Τα όρια ηλικίας στο στόχαστρο – Το ασφαλιστικό δεν είναι μηχανισμός περικοπών
Του Θεόδωρου Ξούλου, Οικονομολόγος.

Το τελευταίο διάστημα εντείνεται η δημόσια συζήτηση – έστω και υπό τη μορφή «διαρροών» – γύρω από το ενδεχόμενο νέας αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης από το 2027 και μετά. Παρότι δεν έχει υπάρξει επίσημη εξαγγελία, παρατηρείται μια συστηματική προσπάθεια δημιουργίας «κλίματος», με επίκεντρο την αύξηση των αιτήσεων συνταξιοδότησης. Η αύξηση αυτή παρουσιάζεται ως απόδειξη της ανάγκης για νέα παρέμβαση, αποσιωπώντας όμως μια βασική και αυτονόητη πραγματικότητα: οι ασφαλισμένοι δεν εγκαταλείπουν το ενεργό επαγγελματικό πεδίο τυχαία.
Από το 2010 και την είσοδο της χώρας στα Μνημόνια, επικράτησε εύλογος φόβος μεταξύ των εργαζομένων ότι θα χαθούν κατοχυρωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Σε ένα τοπίο διαρκούς αστάθειας και συνεχών αλλαγών στο ασφαλιστικό σύστημα, χιλιάδες ασφαλισμένοι επέλεξαν – και συνεχίζουν να επιλέγουν – τη συνταξιοδότηση, ακόμη και με μειωμένες αποδοχές, προκειμένου να διασφαλίσουν όσα τους αναλογούν πριν μεταβληθούν ή καταργηθούν. Πρόκειται για μια πράξη αυτοπροστασίας, όχι για μια «ευκαιριακή αποχώρηση».
Οι «ήσυχες» ανατροπές
Είναι κρίσιμο να υπενθυμίσουμε ότι η πρώτη ουσιαστική παρέμβαση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης μετά την έξοδο της χώρας από την επιτροπεία, έγινε χωρίς καμία ευρωπαϊκή απαίτηση. Συγκεκριμένα, με τον Ν. 4997/2022, καταργήθηκε η δυνατότητα λήψης μειωμένης σύνταξης στα 55, 56 ή 58 έτη για δημοσίους υπαλλήλους που είχαν 25ετία το 2010, 2011 και 2012, εφόσον συμπλήρωναν το αντίστοιχο ηλικιακό όριο μετά τις 31/12/2022. Πρόκειται για σιωπηρή αλλά ουσιαστική αύξηση των ορίων, δίχως κοινωνικό διάλογο, σε μια περίοδο κανονικότητας.
Ασφαλιστική υπονόμευση μέσω του εργασιακού πλαισίου
Παράλληλα, με το πρόσφατο εργασιακό νομοσχέδιο εισάγονται διατάξεις που καταργούν την προσαύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για την υπερεργασία, τις υπερωρίες, τη νυκτερινή εργασία και την εργασία κατά τις αργίες. Η εξέλιξη αυτή δεν είναι ουδέτερη: υπονομεύει τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων και, ταυτόχρονα, μειώνει τις συντάξιμες αποδοχές των εργαζομένων, οδηγώντας σε χαμηλότερες συντάξεις στο μέλλον. Δηλαδή, από τη μία αποδυναμώνεται το ασφαλιστικό σύστημα και από την άλλη υπονομεύεται το μελλοντικό εισόδημα των συνταξιούχων.
Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι, με την εισαγωγή της δυνατότητας ημερήσιας απασχόλησης διάρκειας έως και 13 ωρών, που μας γυρίζει πίσω στον εργασιακό Μεσαίωνα, δεν προβλέφθηκε καμία ασφαλιστική μέριμνα ή αντιστάθμισμα που να αναγνωρίζει την υπέρμετρη εξουθένωση των εργαζομένων και να μεταφράζει αυτή την καταπόνηση σε ευνοϊκότερους συνταξιοδοτικούς όρους. Με απλά λόγια, ζητείται από τον εργαζόμενο να δώσει περισσότερα, χωρίς καμία εγγύηση ότι αυτό το «περισσότερο» θα του επιστραφεί ως καλύτερη σύνταξη ή ταχύτερη έξοδος από την εργασία.
Η Ελλάδα έκανε ήδη περισσότερα από όσα είχε δεσμευθεί
Η Ελλάδα, βάσει των υποχρεώσεων του Ν. 4336/2015 (τρίτο Μνημόνιο), όφειλε να εξισώσει σταδιακά τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτή η προσαρμογή ολοκληρώθηκε νωρίτερα από το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα και με ιδιαίτερη αυστηρότητα, μέσω της βίαιης κατάργησης όλων των ενδιάμεσων ορίων (μεταβατικών διατάξεων). Η εκπλήρωση των δεσμεύσεων έγινε πλήρως και πρόωρα. Συνεπώς, ουδεμία βάση υπάρχει για περαιτέρω αυξήσεις σήμερα. Δεν είναι πια ούτε ευρωπαϊκή απαίτηση ούτε κοινωνικά ανεκτό μέτρο.
Είναι πολιτική επιλογή με κοινωνικό κόστος.
Αντί για νέα αύξηση των ορίων ηλικίας, χρειαζόμαστε ενίσχυση της εργασίας
Η προσχηματική αύξηση των ορίων ηλικίας δεν αποτελεί λύση στο συνταξιοδοτικό πρόβλημα. Η ουσιαστική απάντηση βρίσκεται στην ενίσχυση της εργασίας και της εισφοροδοτικής βάσης. Το βάρος πρέπει να δοθεί:
• στην ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, με στόχο τη βελτίωση των μισθών και των όρων απασχόλησης, που θα ενισχύσουν άμεσα τα ασφαλιστικά ταμεία και
• στη δημιουργία ουσιαστικών κινήτρων για τους νέους, ώστε να παραμείνουν στη χώρα, να συμμετάσχουν ενεργά στην οικονομία και να συνεισφέρουν στο ασφαλιστικό σύστημα.
Το συνταξιοδοτικό δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με προχειρότητα, λογικές λιτότητας και λογιστικές ισορροπίες. Η συνεχής μετατόπιση των ευθυνών στους ασφαλισμένους δεν αποτελεί βιώσιμη στρατηγική. Αντί για νέες αυξήσεις στα όρια ηλικίας, η πολιτεία οφείλει να επενδύσει στη σταθερότητα της εργασίας, στην παραγωγική βάση και στην εμπιστοσύνη στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News