Φόνος, γένους θηλυκού
Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».
Όταν χρησιμοποιούμε μια καινούργια λέξη, είναι καλό να έχουμε κοινή αντίληψη για το νόημά της. Γυναικοκτονία: Δολοφονία που γίνεται «επειδή το θύμα είναι γυναίκα», διαβάζουμε. Σαν να λέμε ότι υπάρχουν άτομα που περιφέρονται και αφαιρούν ζωές γυναικών, περίπου όπως η Χαμάς εξοντώνει Ισραηλινούς και οι τζιχαντιστές τους άπιστους. Στην πραγματικότητα η γυναικοκτονία διαπράττεται επειδή μια γυναίκα, μέσα από την αυτοδιάθεσή της, εξερεθίζει σεξιστικά συμπλέγματα, απωθημένα και παθολογικά σύνδρομα. Με δεδομένο ότι μια σειρά από αιματηρά γεγονότα με τέτοιο περιεχόμενο έχουν δημιουργήσει τη μαζική πεποίθηση ότι παρατηρείται έξαρση αδικημάτων αυτής της μορφής, είναι εύλογο να συζητάμε για φαινόμενο και να το αποτυπώνουμε με ειδική ορολογία.
Η «γυναικοκτονία» δεν είναι ο φόνος μιας ταμία σε ώρα ληστείας ούτε μιας ηλικιωμένης που βρέθηκε στο διάβα παραληρηματικών ή αιμοσταγών διαρρηκτών. Είναι η δολοφονία μιας γυναίκας που θίγει τον ανδρικό εγωισμό ή δεν ικανοποιεί τα ανδρικά χούγια ή προσβάλλει το παλαιολιθικό αίσθημα της «ανδρικής τιμής». Τέλος πάντων, όλοι ξέρουμε για ποιο πράγμα μιλάμε. Η ανθρωποκτονία αυτής της μορφής έχει βρει την λέξη της.
Χρειάζεται και την ειδική ποινική αντιμετώπισή της; Πράγματι, το νομικό πλαίσιο για τις ανθρωποκτονίες καθιστά περιττή- κατά ορισμένους και εσφαλμένη- την πρόβλεψη ειδικών διατάξεων για το συγκεκριμένο έγκλημα. Δεν είναι δυνατόν να απαιτείς αυστηρότερη ποινή για τη δολοφονία μιας γυναίκας από έναν προσβεβλημένο πρώην εραστή, από αυτές που ισχύουν για τις άλλες ανθρωποκτονίες. Δεν μπορούν να διαχωρίζονται οι πολίτες, ως θύματα ή και θύτες, με βάση το φύλο. Ούτε καθιστά περισσότερο ειδεχθή μια δολοφονία το περιρρέον δημόσιο αίσθημα ή οι (εύλογες) κοινωνικές και μιντιακές ευαισθησίες. Σίγουρα όμως οι γυναικοκτονίες πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κοινωνικό φαινόμενο που απαιτεί ειδική διαχείριση σε επίπεδο θεσμών και διοίκησης.
Τα γεγονότα των τελευταίων ετών, μηνών και ημερών, έχουν καταδείξει ότι στο επίπεδο αυτό η Πολιτεία υστερεί οικτρά, εξ απόψεως υποδομών, ανακλαστικών, επαγρύπνησης και κουλτούρας, αντιθέτως όμως η πολιτική εξουσία πλειοδοτεί σε διαβεβαιώσεις, καλογραμμένες δηλώσεις, επίδειξη ενσυναίσθησης και λεζάντες που δεν αντιστοιχούν σε πραγματική ενεργοποίηση στοχευμένης αποτρεπτικής πολιτικής.
Μαλλιαρά μιλώντας, οι γυναικοκτονίες και η έμφυλη βία προσπίπτουν στο «ωχ καημένε» της χαμηλής υπηρεσιακής βαθμίδας και σε μια μορφή τυπικά ανεπίληπτης λευκής απεργίας που διαπιστώνεται σε όλες τις εργασιακές κλίμακες, ως διαμαρτυρία, ως αποτέλεσμα εργασιακού κυνισμού αλλά και σαν εκφυλισμό της ιδεολογίας της εργασίας. Τείνουμε να μην αντιμετωπίζουμε την εργασία με την ιδεολογική, την ηθική, την κοινωνική της διάσταση, οι οποίες θα επέβαλλαν να αφιερώσεις τη μέγιστη προσοχή, ευαισθησία και προσπάθεια, προκειμένου να διαχειριστείς μια ανθρώπινη ανησυχία και ανάγκη. Τα μάτια όλων μας έχουν πέσει στην Αστυνομία, αλλά η παθολογία αυτή δεν περιορίζεται μόνο στην Αστυνομία.
Αφορά τον οποιονδήποτε από εμάς και τη σχέση του με το καθήκον, τη συνειδησιακή μας προσήλωση στην εργασία μας ως κοινωνικό αντίκρισμα. Το ζήτημα αυτό είναι σε τελευταία ανάλυση πολιτικό, και είναι διπλής όψης. Αφορά την όρεξη και τη δυνατότητα του συστήματος, από τη μια, και της οικογένειας, από την άλλη, να μας κάνουν να αγαπάμε τη δουλειά μας, και τον άλλον άνθρωπο, μέσα από το φίλτρο της.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News