Θέατρο: Στη χώρα του Ερωτα
«Αχ Eρωτα θεέ, τι άπληστος και ακόρεστος που είσαι! Ενώ όλα τα χωράς, όλα τα δέχεσαι σαν θάλασσα, ό,τι θα καταπιείς, όσο ακριβό κι υπέροχο κι αν είναι, μέσα σε μια στιγμή ξεπέφτει, ευτελίζεται και δε σου φθάνει. Τόσο γεμάτος με μορφές της φαντασίας είν’ ο έρωτας, που είναι από μόνος του η τέλεια φαντασίωση». Ετσι ξεκινά η σαιξπηρική «Δωδεκάτη Νύχτα», διά στόματος του ερωτοχτυπημένου δούκα Ορσίνο.
Γραμμένη κατά τα πρότυπα των «Μέναιχμων» του Πλαύτου και της commedia dell’ arte, η δημοφιλής κωμωδία είναι ένα έργο σαγηνευτικών μεταμφιέσεων και παρεξηγήσεων, ερωτικών δολοπλοκιών και πολλαπλών απροόπτων, με πρωταγωνιστή τον έρωτα. Πολυμορφικός ο φτερωτός θεός, συλλαμβάνεται από τον Σαίξπηρ με όλα τα σχήματα της φαντασίας: ανεκπλήρωτος και πεισματικός, είρων και περιπαικτικός, που ισοπεδώνει, εκμηδενίζει, θυματοποιεί, αλλοτριώνει.
Στη «Δωδέκατη Νύχτα» ο οικουμενικός συγγραφέας δένει αρμονικά τον ιδεατό με τον πραγματικό κόσμο, τη φαινομενικότητα με την αλήθεια. Αυτή ακριβώς η διάσταση ανάμεσα στο φαίνεσθαι και το είναι αποτελεί την κινητήρια δύναμη της ερωτικής έλξης, που είναι διάχυτη στο έργο. Σχεδόν όλοι οι ήρωες ερωτεύονται κάτι άλλο από αυτό που φαίνεται, με αποτέλεσμα την παραγωγή μιας μεγάλης ποικιλίας κωμικών καταστάσεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρωτοβουλία των κινήσεων στο κυνήγι του έρωτα αφήνεται στη γυναίκα, που μετατρέπεται από θήραμα σε θηρευτή, κόντρα στο πνεύμα του καιρού.
Η υπόθεση τοποθετείται στην Ιλλυρία μετά από ένα ναυάγιο, με θύματα δύο δίδυμα αδέλφια, τη Βιόλα και τον Σεμπάστιαν, που από εκείνη τη στιγμή ο ένας αγνοεί την τύχη του άλλου. Η θαρραλέα Βιόλα για να επιβιώσει μπαίνει στην υπηρεσία του δούκα Ορσίνο, μεταμφιεσμένη σε Σεζάριο και γίνεται αγγελιοφόρος της αγάπης του Ορσίνο για την Ολίβια. Αυτή, όμως, δεν ανταποκρίνεται και ερωτεύεται τη μεταμφιεσμένη σε άνδρα Βιόλα, η οποία με τη σειρά της αγωνίζεται να κερδίσει την αγάπη του Ορσίνο, ανυποψίαστου για το πραγματικό της φύλο. Οταν εμφανίζεται και ο Σεμπάστιαν, η σύγχυση επιτείνεται… Το τέλος, ευχάριστο και λυτρωτικό λύνει τις παρεξηγήσεις και αποκαθιστά την αλήθεια, με τον έρωτα θριαμβευτή να κλείνει κάθε πληγή και μισαλλοδοξία.
Δίπλα στα ερωτευμένα ζευγάρια, ο Σαίξπηρ επινοεί ένα κουιντέτο κωμικών προσώπων, από τον μέθυσο και χονδροκομμένο Σερ Τόμπυ, τον αφελή και δειλό Σερ Αντριου και τον πνευματώδη γελωτοποιό Φέστε, που πλουτίζει τη μεγάλη τοιχογραφία των σαιξπηρικών τρελών, μέχρι την σπιρτόζα Μαίρη και τον ταρτουφικό Μαλβόλιο, ιλαροτραγικό εκφραστή του πουριτανισμού της εποχής.
Με προϋπηρεσία στον Σαίξπηρ ο Γιώργος Κιμούλης και στηριγμένος στη δική του μετάφραση, που περιείχε ευθύβολες αναφορές στο σήμερα, χωρίς να παραβλέψει την ιλαρότητα και την ευωχία της κωμωδίας, ανέδειξε παράλληλα το πνεύμα της συμπερίληψης και της ενσωμάτωσης των φύλων στον έρωτα, σύμφωνα με τις σύγχρονες δυναμικές.
Με φόντο το απέριττο σκηνικό της Φαίης Παπαδοπούλου και το καλαίσθητο ενδυματολογικό τοπίο της Μαρίας Νικολαΐδου, που παρά τη μονοχρωμία του μαύρου, άφηνε να διαφανούν οι επιρροές από την αισθητική της ελισαβετιανής εποχής, η δυναμική Αννα Μονογιού, στον διφυή και τολμηρό ρόλο της Βιόλας ανέδειξε μέσα από την «άφυλη» ερμηνεία της το έμφυλο μήνυμα της παράστασης.
Με αξιοπρέπεια και μέτρο η αισθαντική Ολίβια της Λίλης Τσεζματζόγλου. Πηγαίος, άμεσος και φυσικός ο Γιώργος Κιμούλης σχεδίασε με άνεση τον πληθωρικό Σερ Τόμπυ, συνθέτοντας με τον αφελή Σερ Αντριου του Γιώργου Ζιόβα ένα ευφρόσυνο δίδυμο. Στον δύσκολο ρόλο του εγωκεντρικού Μαλβόλιο ο Αρης Τρουπάκης έπλασε μια εύστοχη ιλαροτραγική μορφή. Πνευματώδης και υπόγεια ειρωνικός ο Φέστε του Χρήστου Μουστάκα και με αστείρευτη ενέργεια η τσαχπίνα Μαίρη της Σοφίας Βογιατζάκη.
Ευτυχής η σύζευξη του αναγεννησιακού μουσικού ιδιώματος και του ροκ στίγματός του από το Διονύση Τσακνή, συνέβαλε ευθύβολα στην ευφορία της παράστασης ενός έργου που μιλάει για λύπες, αλλά προκρίνει τις χαρές της ζωής και συνομολογεί πως «η μουσική είναι η τροφή του έρωτα».
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News