Μόνος στο σπίτι

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

O θάνατος είναι αναπόφευκτος και υπό μία έννοια υποχρεωτικός. Ακόμα και όσοι αναστήθηκαν, χρειάστηκε να πεθάνουν πρώτα, όπως άλλωστε εξ’ αντικειμένου προκύπτει. Ο Λάζαρος μάλιστα ξαναπέθανε, κάτι που ήταν ξαναναπόφευκτο.

Στις μεγάλες ηλικίες, και ακόμα περισσότερο στις πολύ-πολύ μεγάλες, ο θάνατος είναι και εύλογος, ανεξαρτήτως της συγκίνησης που επίσης ευλόγως προκαλεί. Εχει ωστόσο αναπτυχθεί ο πολιτισμός της εύσχημης διαχείρισης του επικείμενου πένθους. Είναι ένα πλέγμα ρητορικών σχημάτων και χειρονομιών που, ενώ πηγαίνει γύρω γύρω από το μοιραίο, αυτό όχι απλώς δεν κατονομάζεται, αλλά αντιμετωπίζεται σαν αποφεύξιμο, κάτι
που δεν συνέβη μόνο στην περίπτωση της Ελισάβετ και τις αντιδράσεις των επωνύμων και των ΜΜΕ, αλλά διέπει την καθημερινή ζωή σε όλες τις κοινωνικές κλίμακες. Μια
παρηγορητική διακριτικότητα που διέπεται από σεβασμό προς τον άνθρωπο, την αξιοπρέπειά του, την ευαισθησία των συγγενών, αλλά και από μια μορφή δεισιδαιμονίας που ισχύει στους ευφημισμούς: Κατανοούμε το σπιθαμιαίο μέγεθός μας μπροστά στο
αμείλικτο του φυσικού νόμου, και το αποτυπώνουμε με το αρμόζον φραστικό πρωτόκολλο που ισχύει και για τις βασιλικές και για τις λαϊκές οικογένειες. Κοινή γαρ η μοίρα… Τα εννοούμενα παραλείπονται.

Αυτό δεν εμποδίζει, βέβαια, να ρέει εκ παραλλήλου η λαϊκή αντίληψη για τον θάνατο, ωμή, σατιρική, σαρκαστική, αλλά και πολύτιμη. Η σκωπτική αντιμετώπιση του θανάτου- παροιμίες για ραδίκια και πέταλα, διαζευκτικές ρήσεις για τα τέλος «του γέρου»-
λειτουργούν σαν λυτρωτικό ξόρκι μπροστά «στο κακό», σαν μια πρόσκληση για συμφιλίωση με τη γήινη φύση μας και μια σύσταση να μην κυλιέσαι υπερβολικά στο πένθος, καθότι οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους: Η προσέγγιση αυτή σημαίνει ότι ο θάνατος είναι μια Άλλη Φάση, ξένη προς την ανθρώπινη ιδιότητα.

Η Ελισάβετ. Η έκλειψή της δημιουργεί μια αίσθηση κοσμικού κενού. Φυσιολογικό. Αποτέλεσε εξέχον κομμάτι του ενεργού πολιτισμικού μας σύμπαντος, το οποίο αρθρώνεται και στηρίζεται σε πυλώνες και κοινούς κώδικες, ανεξάρτητα ποια γνώμη έχεις για τις βασιλείες και τον παράξενο κόσμο τους. Τη θεωρούσαμε ηλικιωμένη ανέκαθεν με αποτέλεσμα να εκλαμβάνουμε τη μακροζωία της σαν μια κωμικά υπερφυσική κατάσταση. Στην πραγματικότητα, συνέβαινε αυτό που πάντα συμβαίνει όταν είσαι δεκάχρονος. Ο σαραντάρης σου φαίνεται μεσήλικας και ο θάνατος του εξηντάρη αναμενόμενος. Διανύοντας επομένως μισό αιώνα θητείας από την παιδικότητά μας μέχρι τον θάνατό της, η
όλη κατάσταση έμοιασε με την πλειστόκαινο.

Είναι δύσκολο για μας να συλλάβουμε το μέγεθος της σημασίας του μοναρχικού θεσμού για τον βρετανικό λαό. Η χώρα μας δεν είχε και πολύ καλή εμπειρία με τους βασιλείς της, που δεν ήταν καν Ελληνες και που ταυτίστηκαν με όλες τις πολιτικές αναταράξεις που
γνώρισε η χώρα, εξελισσόμενοι σε διχαστικά στοιχεία, με κορυφαία την περίπτωση των δύο Κωνσταντίνων. Όχι πως οι βασιλείς στη Βρετανία δεν έμπλεξαν με διχασμούς, αλλά τους τελευταίους 3-4 αιώνες ο θεσμός αποτέλεσε συνεκτικό αρμό της πολιτείας, της κοινωνίας, της βρετανικής εθνικής συνείδησης. Ενας θεσμός εξαιρετικά εξαγώγιμος, σε βαθμό να μας αφορά τρομακτικά τι συνέβη με την Νταϊάνα, τον Κάρολο, την Καμίλα, τη Μεγκ, τον
Ουίλιαμ και τον Τζόνι Γουόκερ, όπως βέβαια αποτέλεσαν στοιχείο της εθνικής μας κουλτούρας ο Ιβανόης, ο Βασιλιάς Αρθούρος, ο Ρομπέν των Δασών.  Ακόμα και ο μπαγάσας ο Ταρζάν, άγγλος ήταν κι εκείνος και έμαθε την Τσίτα να κάνει τη μαϊμού στα αγγλικά.

Η βρετανική κουλτούρα είναι κομμάτι της ζωής μας. Στενοχωριόμαστε για τη Λίβερπουλ όσο οι οπαδοί της, κατανοούμε το βρετανικό χιούμορ περισσότερο από κάθε άλλη εκδοχή του,
και το BREXIT το πήραμε σαν προδοσία. Τις τελευταίες ώρες στο γραφείο δεν ακούς άλλες κουβέντες παρά σχόλια και ασεβή πειράγματα περί τη βρετανική βασιλεία , τη ζωή στα
ανάκτορα, τις πριγκίπισες, και τον Κάρολο, παρά την ορφάνια του, στα 74 του. Θα δούμε οι πάντες την κηδεία και θα εντυπωσιαστούμε από τα βλοσυρά πρόσωπα της βρετανικής αριστοκρατίας, ενώ αν δούμε Γιαπωνέζο σοβαρό μας έρχονται γέλια και αν Ρώσο, τρόμος,
κι αν Τούρκο, τσατίλα και πάθος, κι αν Ελληνα, απάθεια, γιατί αυτή είναι η κάθε μέρα μας, σαν να κηδεύουμε τον Παλαιολόγο κάθε μέρα από το 1453.