Πτώση 38% στις μεταβιβάσεις ακινήτων στην Πάτρα – Δύσκολο σπορ η αγορά πρώτης κατοικίας

Οι αυξήσεις στις τιμές των ακινήτων «έπιασαν ταβάνι» και έχει μπει «φρένο» στην κτηματαγορά

Πτώση 38% στις μεταβιβάσεις ακινήτων στην Πάτρα - Δύσκολο σπορ η αγορά πρώτης κατοικίας

Η πρώτη σοβαρή επιβράδυνση της κτηματαγοράς στην Πάτρα είναι πλέον γεγονός, όπως δείχνουν τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου του 2025. Μετά από χρόνια αδιάκοπης ανόδου, οι μεταβιβάσεις ακινήτων παρουσιάζουν σημαντική πτώση, ενώ οι τιμές παραμένουν σε δυσθεώρητα επίπεδα, καθιστώντας την απόκτηση κατοικίας απρόσιτη για μεγάλο μέρος του πληθυσμού.

Σύμφωνα με την ΑΑΔΕ, οι μεταβιβάσεις στην Πάτρα μειώθηκαν κατά 38,61% το πρώτο εξάμηνο του 2025 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024 (434 έναντι 707), επιβεβαιώνοντας την ύφεση στην πιο δυναμική κτηματαγορά της Δυτικής Ελλάδας. Στο σύνολο της Αχαΐας η πτώση ανέρχεται στο 28,42%.

Ο περιορισμός της ζήτησης σχετίζεται άμεσα με την εκρηκτική αύξηση των τιμών τα προηγούμενα χρόνια, η οποία έχει περιορίσει τη δυνατότητα απόκτησης πρώτης κατοικίας, ειδικά για τους νεότερους αγοραστές. Η κατάσταση επιδεινώνεται από τις καθυστερήσεις στο στεγαστικό πρόγραμμα «Σπίτι μου 2», που υποτίθεται ότι θα ενίσχυε την προσβασιμότητα σε κατοικίες για πολίτες έως 39 ετών.

Να σημειωθεί ότι η πτώση στις μεταβιβάσεις ακινήτων στην Πάτρα, είχε προαναγγελθεί από παράγοντες της κτηματαγοράς που έβλεπαν όλο το προηγούμενο διάστημα μείωση της ζήτησης.

Ο Γιώργος Ανδρικόπουλος, επικεφαλής της RE/MAX Πάτρας, επισημαίνει ότι οι τιμές στα ακίνητα –καινούργια και παλαιότερα– παραμένουν σε τροχιά ανόδου, όμως αναμένεται σύντομα ήπια διόρθωση, κυρίως όπου παρατηρείται υπερκοστολόγηση. Ωστόσο, προειδοποιεί ότι «η στεγαστική κρίση εντείνεται από την υποχώρηση της οικοδομικής δραστηριότητας και την έλλειψη νέων κατοικιών, ιδιαίτερα προσιτών».

Επιπλέον, η αγορά παραμένει εγκλωβισμένη στην αβεβαιότητα που προκάλεσε η απόφαση του ΣτΕ για τα μπόνους δόμησης, δημιουργώντας ένα θεσμικό κενό που καθυστερεί την έναρξη νέων έργων. Οπως υπογραμμίζει ο κ. Ανδρικόπουλος, «είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη για σταθερό πλαίσιο και πολιτική στήριξης της οικιστικής ανάπτυξης».