκανα. Τουλάχιστον να του μείνει ο ένας από τους δύο γονείς ζωντανός και ελεύθερος, να μεγαλώσει φυσιολογικά, με τη φροντίδα του δολοφόνου της μητέρας του. Αλλά για να κάνω τη σκηνοθεσία πιστευτή, έπρεπε να πνίξω το αγαπημένο σκυλάκι της συζύγου μου. Δεν ήταν κάτι που θα ήθελα εγώ, δεν είμαι δα και εγκληματίας.

Οι ληστές τα κάνουν αυτά, που πρόκειται περί εγκληματικών προσωπικοτήτων και δεν χαρίζουν κάστανο. Εύλογο θα ήταν οι ληστές να σκοτώσουν το σκυλί, για να μη χαλάσει τον κόσμο, αλλά και επειδή θα τους είχε καταγράψει με την οσμή του. Εμένα δεν με σκότωσα βέβαια.

Με άφησα ζωντανό, αν και θα μπορούσα η μαρτυρία μου να οδηγήσει στους δράστες. Κανονικά θα έπρεπε να με σκοτώσω, κάτι που θα έκανε εντελώς πειστική την εκδοχή του εγκλήματος. Αλλά το παιδί; Ποιος θα μεγάλωνε μετά το παιδί; Ο Μόγλης είχε μεγαλώσει
μόνος του, αλλά είχε και μια αρκούδα να τον διαβάζει στα μαθηματικά.

Κάπως έτσι εξελίχθηκε η 7ωρη, αν υπολογίσαμε καλά, απολογία του συζυγοκτόνου των Γλυκών Νερών, ο οποίος μας αποκάλυψε μια καταπληκτική φυσιογνωμία, που ασφαλώς βάζει γυαλιά στον ταλαντούχο κύριο Ρίπλεϊ της Χάισμιθ: Ο διαβόητος Μπάμπης δείχνει να είναι η επιτομή του προβληματικού ψυχισμού, ένας άνθρωπος που κρύβεται από την ευθύνη με ελιγμούς και σπασίματα μέσης που θα ζήλευε ο Νουρέγιεφ.

Παρακολουθήσαμε μια από τις πιο ακραίες εκδοχές κουτοπονηρίας και ανανδρίας όλων των εποχών: Έναν άνθρωπο που παραδέχεται το έγκλημά του, γιατί μόνο αυτή η ομολογία μπορεί να τον βοηθήσει, αλλά σε όλα τα υπόλοιπα, ένοχος είναι το θύμα. Υστερική, νευρωτική, κυκλοθυμική, επιθετική, επικίνδυνη, εκρηκτική, έκανε τον βίο αβίωτο του ανθρώπου. Οσοι έδωσαν βάση στις περιγραφές του, και ασφαλώς πολλοί είναι εκείνοι που έχουν την προδιάθεση να δώσουν βάση, ίσως και να σχημάτισαν την απορία πώς δεν την είχε πνίξει
μήνες πριν την Καρολάιν ο μέγας αυτός ήρωας, κάτι που ασφαλώς καθένας θα μπορούσε να είχε κάνει στη θέση του, απλά ίσως να είχαμε αποφύγει τον απαγχονισμό του σκύλου, γιατί έχουμε τις ευαισθησίες μας.

Η απολογία του μεγάλου Μπάμπη ήταν μια ψιλοβελονιά. Πόντο πόντο έκτισε την εικόνα ενός μάρτυρα και μιας τυράννου, περιγράφοντας τη σκηνή του εγκλήματος με Χιτσκοκική μαεστρία μέσω της οποίας ο θεατής τείνει να θεωρήσει τον θανάσιμο πνιγμό ως φυσικό επακόλουθο μιας ηλεκτροπληξίας που επέβαλε τον φόνο σαν μοναδικό όπλο ανάσχεσης του ηλεκτρικού φορτίου. Το θύμα ήταν άοπλο, κύριε πρόεδρε και κύριοι ένορκοι, αλλά το όπλο ήταν το μόνο που του έλλειπε. Ποιος, αν ήταν στη θέση του ταλαίφρονος αυτού ανθρώπου, θα είχε αντιδράσει διαφορετικά; Και ο Ρόμποκοπ ακόμα θα λύγιζε, κύριε πρόεδρε και κύριοι δικαστές.

Βλέπεις, το δικαστικό μας σύστημα πάσχει, και ο Μπάμπης θα φάει ισόβια στο κεφάλι. Αλλά επειδή το κοινωνικό μας σύστημα έχει άλλη συνείδηση, ο φιλομπαμπισμός θα ενεργοποιηθεί, και θα αφήσει πόρτες ανοιχτές και γι’ άλλους Μπάμπηδες και άλλες
Καρολάιν, αν όχι με συζυγοκτονίες και κρεμάσματα κατοικιδίων, αλλά με τις αναπόφευκτες, ανθρώπινες αντιδράσεις που προκαλούν οι εντάσεις, τις οποίες αντιμετωπίζουμε με συγκατάβαση. Δεν μπορεί. Κάτι θα του έκανε.