Πόσο δικαιολογημένη είναι η μη εφαρμογή των μέτρων;

ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΠΕΤΤΑ *

Βρισκόμαστε εν μέσω πρωτοφανούς για την ανθρωπότητα υγειονομικής κρίσης, με την πίεση να γίνεται ολοένα και πιο ισχυρή στο ήδη λαβωμένο σύστημα υγείας και γιατρούς και νοσηλευτές να δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό για την αντιμετώπιση του προβλήματος που ξέσπασε εδώ και 10 μήνες. Είναι όμως μόνο υγειονομική κρίση; Ο φόβος για την απώλεια της ζωής, της δικής μας ή αγαπημένων μας προσώπων, είναι, άραγε, ικανός να υπερκεράσει την επιθυμία του ανθρώπου να επικοινωνήσει με τον συνάνθρωπο του χωρίς περιορισμούς, να επισκεφτεί τον φίλο ή συγγενή κατ’ οίκον, να φάνε στο ίδιο τραπέζι, να πιούν ένα κρασί, να τσουγκρίσουν ποτήρια, να ανταλλάξουν ευχές; Από τις εικόνες στους δρόμους από την περίοδο των γιορτών, σκέφτηκα ως γιατρός και θύμωσα: μα τόσοι άνθρωποι γεμίζουν τα κρεβάτια στις κλινικές και στις μονάδες εντατικής θεραπείας και αυτοί εδώ στήνονται σε ατέλειωτες ουρές και θέτουν εαυτόν σε κίνδυνο;
Υπάρχουν άνθρωποι που ψάχνουν κωδικό να στείλουν μήνυμα για να πάνε ν’ ανάψουν κερί στον τάφο του πατέρα και της μάνας τους, ν’ αφήσουν ένα λουλούδι στο μνήμα του παππού και της γιαγιάς, αφήνουν μόνους τους ηλικιωμένους που περιμένουν τις γιορτές για να χαρούν παιδιά και εγγόνια, λόγω απαγόρευσης κυκλοφορίας. Και ύστερα σκέφτηκα ως άνθρωπος και αναρωτήθηκα: όσο οι περιορισμοί θα συνεχίζονται με άγνωστη ημερομηνία λήξης, πόσο εφικτό είναι να καταφέρει η επιστήμη με την επιχειρηματολογία της να πείσει ένα γονιό να μη φιλήσει το παιδί του το βράδυ για καληνύχτα, μια γιαγιά να μην έρθει σε επαφή με το εγγονάκι της, έναν άντρα να μην αγκαλιάσει τη γυναίκα του, ένα ερωτευμένο ζευγάρι να αποφύγει τη συνάντηση;
Πόσο εφικτό είναι ο φόβος της ασθένειας και του επικείμενου θανάτου να φωλιάσει και να καταλάβει τον μεγαλύτερο χώρο στην καρδιά του ανθρώπου, εξοστρακίζοντας κάθε έμφυτη τάση και επιθυμία για επαφή, συντροφικότητα, μοίρασμα; Συγκρίνοντας με το πρώτο κύμα και την πιστή εφαρμογή των μέτρων τότε, οδηγήθηκα στο συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος μπορεί να συμμορφωθεί για εύλογο χρονικό διάστημα, όταν έχει εκπαιδευτεί σωστά και έχει εμπιστοσύνη στην Πολιτεία και τους φορείς πως ό,τι γίνεται γίνεται με γνώμονα το κοινό καλό και το γενικό συμφέρον προάσπισης του υπέρτατου αγαθού της υγείας.
Όταν όμως παρατηρούνται φαινόμενα όπως η οργάνωση πορείας για εορτασμό επετείου από κόμματα του Κοινοβουλίου, παρά την απαγόρευση, επώνυμοι να αψηφούν το νόμο και τον κίνδυνο και να επιδίδονται σε ταξίδι αναψυχής, πληθυσμιακές ομάδες που αυτο-εξαιρούνται από τα μέτρα και τα πρόστιμα, συνωστισμός σε μέσα μαζικής μεταφοράς, σύγχυση και ανασφάλεια από τον όγκο των πληροφοριών στο διαδίκτυο αναφορικά με φάρμακα και εμβόλια, επιχειρήσεις που έβαλαν λουκέτο και εργαζόμενοι σε αναστολή και αβεβαιότητα για το παρόν και το μέλλον, τότε όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την ψυχική κόπωση από τα παρατεταμένα “on-off” lockdown, οδηγούν στη χαλάρωση, η οποία έχει δυσμενείς συνέπειες στην πορεία της πανδημίας.
Σκόπιμο είναι να γίνει αναθεώρηση της όλης κατάστασης, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φυσιολογικές ανθρώπινες ανάγκες δεν δύνανται να τίθενται επ’ αόριστον σε αναστολή, ώστε τα μέτρα που θα προταθούν να βρίσκουν απήχηση και εφαρμογή από το σύνολο της κοινωνίας.
* Η Βασιλική Πέττα είναι ιατρός, πνευμονολόγος, επιμελήτρια Β’, Msc, phD, στο ΓΑΟΝΑ «Αγιος Σάββας», Υπότροφος Ιδρύματος «Αλέξανδρος Ωνάσης».