Το Αναγκαίο Καλό της Εξ αποστάσεως Εκπαίδευσης

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΒΕΡΥΚΙΟΥ *

Το 1984, ο Αμερικανός ψυχολόγος, ειδικός σε θέματα εκπαίδευσης, Μπέντζαμιν Μπλουμ (Benjamin Bloom, 1913-1999), δημοσίευσε μία πολύ σημαντική μελέτη στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Educational Researcher, με τίτλο «Το πρόβλημα των 2 Σίγμα».
Στη μελέτη αυτή, ο Μπλουμ ανέλυε τον σημαντικό βαθμό υπεροχής στις μαθησιακές επιδόσεις εκείνων των φοιτητών οι οποίοι έκαναν ιδιαίτερα μαθήματα με τον καθηγητή τους, σε σχέση με άλλους φοιτητές οι οποίοι εκπαιδεύονταν από τον ίδιο μεν καθηγητή, αλλά σε ομάδες των τριάντα ατόμων. Για τους ειδήμονες, τα «2 Σίγμα» αφορούσαν την αυξημένη κατά δύο τυπικές αποκλίσεις μέση επίδοση των φοιτητών που παρακολουθούσαν ιδιαίτερα μαθήματα σε σχέση με την επίδοση των άλλων φοιτητών.
Παρότι ο Μπλουμ με αυτό το άρθρο ανέδειξε τη δεδομένη στιγμή την υπεροχή της εξατομικευμένης μάθησης έναντι της διδασκαλίας μέσω διάλεξης σε ένα αμφιθέατρο, επισημαίνοντας την ανάγκη να υπάρξουν ριζικές αλλαγές στην κλασσική μέθοδο διδασκαλίας που να ικανοποιούν τις νέες ανάγκες των φοιτητών αλλά και της εποχής, τα Πανεπιστήμια τον αγνόησαν.
Μέχρι πρότινος, και αναφορικά με την έρευνα του Μπλουμ, η κατάσταση στα πανεπιστήμια διεθνώς, είχε δύο όψεις: Είτε αμφιθέατρα ασφυκτικά γεμάτα από φοιτητές που ενδιαφέρονταν πραγματικά για το επιστημονικό αντικείμενο που παρουσίαζε ο διδάσκων είτε γιατί ο διδάσκων ήταν διεθνούς φήμης ή είχε μεγάλη μεταδοτικότητα (ποιος φοιτητής θα απουσίαζε από τις διαλέξεις ενός βραβευμένου καθηγητή;), είτε αμφιθέατρα αδειανά (ή σχεδόν αδειανά), ζωντανή απόδειξη ότι η παρακολούθηση σαν τρόπος μάθησης φαινόταν να χάνει, για διάφορους λόγους, την αίγλη της, κάνοντας προφανή την ανάγκη για μία στρατηγική αλλαγή στον τρόπο διδασκαλίας.
Σε αυτό το σημείο θα λέγαμε ότι άρχισε να διαφαίνεται και η αναγκαιότητα της εμπλοκής της τεχνολογίας στον χώρο της εκπαίδευσης.
Η τεχνολογία, ιδίως τα τελευταία χρόνια, προχωρά με τεράστια και πρωτόγνωρα βήματα που μέσα σε μια νύχτα καθιστούν απαρχαιωμένους ολόκληρους τομείς και τάσεις στη βιομηχανία, στην οικονομία, στην ιατρική αλλά και στην εκπαίδευση. Ενώ όμως για παράδειγμα, η οικονομία εναγκαλίζει άμεσα τα επιτεύγματα της τεχνολογίας, η εκπαίδευση, η οποία αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες του κοινωνικού κράτους, σφύριζε όλα αυτά τα χρόνια αδιάφορα περιμένοντας μία μη αναστρέψιμη κατάσταση, όπως αυτή της πανδημίας, να την εξαναγκάσει να συμβαδίσει με τη νέα ψηφιακή εποχή.
Βέβαια, για να αναφερθώ πιο συγκεκριμένα στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση, μερικά φωτεινά πνεύματα, αντιλαμβανόμενα έγκαιρα την ανάγκη για εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης μέσω της τεχνολογίας, είχαν ήδη δημιουργήσει τάσεις προς αυτή την κατεύθυνση, είτε προσφέροντας το υλικό των μαθημάτων τους διαδικτυακά και υλοποιώντας ανοικτά διαδικτυακά μαθήματα (ή και Moocs άλλες φορές), είτε επενδύοντας στην ανάπτυξη του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου που εξυπηρετούσε ακριβώς το σκοπό αυτό. Η πλειοψηφία όμως των εκπαιδευτικών δεν δέχτηκε τη δεδομένη χρονική στιγμή την πρόκληση της ψηφιακής εποχής, δεν χρησιμοποίησε αποτελεσματικά τις κρατικές επιχορηγήσεις, δεν αξιοποίησε και δεν εξερεύνησε όλες τις δυνατότητες των προσφερόμενων ψηφιακών εφαρμογών. Αποβιβάστηκε από το τρένο χάνοντας την ευκαιρία να οργανωθεί έγκαιρα, αναφορικά με την εξ αποστάσεως σύγχρονη και ασύγχρονη εκπαίδευση.
Τα απόνερα και οι επιπτώσεις των επιλογών και των αντιλήψεων αυτών είχαν αρχίσει να εμφανίζονται πολύ πριν το ξέσπασμα της τελευταίας πανδημίας βέβαια. Νοικοκυριά, εν μέσω οικονομικής κρίσης, στήριζαν οικονομικά φοιτητές δαπανώντας ένα μεγάλο μέρος του οικογενειακού προϋπολογισμού, ενώ από την άλλη αδειανές αίθουσες διδασκαλίας, μεθοδολογίες μάθησης που δεν ανταποκρίνονταν στις εξατομικευμένες ανάγκες της νέας γενιάς των φοιτητών, εργαστήρια που δεν μπορούσαν να εξοπλιστούν και να εκσυγχρονιστούν, προγράμματα σπουδών που δεν ακολουθούσαν τις σύγχρονες τάσεις και επιταγές της επιστήμης, αποτελούσαν σύνηθες φαινόμενο, και όχι δυστυχώς την εξαίρεση, στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η πανδημία σαν από μηχανής θεός ήρθε να αναδείξει την ανάγκη τα εκπαιδευτικά ιδρύματα να αξιοποιήσουν τα νέα εκπαιδευτικά ψηφιακά εργαλεία και να συμπορευτούν με τις σύγχρονες τάσεις της τεχνολογίας.
Σήμερα, με τις αυξημένες εκπαιδευτικές ανάγκες για εξ αποστάσεως εκπαίδευση που δημιούργησε η πανδημία, οι δυνατότητες και οι αντοχές των απροετοίμαστων ανώτατων ιδρυμάτων δοκιμάζονται. Η τεχνολογία έγινε ξαφνικά κάτι θεμελιώδες και απολύτως αναγκαίο για όσους υπηρετούν και συμμετέχουν στον χώρο της εκπαίδευσης, για τους εκπαιδευτές και για τους εκπαιδευομένους μαζί.
Η πανδημία ήρθε να βάλει τη σφραγίδα της επικυρώνοντας την ανάγκη του Πανεπιστημίου να «μεγαλώσει» όχι μόνο προς τον συμβατικό του ρόλο αλλά και προς την κατεύθυνση προσφοράς νέων μορφών εκπαίδευσης διαδικτυακού τύπου.
Είναι βέβαια αναμφισβήτητο ότι κάποια προγράμματα σπουδών από τη φύση τους δεν δύναται να προσφερθούν εξ ολοκλήρου διαδικτυακά, ενώ από την άλλη κάποια διαδικτυακά μαθήματα μπορούν, σαν τις παχιές αγελάδες, να προσφέρουν σε ορισμένα Πανεπιστήμια την πολυπόθητη βιωσιμότητα και ανάπτυξη σε καιρούς περίεργους που η αυτοσυγκράτηση πρέπει να περισσεύει. Στον χώρο της εκπαίδευσης, το τρένο του εκσυγχρονισμού και της τεχνολογίας μάς καλεί ακόμα και τώρα να επιβιβαστούμε, για να εξακολουθήσουμε να μαθαίνουμε, να κοινωνικοποιούμαστε και να εργαζόμαστε, διασώζοντάς μας από τον αόρατο θανατηφόρο ιό. Πιστεύω ότι είναι η κατάλληλη ώρα να το χρησιμοποιήσουμε για τη σωτηρία της εκπαίδευσης, πριν χρειαστεί να αναμετρηθούμε ξανά με κάποιον καινούργιο αόρατο εχθρό που θα μας καταδυναστεύσει σαν δασκάλους και ακαδημαϊκούς στο μέλλον.

* Ο Βασίλης Βερύκιος είναι καθηγητής στη Σχολή Θετικών Επιστημών και Τεχνολογίας του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου και διευθυντής του Εργαστηρίου Αναλυτικής και Ανωνυμοποίησης Μεγάλων Δεδομένων.