Μίνως Ευσταθιάδης: «Με αυτό το βιβλίο ήθελα να γράψω κάτι διαφορετικό: Να ζεις»
Μπορεί τα «Σχέδια του Χάους» (εκδ. Ικαρος) να ξεκινούν με έναν φόνο, αστυνομικό μυθιστόρημα, ωστόσο, δεν το λες, αφού ήδη με το προηγούμενο βιβλίο του, το «Κβάντι», ο δημιουργός του, έχει επιλέξει να οδεύει σε δρόμους πολύ πιο περίπλοκους και δαιδαλώδεις -επουδενί χαώδεις- από αυτούς του βίαιου θανάτου και της εξιχνίασής του.
Προτιμά, μάλλον, να εξιχνιάζει το μυαλό και τον ψυχισμό των ηρώων του, για να φωτίζει τις επιλογές και τις πράξεις τους, θίγοντας, παράλληλα, κοινωνικά ζητήματα, και κάνοντας αναφορές σε λογοτεχνία και κινηματογράφο (οι μεγάλες αγάπες δεν κρύβονται). Ο Μίνως Ευσταθιάδης, ο οποίος με κάθε του βιβλίο εντυπωσιάζει, μιλάει στην «Π», πριν την παρουσίαση του νέου του, την Τρίτη 22 Νοεμβρίου και ώρα 20.30 στο Πίξελbooks.
Πώς αποφασίσατε να βάλετε το… χάος στο χαρτί;
Δεν πρόκειται για συνειδητή απόφαση. Αρχισα να γράφω μια ιστορία που, όπως γίνεται συνήθως, σιγά-σιγά με παρέσυρε στο εσωτερικό της. Πέρασα από τέσσερις πόλεις και δύο δεκαετίες. Εμεινα (ευτυχώς για λίγο) σε μια φυλακή κι ένα μοναστήρι. Διέσχισα σύνορα και θάλασσες, πριν εμφανιστεί μια άγνωστη, αλλά κατά κάποιον τρόπο αρμονική εικόνα. Ισως να ήταν μία από τις μορφές του χάους. Εξάλλου η ζωή ολόκληρη δεν εκτυλίσσεται μέσα του; Πολλές φορές, μου φαίνεται πως κάθε προσπάθεια να τη βάλουμε σε τάξη είναι σχεδόν αστεία. Σαν να κάνουμε τρύπες στο νερό.
Σε αυτό σας το μυθιστόρημα (ξανα) συναντάμε τον ντετέκτιβ σας Κρις Πάπας, τότε, ωστόσο, που τον έλεγαν ακόμα Χρήστο Παπαδητρακόπουλο, ήταν έφηβος και ζούσε στο Αίγιο και, αργότερα, στο Αμβούργο. Γιατί θελήσατε να μας τον γνωρίσετε εκείνη την εποχή;
Νομίζω πως δεν μπορούμε να γνωρίσουμε πραγματικά κάποιον, αν δεν μάθουμε το παρελθόν του. Το ίδιο ισχύει βέβαια και για τόπους, κοινωνίες, ακόμα και για ιδέες. Μόνο το παρελθόν μπορεί να αιτιολογήσει το παρόν, και πιθανόν να σχηματίσει κάποιες αραιές, διακεκομμένες γραμμές που οδηγούν στο μέλλον. Βέβαια, κατά βάθος, τον αγαπάω τον Κρις Πάπας και ήθελα να δω κι εγώ από πού έρχεται.
Ολα αρχίζουν στο Αίγιο, όπου ένας ξένος, ο Γάλλος Μεσιέ, έρχεται να ανατρέψει τον μικρόκοσμο της επαρχιακής πόλης, μαγεύοντας, σταδιακά, τους κατοίκους της. Πώς προέκυψε αυτός ο «ταξιδιώτης που προτιμούσε να ζωγραφίζει, να αμφισβητεί και να ερωτεύεται»;
Πάντα με ενδιαφέρει η συνθήκη του «ξένου». Του ανθρώπου που δεν έχει ενταχθεί κάπου, είτε γιατί δεν το θέλει, είτε γιατί δεν μπορεί. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η ζωγραφική, η αμφισβήτηση και ο έρωτας είναι απλά καθρεφτίσματα δύο διαστάσεων. Συνήθως εκεί επιστρέφω: Στην ελευθερία και στην ομορφιά. Τουλάχιστον, όπως τις βλέπω εγώ.
Η αλληλοθυσία μητέρας και γιου, αντί για το καλό οδηγεί στην κόλαση. Γιατί εστιάσατε στην έννοια της θυσίας;
Κρύβει ένα σκοτεινό μυστήριο η έννοια της θυσίας. Από την αρχαιότητα ως σήμερα, αναρωτιόμαστε τόσες φορές πάνω στο ίδιο θέμα. Γιατί πρέπει να θυσιαστεί η Ιφιγένεια για να φυσήξει ούριος άνεμος; Δεν θα έπρεπε να συμβαίνει το εντελώς αντίθετο;
Η εργαλειοποίηση της θυσίας είναι εύκολη. Πολύ συχνά όμως γυρίζει μπούμερανγκ. Ακούς κάποιον να φωνάζει με περηφάνια: Πόσες θυσίες έκανα εγώ για το παιδί μου!
Κι όταν τελικά γνωρίζεις το παιδί, εύχεσαι μόνο ένα πράγμα. Να μην είχε κάνει καμία θυσία.
Κι εδώ, όπως και στο «Κβάντι» σας, ο φόνος γίνεται με μαχαίρι -κουζινομάχαιρο εν προκειμένω. Εχετε προτίμηση, να υποθέσω, στο συγκεκριμένο φονικό όπλο;
Είναι αλήθεια ότι με μαγνητίζουν τα μαχαίρια -παρότι τα φοβάμαι. Βρίσκονται πολύ κοντά στην εσωτερική τελετουργία μια δολοφονίας, όπως άλλωστε και ο στραγγαλισμός. Υπάρχει βέβαια κάτι πρωτόγονο σε όλα αυτά. Μα κι ο θάνατος πρωτόγονος δεν είναι;
Στο βιβλίο σας, ρόλο κρατούν λογοτεχνία και κινηματογράφος. Η δε τρίτη ενότητά του, «Να ζεις», αναφέρεται στην ταινία «Ikiru» του Κουροσάβα. Είναι αυτο-προστακτική κι ίσως μια έμμεση προτροπή γενικότερα;
Το βιβλίο θα μπορούσε να λέγεται «Ikiru», αφού από εκεί ξεκινούν και καταλήγουν όλα. Δεν ήταν όμως ευγενικό να κλέψω τον τίτλο του Ακίρα Κουροσάβα. Ηθελα να αποφύγω κάθε τσακωμό μαζί του γιατί πολύ τον αγαπάω.
Αυτή η προτροπή -ίσως μάλιστα να πρόκειται και για ευχή- διατρέχει ολόκληρη την ιστορία του βιβλίου. Είναι αυτό που τελικά προσπαθούν οι ήρωες να ψιθυρίσουν μεταξύ τους. Πως είναι ώρα να ζήσουν.
«Αντίθετα με ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι, το χάος όχι μόνο μπορεί, αλλά και πρέπει να απεικονίζεται. Στο κάτω κάτω έτσι αποκαλύπτεται ο πραγματικός τόπος και χώρος μας» διαβάζουμε. Η διαπίστωση αυτή προέκυψε από κάποια δική σας συνάντηση με το χάος;
Ναι, κατά κάποιον τρόπο έχω συναντηθεί μαζί του. Μάλλον όλοι έχουμε -και σίγουρα θα ξανασυναντηθούμε.
Σε ένα βιβλίο του Ντάγκλας Ανταμς, πιάνουν τον ήρωα και τον αναγκάζουν να υποβληθεί στο χειρότερο βασανιστήριο ολόκληρου του σύμπαντος. Ενας ανίκητος φρουρός τον κλείνει μέσα σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο, που γρήγορα αποδεικνύεται πως είναι κάτι σαν αστεροσκοπείο. Οταν τελικά αφήνουν τον ήρωα να βγει έξω, δεν δείχνει και τόσο ταλαιπωρημένος ή φοβισμένος.
«Λοιπόν;» τον ρωτάει με περιέργεια ο φύλακας.
«Ε.. εντάξει», απαντάει αυτός.
«Τι εντάξει; Κανείς μέχρι τώρα δεν έχει πει εντάξει! Δεν αναγκάστηκες εκεί μέσα να αντιμετωπίσεις το χάος;».
«Ναι».
«Πρέπει λοιπόν να είδες πόσο μικρός, αδύνατος και ασήμαντος είσαι εσύ ο ίδιος».
«Το είδα κι αυτό».
«Και λοιπόν;»
«Αυτό εννοώ. Δεν ήταν και τόσο χάλια».
Σήμερα, μας περιβάλλει χάος, το οποίο, κατά πώς φαίνεται, επιδεινώνεται. Σκέψεις/προβληματισμοί σας;
Αποφεύγω κάθε ωραιοποίηση του παρελθόντος. Κατά πάσα πιθανότητα ζούμε σε μια εποχή που όλο και περισσότεροι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να ξεφύγουν από τον στενό τους κύκλο και να ζήσουν καλύτερα. Από την άλλη, όλα δείχνουν πως προχωράμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα στην καταστροφή του πλανήτη. Πάντα αγκαλιά με το παλιό παραμύθι «εμείς είμαστε οι βασιλιάδες». Ε, δεν είμαστε.
«Ο φόβος καταστρέφει τη δύναμη» δηλώνει ο φυλακισμένος ήρωάς σας. Υπάρχει φόβος που σας δημιουργεί μια αίσθηση αδυναμίας;
Ο φόβος είναι από τη φύση του ικανός να κάνει ένα θαυμάσιο, διπλό κόλπο. Από τη μία, σου κόβει τα γόνατα και ύστερα δεν κουνιέσαι ούτε βήμα. Από την άλλη, μπορεί να ενεργοποιήσει δυνάμεις που δεν υποψιάζεσαι καν πως έχεις.
Προσωπικά, προσπαθώ να μην ζω φοβισμένος. Γιατί είναι κι αυτή μια ύπουλη αρρώστια των καιρών μας. Πόσο συχνά ακούγεται πια η φράση: Φοβάμαι πως…
Κατά κάποιον τρόπο, αυτό ήθελα να κάνω με το βιβλίο μου. Να γράψω κάτι διαφορετικό: Να ζεις.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News