Λίστες μαγικές, ονειρεμένες

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Βλέπεις τι λίστα με τα ονόματα όσων παρακολουθούνταν τα τηλέφωνό τους και εξεγείρεσαι: Πότε θα βγει μια λίστα με το δικό μου όνομα μέσα; λες. Γιατί δεν με θεωρούν άξιο να παρακολουθηθώ, να μάθουν τις σκέψεις και τις προθέσεις μου, να ξέρουν τις κινήσεις μου και τους εξέχοντες- σχεδόν σαν εμένα- συνομιλητές μου; Μετά ενεργοποιείται το αστυνομικό σου δαιμόνιο, βλέποντας τις αποκαλύψεις του Βαξεβάνη: Αντί να παρακολουθούν τη σύζυγο του Χατζηδάκη όλα αυτά τα κατασκοπάδια των κατασκόπων, προτιμότερο δεν ήταν να παρακολουθούν τον ίδιο τον Βαξεβάνη, ώστε να ξέρουν ποιος του προωθεί λίστες και ποιο θα είναι το πρώτο θέμα του επόμενου φύλλου του;

Είναι δυνατόν να σε ενδιαφέρει η κυρία υπουργού περισσότερο από αυτό; Επιπλέον, γιατί να παρακολουθείς την κυρία υπουργού για να μάθεις τι λέει ο υπουργός; Σαν τι να λέει δηλαδή ο υπουργός; Πώς είναι δυνατόν να έχεις μια τέτοια απορία, στο μέτρο που λίγο κοινό νου να έχεις, μπορείς να καταλάβει ς τι έχει στο κεφάλι του κάθε άλλος κοινός νους και πώς υποδέχεται την επικαιρότητα, τις αναποδιές, τις δυσκολίες, τα ευχάριστα, τις απαιτητικές αποστολές, τις σαχλαμάρες των άλλων, τις δικές του σαχλαμάρες, τις αδικίες, τη στενοκεφαλιά, την υπέρβαση, την ουσία, την ανία.

Ποιος είναι αυτός που παρακολουθεί τους άλλους, και γιατί; Αν πρόκειται για μηχανισμό της εξουσίας, είναι γνωστό ότι όποιος ασκεί εξουσία καταλαμβάνεται από ανασφάλειες, μάλιστα λέγεται ότι επειδή ακριβώς είναι ανασφαλής επιθυμεί να έχει εξουσία. Αλλά για ποιο λόγο αυτός ο οποίος εμπλέκεται σε παρακολούθηση για λογαριασμό της εξουσίας πάει και ρουφιανεύει το σύστημα στον πιο ορκισμένο αντίπαλο της εξουσίας; Αρα είτε εμπλεκόταν στον μηχανισμό αλλά ρίχτηκε και θέλησε να εκδικηθεί, είτε διαπίστωσε ότι ο μηχανισμός τον έχει στοχοποιήσει και επίσης θέλησε να εκδικηθεί, βάζοντας στο χέρι το δίκτυο. Αλλά πώς κατόρθωσε να βάλει στο χέρι το δίκτυο; Θα πρόκειται για άνθρωπο ισχυρό, που έχει τον τρόπο να μπαίνει στα κόλπα. Αρα είτε ψάχνουμε για έναν ριγμένο, είτε ψάχνουμε για έναν στημένο με εκτόπισμα.

Είτε δεν ψάχνουμε για κανέναν, βέβαια, αν όλα αυτά είναι φούμαρα που στήθηκαν με κάποια δόση αληθοφάνειας ως κατασκευασμένο τεκμήριο μιας κατηγορίας που δεν γίνεται να τεκμηριωθεί, είτε επειδή δεν υφίσταται είτε επειδή είναι προστατευμένα τα τεκμήριά της, όπως έγινε με τη Νοβάρτις, όπου, επειδή είμαστε σίγουροι ότι κάποιοι τα πιάνουν, αλλά δεν μπορούσαμε να τους βρούμε, βάλαμε κάποιους να υποστηρίξουν ότι τους είδαμε να τα πιάνουν, ώστε να αποδοθεί δικαιοσύνη με λίγο σπρώξιμο, στο κάτω κάτω ο ισχυρισμός ότι τα πιάνουν δεν ήτανε και κανένα ψέμα. Πού ήταν το κακό;

Αλλά μπορεί να συμβαίνει και κάτι άλλο, να πρόκειται για κάποιον αυτονομημένο μηχανισμό που να δρα για λόγους που δεν ευθυγραμμίζονται με τα συμφέροντα της επίσημης εξουσίας, αλλά για τα δικά του συμφέροντα, τα οποία έχει τον τρόπο να τα υπηρετεί εξουσιαστικά, με προσβάσεις δώθε και κείθε, όπως συμβαίνει στον μεγάλο λαβυρινθώδη κήπο που αποτελεί το γενικότερο εξουσιαστικό φαινόμενο. Όλα αυτά μας οδηγούν βέβαια στο μεγάλο ερώτημα που διαβάσαμε σε κεντρικό ιστότοπο σήμερα Δευτέρα: Τα τζάμια του αυτοκινήτου ξεθολώνουν με ζεστό ή με κρύο αέρα;

Μακάρι με ζεστό, γιατί ο κρύος αέρας ξεθολώνει μεν τα τζάμια αλλά σου παγώνει τα χέρια. Από την άλλη, ο κρύος αέρας σε ανακουφίζει. Αλλά δεν χρειάζεσαι κουμπιά γι’ αυτόν. Βγαίνεις από το αμάξι ή το γραφείο και κάνεις μια μεγάλη βόλτα στην ακροθαλασσιά. Σε παρακολουθούν οι γλάροι, βέβαια, αλλά και τη Μανωλίδου παρακολουθούν. Και τι έγινε; Γλάροι είναι, κρα θα κάνουν, δεν πάθαμε και κάτι.