Ο προϋπολογισμός του 2023 είναι ο τελευταίος… ξέγνοιαστος για τη χώρα
Του Δημήτρη Μάρδα, Καθηγητής Οικονομικών Επιστημών ΑΠΘ – πρ. αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών.
Ο υπουργός, ο κ. Σταϊκούρας θεωρεί τον κρατικό προϋπολογισμό του 2023 ως έναν ιστορικό προϋπολογισμό!
Έχοντας υπόψη το κύμα των δεσμεύσεων που έρχεται το 2024, θα ήταν πιο σωστό να θεωρηθεί ως ο τελευταίος ξέγνοιαστος ή άνετος της περιόδου.
Το 2023 το πρωτογενές αποτέλεσμα της Κυβέρνησης θα ανέλθει σε 1,6 δις ευρώ ήτοι στο 0,7% του ΑΕΠ από έλλειμμα της τάξης του 1,6% του ΑΕΠ του 2022.
Επίσης, το ισοζύγιο θα καταγράψει έλλειμμα που αντιστοιχεί στο 2% του ΑΕΠ ενώ το αντίστοιχο για το 2022 ήταν 4,1%.
Το 2024 θα επανέλθουμε στη δημοσιονομική «ομαλότητα». Αυτό σημαίνει ότι το πρωτογενές μας πλεόνασμα πρέπει να γίνει θετικό και να ανέλθει στο 2,2% του ΑΕΠ κατά τα συμφωνηθέντα παλαιότερα, ενώ το ισοζύγιο οφείλει να είναι είτε ισοσκελισμένο –αν εφαρμοστεί το «Δημοσιονομικό Σύμφωνο», που είναι σε αναστολή από το 2019– είτε στο 3% κατά τα ισχύοντα.
Επίσης, θα ενταχθούμε εκ νέου στη διαδικασία της αυξημένης εποπτείας σύμφωνα με το «Πακέτο των 2 μέτρων» (2013) ως ότου ξοφλήσουμε το 75% των χρεών μας. Ακόμη, αν εφαρμοστεί η νέα ανακοίνωση, τότε τα κράτη-μέλη με χρέος άνω του 60% οφείλουν να συντάξουν τετραετές σχέδιο διαρκών μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, ή άλλως να συντάξουν υπό την εποπτεία της Επιτροπής ένα νέο Μνημόνιο!
Το 2019 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (των αγαθών, υπηρεσιών και μεταβιβάσεων) της χώρας μας ανερχόταν σε 2,7 δις ευρώ.
Το 2020 εκτινάχθηκε στα 10,9 δις ευρώ! Η ανοδική του πορεία συνεχίσθηκε και τη δεύτερη χρονιά του Covid.
Το 2021, όπου έπιασε το ρεκόρ των 12,2 δις ευρώ.
Το 2022, κατά την πρώτη μεταCovid εποχή και πάρα την εκτίναξη των εξαγωγών και την επανεκκίνηση του τουρισμού, το έλλειμμα αυτό άγγιξε το πρώτο οκτάμηνο του έτους τα 10 δις ευρώ. Εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στα περσινά επίπεδα αντιπροσωπεύοντας περίπου το 6% του ΑΕΠ της χώρας. Αυτή είναι μια πρώτη ανησυχητική εξέλιξη που αντανακλά τις παθογένειες της Ελληνικής οικονομίας με κεντρικό άξονα την αποβιομηχάνισή της.
Το 2020-21, ως προς το δημόσιο χρέος μας, μετά την άνοδό του ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουμε μια πτώση στο 168,9% για το 2022 και εκτιμάται ότι θα υπάρχει περαιτέρω κάμψη στο 159,3% το 2023. Βέβαια, εδώ η ανησυχητική εξέλιξη εντοπίζεται στη μη αποκλιμάκωσή του σε απόλυτες τιμές. Αυτό αυξάνεται ανερχόμενο στα 355 και 357 δις ευρώ το 2022 και 2023 αντίστοιχα.
Έτσι, έχουμε ένα άλλο ανησυχητικό μέγεθος που ενισχύεται από δυο δεδομένα. Το πρώτο αφορά τον ισχνό ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ (γύρω στο 1% μόνο) μεσοπρόθεσμα σύμφωνα με το ΔΝΤ. Το δεύτερο σχετίζεται με τις δαπάνες για πολεμικούς εξοπλισμούς, που επιτείνουν τόσο το χρέος όσο και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών λόγω των υψηλών εισαγωγών και της πολύ χαμηλής συμμετοχής της εγχώριας παραγωγής σε αυτούς.
Πέρσι η κυβέρνηση πρόβλεπε ότι το ΑΕΠ θα αυξανόταν κατά 4,5% το 2022, ενώ φέτος εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 5,6% με το κλείσιμο της χρονιάς. Αυτό το θεωρεί μεγάλη επιτυχία. Βλέπει όμως μόνο τη φωτεινή πλευρά του φεγγαριού!
Αναλυτικότερα, ας δούμε τη σύνθεση του ΑΕΠ αρχικά. Αυτό προσδιορίζεται από την κατανάλωση, τις επενδύσεις, τις δημόσιες δαπάνες και τις εξαγωγές αφαιρουμένων των εισαγωγών.
Το 2022 η ιδιωτική κατανάλωση θα είναι τελικά διπλάσια από την προβλεπόμενη (πρόβλεψη πέρσι για αύξηση κατά 3%, νέα εκτίμηση φέτος 7,2%) ενώ οι επενδύσεις δεν έπιασαν τον στόχο (πρόβλεψη πέρσι για αύξηση κατά 21,9% νέα εκτίμηση φέτος μόνο 10%).
Οι δημόσιες δαπάνες αυξηθήκαν (πρόβλεψη πέρσι 65,5 δις ευρώ, νέα εκτίμηση φέτος 71,8 δις ευρώ).
Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών υπεραντισταθμίστηκαν από τις εισαγωγές το 2022, με συνέπεια, όπως τονίσαμε ανωτέρω το έλλειμμα των τρεχουσών συναλλαγών να εκτιμάται ότι θα αγγίξει τα 12 δις ευρώ.
Η αχίλλειος πτέρνα της Ελληνικής οικονομίας είναι η αποβιομηχάνισή της χώρας και η καταστροφή του αποθέματος του κεφαλαίου της.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News