Γιώργος Μαραζιώτης: Δίνοντας φωνή στον εργατικό λόγο της πόλης

Γιώργος Μαραζιώτης: Δίνοντας φωνή στον εργατικό λόγο της πόλης
Τell me ο τίτλος του ερευνητικού του έργου, το οποίο επιχορηγήθηκε από το ΥΠΠΟΑ και προσπαθεί να ανιχνεύσει ιστορικά και να μεταμορφώσει εικαστικά, τη δυναμική των αρχιτεκτονημάτων και των συλλογικών κοινωνικών λειτουργιών που διαμορφώνουν το τώρα της Πάτρας, εστιάζοντας στον εργατικό λόγο της πόλης από το 1960 έως σήμερα. Ο πατρινός εικαστικός Γιώργος Μαραζιώτης μας μιλά από το Βέλγιο, όπου ζει, για το εξαιρετικά ενδιαφέρον πρότζεκτ του.

Πώς και πότε εμπνευστήκατε την ιδέα για το ερευνητικό έργο Tell me;
Σκέφτομαι και δουλεύω το Tell Me από τις αρχές του 2019. Μάλιστα πρέπει να σας πω πως αρχικά ήταν να γίνει στην πόλη της Ελευσίνας μια και είχα προσκληθεί, τον χειμώνα του 2019, από την τότε επιμελήτρια σύγχρονης τέχνης της Ελευσίνας 2021 να προτείνω ένα νέο καλλιτεχνικό-συμμετοχικό έργο. Αφού γύρισα στο Βέλγιο και ολοκλήρωσα την πρότασή μου, προτού τη στείλω στην Ελευσίνα, συνειδητοποίησα πως το Tell Me θα ήταν ιδανικό να γίνει στην Πάτρα λόγω της κλίμακας της πόλης αλλά και διότι εδώ και αρκετά χρόνια με απασχολεί ο μεταβιομηχανικός της χαρακτήρας.

Tell me θα πει Πες μου, στα Ελληνικά. Τι προσδοκάτε να ακούσετε και τι θα ακούσουμε μέσα από τον τίτλο που επιλέξατε; Και σε ποιον δίνετε φωνή;
Η όλη μου μελέτη εστιάζει στον εργατικό λόγο της πόλης, από το 1960 μέχρι σήμερα. Εχω σαν σκοπό να αναδείξω τη δυναμική του λόγου και να προτείνω την έννοια της προφορικής ιστορίας (των εργαζομένων) ως μέσο μεταβιομηχανικής σχηματοποίησης (design). Δίνω φωνή, λοιπόν, σε έναν αριθμό υπαλλήλων διαφόρων βιομηχανιών, βιοτεχνιών και εμπορικών δομών που μετείχαν ή μετέχουν ακόμα στον παραγωγικό χαρακτήρα της πόλης.

Πώς έχετε δρομολογήσει την υλοποίηση του έργου; Ποια τα βήματα;
Πρωταρχικό στάδιο της έρευνας είναι η τοπογραφική μελέτη της πόλης –
με άξονα το σώμα- σε συνεργασία με έξι αρχιτέκτονες, τους Δημήτρη Θεοδωρόπουλο, Στέργιο Καλούδη, Αλίκη Κοντέλα, Σοφία Παναγιωτοπούλου, Νικηφόρο Ζήρο και Ελένη Χατζή Νέστωρος. Ο Δημήτρης έχει υπάρξει καθηγητής στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών ενώ οι υπόλοιποι είναι τελειόφοιτοι σπουδαστές της ίδιας σχολής και κανένας τους δεν κατάγεται από την Πάτρα (κάτι που βοηθά την όλη μελέτη). Υστερα, σε συνεργασία με τη μουσειολόγο Γεωργία Μανωλοπούλου, επιλέγουμε τις μονάδες που έχουν μεταβιομηχανικό χαρακτήρα. Το επόμενο -και πιο σημαντικό βήμα- είναι η πραγματοποίηση των συναντήσεων με τους υπαλλήλους των επιλεγμένων μονάδων.

Με τι κριτήρια έγινε η επιλογή των μονάδων αυτών;
Κύριο κριτήριο είναι η ίδια η κλίμακα της πόλης, προσπαθήσαμε δηλαδή να καλύψουμε γειτονιές από τη Μέσα Αγυιά μέχρι τις αρχές του Νοτίου Πάρκου, από τον μόλο της Αγίου Νικολάου έως και την πλατεία Παντοκράτορα, από την πλατεία Υψηλών Αλωνίων μέχρι και το νοσοκομείο «Αγιος Ανδρέας» (περνώντας από τα Προσφυγικά) και σημεία στις παρυφές των Συνόρων. Δεύτερο κριτήριο επιλογής είναι η δυνατότητα εύρεσης των ανθρώπων που δρούσαν ή δρουν ακόμα στις επιλεγμένες μονάδες. Εφόσον η έρευνα εστιάζει στις δεκαετίες μετά το 1960, έχουμε το ηλικιακό όριο ως παράγοντα. Για παράδειγμα, υπάρχει δυσκολία στο να βρω εργάτες της Ζυθοποιίας ΜΑΜΟΣ μια και οι περισσότεροι δούλευαν από πολύ παλιά εκεί και «πήραν σύνταξη με το κλείσιμο του εργοστασίου» όπως μου εκμυστηρεύτηκε ο κ. Παναγής Μάμος. Τέλος, η μετα-χρήση κάποιων παλιών κτιρίων ή η σύγχρονη δράση μονάδων που ξεκίνησαν ακόμα και πριν το 1960 καθόρισαν την επιλογή μας. Επιθυμούμε να φανεί ο τρόπος που η ίδια η πόλη μεταχειρίζεται την ιστορία της, αλλά και το πώς αλλάζει δραστικά ο ιστός της, πώς σχηματοποιείται ο σύγχρονος χαρακτήρας της.

Υπάρχει, όμως, και το πολύ ενδιαφέρον κομμάτι της αφήγησης. Πώς θα προχωρήσετε με αυτό;
Από τα μέσα Φεβρουαρίου έως και τα μέσα Μαρτίου σχεδιάζω να συνομιλήσω με συγκεκριμένους υπαλλήλους που εργάζονταν (ή ακόμα εργάζονται) στις επιλεγμένες μονάδες. Τους καλώ να περπατήσουμε στους χώρους δράσης τους, και να μου αφηγηθούν τις προσωπικές τους ιστορίες. Δεν τους θέτω ερωτήσεις μια και δεν πρόκειται για συνεντεύξεις, αλλά για απλές συνομιλίες. Ο περίπατος αποτελεί ισχυρό στοιχείο μια και έτσι θεωρώ πως το σώμα αποκτά χώρο και χρόνο, σκέπτεται και θυμάται -η φόρμα αυτή που χρησιμοποιώ έχει τις ρίζες της στον ρόλο του παιδαγωγού στην Αρχαία Ελλάδα, όπου μέσω περιπατητικών διαλόγων μεταδιδόταν η γνώση.

Κι εδώ, υπάρχει κριτήριο για την επιλογή των «φωνών»;
Δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο κριτήριο είναι η αλήθεια. Σε ό,τι αφορά τις μονάδες που δεν είναι πια ενεργές, προσπαθώ να βρω υπαλλήλους μέσω φορέων της πόλης, μέσω πολιτών, μέσω ακόμα και συγγενικών μου δεσμών. Για τις μονάδες που είναι ενεργές, επικοινωνώ με τους υπευθύνους και τους ζητώ τα στοιχεία κάποιου ή κάποιας που είτε εργάζεται ακόμα ή μπορεί να έχει συνταξιοδοτηθεί πρόσφατα. Πρέπει να σημειώσω πως εφόσον προσπαθώ να τονίσω τη δυναμική του λόγου, σε οποιοδήποτε μέσο δημοσιευθεί η μελέτη μου, δεν θα αναφέρονται τα ονόματα των συνομιλητών μου αλλά μόνο τα αρχικά τους. Δεν εστιάζω τόσο στο ίδιο το πρόσωπο όσο στην εκάστοτε ιστορία του/της.

Ποιος ο στόχος μετά τη συγκέντρωση του υλικού;
Αφού πραγματοποιηθούν οι περιπατητικοί διάλογοι, θα προχωρήσω στην καταγραφή των αφηγήσεων. Μετά την ολοκλήρωση της καταγραφής, και για να «δοκιμαστεί» η έρευνα σε ένα μεγαλύτερο κοινό, θα δημοσιευθούν οι ιστορίες -έντυπα και ηλεκτρονικά- μέσω της εφημερίδας σας. Παράλληλα θα σχεδιάζεται ο φάκελος ο οποίος και θα περιέχει τους διαλόγους μου με τους αρχιτέκτονες, τις αφηγήσεις των εργατών και εργατριών, ένα θεωρητικό κείμενο της Γεωργίας Μανωλοπούλου πάνω στη σύγχρονη σχέση των μονάδων με την πόλη, αποσπάσματα κειμένων πάνω στην οικονομία και το μεταβιομηχανικό design του ιστορικού τέχνης Σωτήριου Μπαχτσετζή αλλά και την πρότασή μου για τη μελλοντική χρήση της έρευνας. Ολόκληρο το υλικό θα τυπωθεί σε περιορισμένα αντίτυπα σε μορφή artist’s book και θα κατατεθεί αρχικά στο υπουργείο Πολιτισμού & Αθλητισμού -αφού η όλη μελέτη γίνεται με την επιχορήγηση του υπουργείου- και ύστερα σε φορείς της πόλης. Επίσης, θα υπάρχει διαθέσιμο online έτσι ώστε να είναι προσβάσιμο από οποιονδήποτε ή οποιαδήποτε επιθυμεί να το μελετήσει.

Δε λείπει, όμως, και το εικαστικό κομμάτι -πώς θα ήταν άλλωστε δυνατό;
Φυσικά! Δεν θα μπορούσε να λείπει. Απώτερος στόχος μου είναι μέρος των καταγεγραμμένων ατομικών ιστοριών, να μεταφραστούν σε μεγάλα γλυπτικά έργα τα οποία και θα διανθίσουν τον αστικό ιστό της Πάτρας για ένα μικρό χρονικό διάστημα, στο τέλος του 2021. Πιο συγκεκριμένα, φράσεις ή διαλογικά μέρη του λόγου της εργατικής τάξης θα μετατραπούν σε φωτεινές εγκαταστάσεις -χρησιμοποιώντας neon, LED και διάφορα μέταλλα- οι οποίες θα διαμορφωθούν σε συγκεκριμένα σημεία της πόλης. Ετσι ο προφορικός λόγος αποκτά υλική υπόσταση, ενώ το προσωπικό μετατρέπεται σε συλλογικό και το ιδιωτικό σε δημόσιο. Ηδη με τους συνεργάτες-αρχιτέκτονες δουλεύουμε τα σημεία τα οποία και θα προτείνουμε ως θέσεις για τα έργα. Φανταστείτε, λοιπόν, αν πραγματοποιηθεί αυτή η φάση του έργου, πόσο ενδυναμώνονται οι έννοιες του λόγου, της γλώσσας, της ιστορικής μνήμης, αλλά και του σύγχρονου design. Η Πάτρα θα μετατραπεί -για λίγο- σε ένα άτυπο υπαίθριο μουσείο σύγχρονης γλυπτικής και τα έργα θα προσκαλούν το κοινό να (ξανα)γνωρίσει μέρος της ιστορίας της πόλης αλλά και να σκεφτεί τη σχηματοποίηση του μέλλοντός της.