Χρήστος Αρμάντο Γκέζος: «Χωρίς να υπερβάλλω, το γράψιμο μου άλλαξε τη ζωή»
Την Τετάρτη στο βιβλιοπωλείο Πίξελbooks θα έχουμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε καλύτερα τον ίδιο και το νέο του μυθιστόρημα, που έχει αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές. Εμείς να πούμε, μόνο, ότι πρόκειται για μια σπάνια αναγνωστική εμπειρία.
Είναι από τις περιπτώσεις που αρχίζεις να διαβάζεις ένα βιβλίο και, αφού το «ρουφάς» και σε «ρουφάει», συνειδητοποιείς ότι έχεις ξεχάσει τον χρόνο και τον χώρο, αλλά έχεις γευτεί τη γνήσια απόλαυση της ανάγνωσης. Την πληρότητα. Ο λόγος για το νέο μυθιστόρημα του Χρήστου Αρμάντο Γκέζου «Χάθηκε βελόνι» (εκδ. Μεταίχμιο), το οποίο έχει κατακτήσει κριτικούς και κοινό. Ο ίδιος λέει ότι δε θα είναι υπερβολή αν πει ότι το γράψιμο του άλλαξε τη ζωή. Εμείς, χωρίς υπερβολές, θα πούμε ότι ο Γκέζος είναι μάγος της γραφής. Την Τετάρτη 10 Νοεμβρίου έρχεται στην Πάτρα για την παρουσίαση του βιβλίου του στο Πίξελbooks, ώρα 7.30 μ.μ., και σήμερα μιλάει στην «ΠτΚ».
Πότε πρωτογράψατε και με ποια αφορμή;
Εγραψα πρώτη φορά γύρω στα 19 μου, όταν είχα πια έρθει Αθήνα για τις σπουδές μου στο ΕΜΠ και άρχισα να ανακαλύπτω τα πραγματικά μου ενδιαφέροντα και να έχω τις ευκαιρίες που μου έλειπαν στην επαρχία. Η σχολή μου δεν μπορούσε εξ αντικειμένου να μου δώσει τις απαντήσεις που τότε ήθελα κι έτσι στράφηκα στη λογοτεχνία, το σινεμά, την τέχνη γενικότερα.
Εμφανιστήκατε στα ελληνικά γράμματα με ποίηση, ακολούθησε η πεζογραφία, ενώ έχετε γράψει κι ένα παιδικό βιβλίο. Τι «μιλάει» μέσα σας εντονότερα;
Το καθένα κάνει μέσα μου άλλη δουλειά. Το ποίημα φτάνει πιο βαθιά, αλλά με έναν πιο αφηρημένο συναισθηματικά τρόπο. Το μυθιστόρημα έχει μεγαλύτερη ευρύτητα και μπορεί να απλωθεί σε περισσότερες πτυχές του ψυχισμού, χωρίς να σε απομονώνει τόσο από την πραγματικότητα.
Το Κρατικό Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα το 2013, στα 25 σας, πώς λειτούργησε για τη συνέχεια;
Επαιξε σίγουρα πολύ μεγάλο ρόλο. Ειδικά στη δική μου την περίπτωση, θα έλεγα πως το συγκεκριμένο βραβείο νομίζω ότι επιτέλεσε και πλήρως τον ρόλο του, αφού μέχρι τότε ήμουν παντελώς άγνωστος και δεν ήξερα και κανέναν στον χώρο. Το βραβείο έκανε κάποιους σημαντικούς ανθρώπους του χώρου να ασχοληθούν μαζί μου, που δεν θα το έκαναν διαφορετικά, ενώ στη συνέχεια διευκόλυνε και την έκδοση του πρώτου μου μυθιστορήματος («Η Λάσπη», εκδόσεις Μελάνι, 2014). Οφείλω εδώ να μνημονεύσω τον προσφάτως εκλιπόντα Κώστα Γ. Παπαγεωργίου: Ηταν από τους πρώτους που διάβασαν τα ποιήματά μου αφότου κυκλοφόρησαν, και χωρίς να το(ν) ξέρω με μεγάλη ειλικρίνεια και προθυμία βοήθησε στο να φτάσουν στα κατάλληλα χέρια. Θα τον ευχαριστώ για πάντα.
«Χάθηκε βελόνι» το νέο σας βιβλίο. Από ποια ανάγκη σας προέκυψε και γιατί επιλέξατε τον στίχο ενός παιδικού τραγουδιού ως τίτλο;
Ηθελα να μιλήσω για κάποια πράγματα με έναν πιο απλό και ευθύ τρόπο από ό,τι στα παλιότερα βιβλία μου, για αυτό και ενέταξα στην αφήγησή μου και ένα κεφάλαιο με λαϊκή γλώσσα (το γλωσσικό ιδίωμα της Χιμάρας). Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα ότι πολλές από τις εμπειρίες μου που με είχαν καθορίσει αφορούσαν και πολύ ακόμα κόσμο. Οσο μεγαλώνεις κατανοείς όλο και πιο καθαρά, εμπεδώνεις ότι δεν είσαι μια μεμονωμένη νησίδα στον χωροχρόνο, αλλά ένας κόμπος στο απέραντο υφαντό του κόσμου. Ο τίτλος τώρα είναι από ένα παιδικό τραγούδι-νανούρισμα που άκουγα μικρός και φέρει αρκετούς από τους συμβολισμούς που με ενδιέφεραν στο μυθιστόρημα, ενώ αναφέρεται και ευθέως στον χαμένο αδερφό του Αλέξανδρου, που είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό η αφηγηματική ραχοκοκαλιά του βιβλίου.
Οι ήρωές σας άλλα ονειρεύονταν και αλλού τους πήγε… Ποιος αλήθεια;
Ενας συνδυασμός των περιορισμών που θέτει η πραγματικότητα και των δικών τους ιδεοληψιών.
Τριτοπρόσωπο το ξετύλιγμα της ζωής του άτυχου Βασίλη, στο ιδίωμα της Χιμάρας ο σπαρακτικός μονόλογος της μάνας, ποιητική, χειμαρρώδης η αφήγηση του Αλέξανδρου. Πείτε μας για την πρόκληση αυτού του συνδυασμού των στυλ.
Ηταν η μεγαλύτερη πρόκληση που συνάντησα γράφοντας το μυθιστόρημα. Η ιστορία του βιβλίου είναι αυτή που είναι, αλλά θα μπορούσα να την είχα αφηγηθεί με αρκετούς άλλους τρόπους. Το συγκεκριμένο στήσιμο που επέλεξα έχει να κάνει τόσο με τη δική μου προσωπικότητα όσο και με τις μεγάλες διαφορές στις ζωές και τις εποχές των προσώπων της οικογένειας. Αν έγραφα την κάθε ιστορία ως ένα ξεχωριστό βιβλίο (θα μπορούσε να γίνει και το είχα σκεφτεί), θα υπήρχαν πολλές διαφορές. Τώρα όμως γράφοντας το κάθε μέρος έπρεπε να λαμβάνω υπόψη και τα υπόλοιπα -και να κάνω φυσικά και τις αντίστοιχες θυσίες.
Η απουσία ιστορίας της Αμερικής αντιλαμβάνεται ο Αλέξανδρος ότι τη διαφοροποιεί από την Ευρώπη. Η σημασία, για εσάς, του παρελθόντος για το χτίσιμο του μέλλοντος;
Θεμελιώδης. Το παρελθόν δεν λειτουργεί μοιρολατρικά ή καταδικαστικά, διαμορφώνει όμως σε σημαντικό βαθμό τις πιθανότητες για μια δεδομένη πορεία ζωής, και λόγω αντικειμενικών συνθηκών αλλά και λόγω ιδεολογικών/ψυχολογικών. Είναι όλα ένα συνεχές.
«Η ενασχόλησή του με το γράψιμο ήταν ίσως ό,τι χειρότερο του συνέβη ποτέ […] Το γράψιμο, αυτή η ανάδευση και το κλώσιμο πόνου, είχε σταθεί η καλύτερη αφορμή που του είχε εμφανιστεί προκειμένου να μη ζει». Κατά πόσο σας «φωτογραφίζουν» αυτές οι φράσεις;
Τολμηρή ερώτηση. Εχουν σίγουρα υπάρξει στιγμές που το γράψιμο λειτούργησε έτσι στη ζωή μου, έχει δηλαδή και το γράψιμο τις παγίδες του και τα ολισθηρά του σημεία. Ομως πλέον, έπειτα από αρκετά χρόνια πάλης μαζί του, μπορώ να πω ότι νιώθω προνομιούχος που μπορώ να πατώ με το ένα πόδι σε αυτόν τον πλούσιο, αν και συχνά επώδυνο, κόσμο της φαντασίας. Στο γράψιμο βρήκα ένα πεδίο να διοχετεύσω την ορμή και τη δημιουργικότητά μου, δίνοντας παράλληλα ένα πιο οικείο σχήμα στον κόσμο που με περιέβαλλε μέχρι τότε ανεξιχνίαστος. Δεν θα είναι υπερβολή αν πω ότι το γράψιμο μου άλλαξε τη ζωή.
«Το ήγλεπες σα μάτια τους ότι μας είχανε για Αλβανούς. Οτι μας είχανε για ξένους, για φτύματα» λέει η μάνα Τέτα. Πώς θυμάστε τη ζωή σας, ερχόμενος μικρός, στη Σκάλα Λακωνίας;
Ηταν ένα ξεκίνημα πολύ δύσκολο για όλους μας. Επρεπε να καλύψουμε μπόλικο χαμένο έδαφος, με οικονομικούς και κοινωνικούς όρους. Είναι πολύ ενδιαφέρον ιστορικά που ήρθαμε στην Ελλάδα, από μια πολύ πιο φτωχή αν και γειτονική χώρα, τη στιγμή που εδώ ο κόσμος βίωνε μια ευμάρεια που μάλλον δεν θα επαναληφθεί ποτέ. Το χάσμα δηλαδή ήταν το μεγαλύτερο που θα μπορούσε. Εγώ προσωπικά είχα διαφορετικές προκλήσεις από αυτές της οικογένειάς μου, και παρά το σοκ της μετάβασης αυτής κρατήθηκα από το σχολείο και την αίσθηση της περιέργειας που με διακατείχε από τότε για τα πάντα.
Οι σκέψεις και τα γραπτά του Αλέξανδρου έχουν χρώμα μαύρο. Η δική σας ματιά, ατενίζοντας τον κόσμο του σήμερα, τι αποχρώσεις παίρνει;
Παίρνει από όλες τις αποχρώσεις -το πώς αναμιγνύονται, σε ποιο ποσοστό και ποια εν τέλει υπερισχύει είναι αυτό που κάνει κάθε φορά τη διαφορά.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News