Η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια χρόνου σε διένεξη
Του Δημήτρη Μάρδα, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών ΣΥΡΙΖΑ
Αν οι όποιες διαπραγματεύσεις, ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, δεν είναι συμβατές με τους στρατηγικούς στόχους της γείτονος Τουρκίας, όπως αυτοί διατυπώνονται και στο ιδεολόγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας», τότε έχει τρεις επιλογές. Είτε δεν θα καταλήξει σε συμφωνία, είτε θα αναγκαστεί να καταλήξει, αλλά θα παραβιάσει όρους της, είτε θα επιδιώξει να μεταθέσει τη συζήτηση στο μέλλον, ασκώντας πιέσεις, που πηγάζουν από τη στρατιωτική της ισχύ.
Η μετάθεση αυτή λειτουργεί υπέρ της ιδίας. Το δόγμα της αντικατοπτρίζεται στην επιστολή του αντιπροσώπου της Τουρκίας Φ. Σινιρλιόγλου στον ΟΗΕ (2019), σύμφωνα με την οποία αμφισβητεί την ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου.
Οι διεκδικήσεις αποκτούν σάρκα και οστά μετά την εισβολή στην Κύπρο και καταγράφουν τρεις «κορυφές», έκτοτε. Η πρώτη με την έξοδο του ωκεανογραφικού πλοίου «Χόρα» στο Αιγαίο (1976) και το περιβόητο… «βυθίσατε το Χόρα» του Α. Παπανδρέου. Η δεύτερη (1987) με την έξοδο του «Σισμίκ» και η τρίτη με την κρίση στα Ιμια (1996). Επιστέγασμα όλων, οι φραστικές προκλήσεις και απειλές εκ μέρους του προέδρου της, πολιτικών και στρατιωτικών, πριν τον τελευταίο σεισμό.
Με αφορμή την κρίση στα Ιμια υπογράφηκε από τους Σημίτη-Ντεμιρέλ η «Συμφωνία της Μαδρίτης» (1997), τους όρους της οποίας παραβίαζε συστηματικά ως πρόσφατα. Σκοπός της συμφωνίας ήταν «η μείωση της έντασης στο Αιγαίο, και η απομάκρυνση του κινδύνου σύρραξης, ο σεβασμός της κυριαρχίας κάθε χώρας, των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών, η διευθέτηση των διαφορών τους με ειρηνικά μέσα και χωρίς χρήση βίας ή απειλή βίας».
Ομοιες εκφράσεις, με λιγότερο όμως αυστηρές δεσμεύσεις, που εισάγουν το ενδεχόμενο μη συμφωνίας, ιδίως στο σκέλος οποιασδήποτε διαφοράς, χρησιμοποιούνται και στη «Διακήρυξη των Αθηνών» (2023), έχοντας δύο στόχους:
Την ενίσχυση της θετικής ατζέντας των δύο χωρών και την προσπάθεια επίλυσης, μέσω διαβουλεύσεων, οποιασδήποτε διαφοράς προκύψει μεταξύ τους.
Η οξύτητα των ελληνοτουρκικών διαφορών έπαιξε τον δικό της ρόλο. Ετσι, στις Συνόδους Κορυφής Λουξεμβούργου (1997) και Ελσίνκι (1999), η Τουρκία κέρδισε τον τίτλο του επιλέξιμου (όχι υποψήφιου) κράτους προς ένταξη στην ΕΕ. Οι κινήσεις της Τουρκίας και η διαρκής αθέτηση συμφωνηθέντων, με ταυτόχρονη αύξηση προκλήσεων, επιβεβαιώνουν το εμφανές: Οχι μόνο δεν αποκλίνει από τους στόχους της «Γαλάζιας Πατρίδας», αλλά δεν βιάζεται, γιατί θεωρεί ότι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ της ιδίας.
Τι πρέπει να κάνει; Η βήμα-βήμα προσέγγιση Ελλάδας-Τουρκίας και το ροκάνισμα του χρόνου που επιδιώκει η δεύτερη μέσω της μετάθεσης επίλυσης των διαφορών μας οδηγούν λοιπόν στην ενδυνάμωσή της. Αν δεν αλλάξουμε πορεία πλεύσης, είτε θα γίνουμε πιο ενδοτικοί απέναντί της, είτε οδηγηθούμε σε πολεμική ρήξη. Για το δεύτερο σενάριο ετοιμάζεται εδώ και δεκαετίες η Τουρκία.
Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηριχθεί ότι αυτό είναι πιο ζωντανό, αν όχι αναπόφευκτο, λόγω των οξύτατων προκλήσεων και του ψυχολογικού πολέμου που βιώσαμε πρόσφατα.
Η προσφιλής πολιτική των μεταθέσεων των προβλημάτων της εξωτερικής μας πολιτικής, δεν οδηγεί απαραίτητα στην ωρίμανση του όποιου προβλήματος, άλλα στη σήψη με επακόλουθο ήττες. Οπότε, στον στρατηγικό στόχο της Τουρκίας περί «Γαλάζιας Πατρίδας», ο μόνος αντίποδας να αποφευχθούν τα δύο σενάρια, είναι η πρόταξη ανάλογης δικής μας ατζέντας επιχειρημάτων και αιτημάτων, η οποία θα βασίζεται στο κοινοτικό (περί του εύρους των χωρικών υδάτων) και διεθνές δίκαιο. Αυτό οδηγεί σε ισορροπία τις εν δυνάμει διαπραγματεύσεις.
Στην περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, άσκηση πιέσεων εκ μέρους της ΕΕ, που μπορεί να είναι αποτελεσματικές, έχοντας υπόψη τη μεγάλη εξάρτηση της τουρκικής Οικονομίας από την ευρωπαϊκή αγορά.
Ολα αυτά εξελίσσονται στο πλαίσιο ενός σημαντικού περιορισμού: Στην παράμετρο του χρόνου, η οποία δεν μας δίνει πλέον πολλά περιθώρια.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News