Η κραυγή που δεν ακούστηκε
Η αρχισυντάκτρια της «Π» Μαρίνα Ριζογιάννη γράφει για την ευθύνη της κοινωνίας και των ΜΜΕ απέναντι σε περιστατικά εφηβικής βίας.
Αραγε ποια ανάγκη είναι αυτή που οδηγεί μία ομάδα εφήβων να ξυλοκοπήσει έναν συνομήλικό της στον προαύλιο χώρο μάλιστα του σχολείου τους προκειμένου να δημοσιοποιήσει το βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Δεν πρόκειται για σενάριο ταινίας φανταστικού περιεχομένου ή για ένα γεγονός που συνέβη στην Αμερική.
Αλλά για πραγματικό γεγονός της περασμένης εβδομάδας και μάλιστα στη γειτονιά μας, στην πόλη του Αγρινίου. Φαίνεται όμως ότι έχουμε εξοικειωθεί πλέον τόσο πολύ με τα συμβάντα βίας που δεν έχουμε την πολυτέλεια της έκπληξης και πολύ περισσότερο της ευαισθητοποίησης και ακόμα περισσότερο της ανησυχίας και της πίεσης για λήψη μέτρων. Είναι σαν να τα περιμένουμε να συμβούν.
Αλλά επανέρχομαι στο αρχικό ερώτημα. Γιατί η ομάδα των εφήβων προχώρησε στη συγκεκριμένη πράξη μόνο και μόνο για να έχει υλικό για το διαδίκτυο;
Η ψυχίατροι απαντούν ότι είναι μία παρενέργεια της υπεραπασχόλησης με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ενα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, όλων των ηλικιών και μορφωτικών στρωμάτων, επιλέγει να δηλώσει την παρουσία του δημοσιοποιώντας στη μικρή οθόνη κάθε ενέργειά του.
Χάθηκε η ανθρώπινη επαφή, η συναναστροφή. Κατάσταση η οποία έγινε ακόμα πιο έντονη από τη στιγμή της εισβολής του κορονοϊού στη ζωή μας. Οι απαγορεύσεις διόγκωσαν το έλλειμμα επικοινωνίας που ήδη είχαν καλλιεργήσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Είμαστε κι εμείς εδώ. Δώστε μας λίγη προσοχή…» Είναι σαν να φωνάζουν οι έφηβοι που πρωταγωνίστησαν στο παραπάνω περιστατικό. Ποιος όμως άκουσε αυτή την κραυγή; Το εκπαιδευτικό, το γονεϊκό, το πολιτικό, το εκκλησιαστικό, το νομικό, το κοινωνικό σύστημα; Ποιος;
Οι αντιδράσεις, που δυστυχώς δεν ακολούθησαν, δίνουν την απάντηση στο ερώτημα. Κανείς.
Στο σκαμνί του κατηγορουμένου δεν θα πρέπει να καθίσουν οι έφηβοι, αλλά όλοι οι παραπάνω φορείς που κλείνουν τα αφτιά τους σε αυτή την κραυγή. Ολοι ξέρουν να κουνούν το δάχτυλο προς την άλλη πλευρά, αλλά κανείς προ τη δική του. Η βία σε όλες τις μορφές της έχει κατακλύσει την κοινωνία. Κάθε μέρα κι ένα συμβάν καταγράφεται στα δελτία Τύπου της αστυνομίας. Τίποτα πλέον δεν μας εντυπωσιάζει και τίποτα δεν είναι μη αναμενόμενο. Για κάποια δε, δεν αφιερώνουμε ούτε ελάχιστα λεπτά προβληματισμού.
Ο κλάδος της ψυχιατρικής ερμηνεύει τη συγκεκριμένη στάση ως αποτέλεσμα της κοινωνικής εξοικείωσης με τα συμβάντα του είδους. Τα δε παιδιά μεγαλώνουν με την εντύπωση ότι ίσως και να είναι φυσιολογικά όλα αυτά που διαδραματίζονται γύρω τους. Γιατί μη γελιόμαστε, αυτά βλέπουν να συμβαίνουν. Σπάνιες πλέον οι θετικές πράξεις ή για την ακρίβεια πολύ σπάνια αναδεικνύονται.
Κι εδώ έρχεται η δική μας ευθύνη. Η ευθύνη των ΜΜΕ και του δημοσιογραφικού κόσμου. Η θετική είδηση δεν «πουλάει». Και γι’ αυτό έχουμε πάλι ευθύνη εμείς. Ο τίτλος που περιέχει αίμα, θάνατο προσελκύει, τραβάει και καθηλώνει τον αναγνώστη, τον τηλεθεατή, τον ακροατή. Οι σχετικές έρευνες έχουν δείξει ότι οι ειδήσεις που έχουν τη μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα στις ενημερωτικές ιστοσελίδες είναι αυτές που αφορούν σε θάνατο, σε εγκλήματα, σε καταστροφές. Ενα επίτευγμα, ή η διάσωση μιας ζωής ίσως και να περάσουν σχεδόν απαρατήρητες.
Οσο τα αφτιά παραμένουν κλειστά και δεν λαμβάνουν το μήνυμα της κραυγής τα περιστατικά του είδους θα πυκνώνουν. Και τότε ίσως να μην υπάρχει γυρισμός.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News