Αλέξανδρος Μαλλιάς: «Η Ελλάδα πρέπει να στηριχθεί στις δυνάμεις της» ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο έμπειρος διπλωμάτης αναλύει τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η Ελλάδα στην εξωτερική πολιτική της, τις τουρκικές απειλές αλλά και το μήνυμα που πρέπει να πάρει η Ρωσία.

Αλέξανδρος Μαλλιάς: «Η Ελλάδα πρέπει να στηριχθεί στις δυνάμεις της» ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο πρέσβης επί τιμή και εκ πεποιθήσεως ευρωπαϊστής Αλέξανδρος Μαλλιάς παραχώρησε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στην «Πελοπόννησο», φωτίζοντας κρίσιμες πτυχές της ελληνικής διπλωματίας. Με καταγωγή από την ορεινή Γορτυνία και βαθιές οικογενειακές ρίζες στην Πάτρα, υπηρέτησε επί δεκαετίες το υπουργείο Εξωτερικών, από τα Βαλκάνια έως την Ουάσιγκτον. Με πλούσιο συγγραφικό έργο και ενεργή παρουσία στον δημόσιο διάλογο, παραμένει μία από τις πιο έγκυρες φωνές στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Στη συνέντευξη καταθέτει εμπειρίες, θέσεις και ανησυχίες για το παρόν και το μέλλον της χώρας.

-Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή της διπλωματικής σας πορείας και ποια στρατηγική ακολουθήσατε για να την αντιμετωπίσετε;
Εχω υπηρετήσει πολλά χρόνια στο υπουργείο Εξωτερικών και πλέον είμαι συνταξιούχος. Οι δεσμοί μου με την Αχαΐα και την Πάτρα είναι στενοί, τόσο οικογενειακοί όσο και φοιτητικοί. Η καριέρα του Ελληνα διπλωμάτη είναι απαιτητική· έχω υπηρετήσει σε χώρες πρώτης γραμμής, όπως Σκόπια, Αλβανία, Βουλγαρία, και ως παρατηρητής της ΕΕ μεταξύ Κροατίας και Σερβίας, καθώς και στον ΟΗΕ και στην πρεσβεία της Ουάσιγκτον, την πιο τιμητική θέση για έναν Ελληνα διπλωμάτη.
Η πορεία αυτή φέρνει δύσκολες αλλά και καλές στιγμές. Μια διπλωματική καριέρα προϋποθέτει δύο βασικά: να είσαι προσγειωμένος και να μη θεωρήσεις πως η σταδιοδρομία θα σου αποφέρει οικονομικά οφέλη. Υπήρξαν δυσκολίες είτε με προσωπικό είτε με κυβερνητικές επιλογές, αλλά ο διπλωμάτης οφείλει να υπηρετεί πιστά το εθνικό συμφέρον, όπως ορίζεται από τη νόμιμη κυβέρνηση, με πίστη και αφοσίωση.
Σε περίπτωση διαφωνίας, υπάρχουν δύο επιλογές: να υποβάλεις παραίτηση ή να ζητήσεις να τεθείς σε διαθεσιμότητα και αλλαγή θέσης. Η δημόσια αντιπαράθεση είναι κακή επιλογή. Πιστεύω ότι η έντιμη στάση ενός διπλωμάτη είναι να αποδέχεται τις επιλογές της κυβέρνησης ή να αποχωρεί, αν δεν συμφωνεί, με αφοσίωση στην πατρίδα και το Σύνταγμα.

 

-Κύριε πρέσβη, θέσατε το θέμα της σύγκρουσης προσωπικών και κρατικών επιλογών -το απαντήσαμε, προέχει το κράτος. Ωστόσο, σήμερα προκύπτουν συχνά συγκρούσεις και ανάμεσα στις ίδιες τις εθνικές επιλογές…
Πριν ξεκινήσει κανείς καριέρα ως κρατικός λειτουργός, διπλωμάτης, δικαστικός ή στον ιδιωτικό τομέα, είναι χρήσιμο να μελετήσει τους κλασικούς, όπως Σοφοκλή, Ευριπίδη και Αισχύλο, γιατί τα διλήμματα της ζωής έχουν απαντηθεί μέσα από αυτά.
Η Ελλάδα από το 1974 και μετά, μετά την πτώση της Χούντας, βίωσε μεγάλες διαφορές μεταξύ των κυβερνήσεων. Ως διπλωμάτης, έζησα περιόδους που τίθενταν κρίσιμα ερωτήματα για τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Η γενιά μας γαλουχήθηκε στην πίστη -έναν ακλόνητο συνταγματικό πατριωτισμό- και στόχος μας ήταν να μετατρέψουμε τα αρνητικά βιώματα σε θετικά έργα για τη δημόσια διοίκηση.
Οταν λέω «εμείς», εννοώ ολόκληρη τη γενιά πολιτικών, στρατιωτικών, διπλωματών και δημοσιογράφων που ανέλαβαν δημόσιο λόγο και υπηρεσία μετά τη Χούντα. Για εμάς, το διεθνές δίκαιο, το Σύνταγμα και η νομιμότητα ήταν η «σημαία» μας, η βάση για κάθε δράση και απόφαση, ακόμη και σε δύσκολες και ρομαντικά αφελείς στιγμές στο διεθνές πεδίο.

-Να επικαιροποιήσω το ερώτημα και να το κάνω πιο συγκεκριμένο: ναι, η σημαία σας ήταν ξεκάθαρη. Ομως σήμερα, ειδικά μετά την εκλογή Τραμπ, βλέπουμε κράτη –πρωτίστως τις ΗΠΑ αλλά και άλλα με αφορμή αυτές– να αντιμετωπίζουν διεθνείς θεσμούς και το διεθνές δίκαιο με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Σε τέτοιες συνθήκες, για έναν διπλωμάτη με τις αξίες και τον τρόπο σκέψης της δικής σας γενιάς, τι σημαίνει αυτό και πώς το διαχειρίζεται;
Θεωρείται ότι ανήκω σε μια άλλη εποχή διπλωματίας, αλλά το βασικό είναι να είσαι ρεαλιστής και να κατανοείς τη λογική των αριθμών: όλα αναζητούν ισορροπία. Αν δεν μπορείς να τη βρεις σε υψηλό επίπεδο, την αναζητάς σε εφικτό επίπεδο. Σήμερα, η ισχύς είναι ο απόλυτος κανόνας, κάτι στενάχωρο που δεν μπορεί να διορθωθεί με αφορισμούς ή ευχές.
Ο διπλωμάτης πρέπει να κινείται όπως σε σκακιέρα, διασφαλίζοντας ότι κάθε κίνηση θα έχει συνέπεια και επόμενη ευκαιρία. Ακολουθώντας τα τεκταινόμενα διεθνώς, όπως η ομιλία του Προέδρου Τραμπ στον ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο, γίνεται σαφές ότι η Ελλάδα πρέπει να διαθέτει πανίσχυρες ένοπλες δυνάμεις και ισχυρή διπλωματία για να είναι υπολογίσιμη. Ισχυρή διπλωματία σημαίνει να στηρίζεσαι στη δύναμη της χώρας για να πείθεις.
Ζούμε σε μια μοναδική ιστορική φάση όπου οι διεθνείς κανόνες και συνθήκες, από τη Γιάλτα και τη Νέα Υόρκη μέχρι το Ελσίνκι και τη Χάρτα των Παρισίων, έχουν παραμεριστεί. Η εποχή που τα κείμενα και οι κανόνες του διεθνούς παιχνιδιού καθόριζαν τη συμπεριφορά των κρατών έχει αλλάξει, και πλέον η ισχύς καθορίζει τις σχέσεις και τις στρατηγικές διεθνώς.

-Αναφερθήκατε σε συνθήκες και κανόνες που έχουν παραμεριστεί, προσωρινά ή μόνιμα, λόγω του φαινομένου Τραμπ και της πολιτικής του, όπου «δίκαιο είναι το δίκαιο του ισχυρότερου». Πιστεύετε ότι, όταν πάψει να είναι πρόεδρος, αυτή η τάση θα υποχωρήσει ή πλέον έχουμε μπει σε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή, με την οικονομική και στρατιωτική ισχύ να επιβάλλεται;
Η Ελλάδα διαθέτει σημαντική οικονομική ισχύ, κυρίως μέσω της ναυτιλίας, όπου είμαστε η κορυφαία δύναμη στον κόσμο. Αυτό μας προσδίδει κύρος στις διεθνείς σχέσεις. Επιπλέον, οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις, ήδη ευρωπαϊκές και σύντομα παγκόσμιοι παίκτες, ενισχύουν την προβολή μας. Το συνολικό αποτέλεσμα της ελληνικής ναυτιλίας και των επιχειρηματικών ομίλων δημιουργεί σημαντική δύναμη που πρέπει να αξιοποιούμε.
Οσον αφορά το μέλλον, δεν μπορούμε να κάνουμε προφητείες. Η εποχή απαιτεί ρεαλισμό και προσοχή. Πριν τον πρόεδρο Τραμπ όμως, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έδειξε ότι ορισμένες χώρες αγνοούν τους διεθνείς κανόνες. Η πρόταση που ακούγεται στη Βιέννη, να εξασφαλίζεται ειρήνη με παραχώρηση εδαφών, αν γίνει γενική πρακτική, θα ήταν αδύνατο για την Ελλάδα να την αποδεχθεί, δεδομένης της υπαρξιακής απειλής που αντιμετωπίζει.

-Δεν έχω ειδική γνώση, αλλά με αφορμή τη λέξη «αναίτια» για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, θέλω να θέσω μια ερώτηση που εκφράζει πολλούς: ενώ είναι σαφές ότι το άδικο είναι με τη Ρωσία και η Ουκρανία πρέπει να διατηρήσει τα εδάφη της, δεν είναι όλα άσπρο-μαύρο. Πολλοί θεωρούν ότι η Ρωσία πιέστηκε έντονα από το ΝΑΤΟ και την πιθανή εγκατάσταση πυρηνικών κοντά της, κάτι που ενίσχυσε την πίεση και τα επιχειρήματά της.
Κατανοώ πλήρως την κατάσταση. Το ΝΑΤΟ και οι ηγετικές του δυνάμεις απέτυχαν να αποτρέψουν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, παρά τη στρατιωτική ανισορροπία υπέρ της Ρωσίας. Αρχικές εκτιμήσεις στις πρωτεύουσες της Δύσης ήθελαν την Ουκρανία να καταρρεύσει σε τρεις ημέρες, ενώ ο πρόεδρος Ζελένσκι αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Αυτό απέδειξε ότι το ηθικό κίνητρο υπέρ της πατρίδας και της προστασίας της οικογένειας υπερτερεί κάθε αριθμητικής υπεροχής του εισβολέα, κάτι που η Ελλάδα γνωρίζει καλά από την ιστορία της.
Το δίδαγμα είναι ξεκάθαρο: Οποιος απειλείται με εισβολή από γειτονική χώρα, -και νομίζω ότι η Ελλάδα αποτελεί τέτοια περίπτωση με την Τουρκία- έχει εθνική υποχρέωση να στηριχθεί στις δικές του δυνάμεις.
Καταρχήν, αν δεν στηριχθείς στις δικές σου δυνάμεις, δεν μπορείς να περιμένεις από κανέναν τρίτο, όσο σύμμαχος και φίλος να είναι, να κάνει εκείνος τη δουλειά που δεν κάνεις εσύ. Επιπλέον, χρειαζόμαστε περισσότερη πολιτική και κοινωνική συνοχή.

-Επιστρέφοντας στα θέματά μας, αναφέρατε ότι η Ελλάδα δεν έχει αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητές της, όπως στη ναυτιλία, ενώ οι επιχειρήσεις μας δυναμώνουν και γίνονται πολυεθνικές. Υπάρχουν κι άλλα πλεονεκτήματα, όπως η γεωστρατηγική θέση, οι διεθνείς σχέσεις και η οικονομική διείσδυση στα Βαλκάνια, που παραμένουν ανεκμετάλλευτα.
Η Ελλάδα βίωσε την παρ’ ολίγον πτώχευση και συνεχίζει να ζει υπό οικονομική επιτήρηση και δανεικά από την Ευρωπαϊκή Ενωση, γεγονός που είχε σοβαρό αντίκτυπο στις ελληνικές τράπεζες και την οικονομική μας δραστηριότητα στα Βαλκάνια. Σε πολλές χώρες, όπως Ρουμανία, Βουλγαρία, Σκόπια, Αλβανία και άλλες, η Ελλάδα κατείχε ηγεμονική θέση μέσω επενδύσεων, εξαγωγών και ελέγχου κρίσιμων τομέων όπως ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, τρόφιμα και αδρανή υλικά, όπως μάρμαρα υψηλής ποιότητας.
Η οικονομική παρουσία της χώρας ενίσχυε τη διπλωματική και πολιτική επιρροή. Δυστυχώς, με το δεύτερο μνημόνιο, οι ελληνικές τράπεζες υποχρεώθηκαν να κλείσουν, γεγονός που διευκόλυνε τον ανταγωνισμό ευρωπαϊκών τραπεζών, ιδιαίτερα αυστριακών, οι οποίες κατέλαβαν το μερίδιο αγοράς που είχαμε προηγουμένως.
Η απώλεια αυτή κόστισε σημαντικά τόσο στην οικονομία όσο και στη διπλωματία και την πολιτική μας επιρροή. Κάθε έδαφος που χάνεται απαιτεί πολλαπλάσια επένδυση, οικονομική και πολιτική, για να ανακτηθεί. Η εμπειρία αυτή δείχνει ότι η ισχυρή οικονομική βάση είναι αναγκαία για τη διατήρηση της επιρροής και της ασφάλειας της χώρας, ειδικά σε περιφερειακά και διεθνή θέματα, και υπογραμμίζει τη σημασία στρατηγικού σχεδιασμού και στήριξης κρίσιμων τομέων για τη διατήρηση της θέσης μας στον κόσμο.

-Ποια είναι η γνώμη σας για το μέλλον, ειδικά σε σχέση με την πιθανή ανάκτηση; Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η κατάσταση;
Η Ελλάδα μπορεί να ανακτήσει καλύτερη θέση στα Βαλκάνια, αλλά το επίκεντρο πλέον είναι η επένδυση στην τεχνητή νοημοσύνη και η δημιουργία ποιοτικού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Παρά τις καθυστερήσεις, η χώρα διαθέτει κρίσιμα πλεονεκτήματα: τον οικουμενικό πολιτισμό και την ομογένεια, στοιχεία που μπορούν να ενισχύσουν την επιρροή της διεθνώς.
Ωστόσο, η διαχρονική αστάθεια στον χειρισμό της ομογένειας, όπως η συχνή αλλαγή υφυπουργών από τον Δήμο Ελληνισμού, δείχνει έλλειψη στρατηγικής. Η Ελλάδα πρέπει να εντάξει τη διαχείριση αυτών των θεμάτων στη δημόσια και οικονομική διπλωματία, αποφεύγοντας την απευθυνόμενη σε μικρές, περιορισμένες ομάδες με μειωμένη επιρροή.
Κρίσιμη προτεραιότητα είναι η επιστροφή των εγκεφάλων που έφυγαν λόγω της οικονομικής κρίσης. Παρότι οι μισθοί στην Ελλάδα δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτούς διεθνών εταιρειών και πανεπιστημίων,όπως το MIT ή το Harvard, η χώρα μπορεί να προσφέρει αξιοπρεπή διαβίωση και ευκαιρίες σε νεοφυείς και καινοτόμες επιχειρήσεις.
Η εμπειρία των ελληνικών πανεπιστημίων, όπως η Πάτρα, δείχνει τη σημασία των κοινοτήτων καινοτομίας, όμως οι διαρροές επιστημόνων παραμένουν σημαντικό πρόβλημα. Αρκεί η κυβέρνηση να συνδυάσει σωστή στρατηγική με την ενεργό συμμετοχή των επιχειρήσεων, ώστε τα λαμπρά ελληνικά μυαλά να επιστρέψουν και να ενισχύσουν τη χώρα οικονομικά, τεχνολογικά και διπλωματικά.

-Μιλάμε για την οικονομία και τις εξελίξεις της, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και τα social media με την άμεση πληροφόρηση. Πώς επηρεάζουν αυτές οι αλλαγές τη διπλωματία;
Η άμεση διαστρέβλωση της αλήθειας βλάπτει σοβαρά την προσωπική και την εθνική μας υγεία.

-Αρα είναι απειλή κ. πρέσβη, δεν είναι ευκαιρία;
Η διαστρέβλωση είναι απειλή. Η διαστρέβλωση της αλήθειας είναι απειλή. Διότι είναι αρνητική προπαγάνδα.

-Η πρόοδος της τεχνολογίας στα social media ταυτίζονται με τη διαστρέβλωση;
Αναρωτιέμαι συχνά αν τα δύο μεγάλα «σωσίβια» της εθνικής μας πορείας μετά το 1974 -η ένταξη της Ελλάδας και στη συνέχεια της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση- θα ήταν εφικτά σήμερα, με το περιβάλλον που έχει διαμορφώσει το διαδίκτυο. Αυτές οι επιτυχίες αποτελούν κορυφαία επιτεύγματα του ελληνισμού και καθόρισαν την ασφάλεια και τη θέση μας στην Ευρώπη.
Ομως σήμερα το ψηφιακό περιβάλλον λειτουργεί διαφορετικά. Το διαδίκτυο δεν είναι μόνο εργαλείο ενημέρωσης ή τεχνολογικής προόδου· χρησιμοποιείται συχνά μεθοδικά από χώρες και θεσμούς που θα επιθυμούσαν την αποδυνάμωση της Ελλάδας.

-Γενικά, κάποιος που σας ακούει αντιλαμβάνεται ένα ζοφερό μέλλον. Οι διεθνείς οργανισμοί, όπως ΟΗΕ και ΕΕ, βλέπουν τον ρόλο τους να απειλείται ή να αλλάζει, ενώ οι νέες τεχνολογίες συνεχίζουν να εξελίσσονται και η χώρα μας δεν παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάνοντας την κατάσταση δύσκολη.
Πριν προλάβουμε να ακολουθήσουμε το τρένο της τεχνολογίας, πρέπει να είμαστε εμείς η ατμομηχανή του, να ηγούμαστε της πορείας και να αποτελούμε τα πρώτα βαγόνια στην πρωτοπορία. Ο κυβερνοχώρος είναι ταυτόχρονα ευκαιρία και απειλή: σήμερα παρατηρούμε χώρες να τον χρησιμοποιούν για αποσταθεροποίηση κυβερνήσεων και προσώπων.
Η Ελλάδα διαθέτει πλεονέκτημα, καθώς μπορεί να αξιοποιήσει τα ελληνικά μυαλά και χέρια για τρεις βασικές λειτουργίες: άμυνα όταν δεχόμαστε επίθεση, αποτροπή για να μην δεχθούμε επίθεση και ανταπόδοση όταν χρειάζεται. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικά βήματα, χάρη σε υπουργούς γνώστες του αντικειμένου, αλλά η απειλή παραμένει και απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση.

 

-Κλείνοντας, επιστρέφουμε στο γνώριμο θέμα της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής: οι σχέσεις με τους γείτονες. Μεγαλώσαμε με απειλές από βορρά και ανατολή, τα τελευταία χρόνια κυρίως από ανατολή, με τις σχέσεις με την Τουρκία υπό σχετικό έλεγχο. Πώς βλέπετε να εξελίσσονται;
Η Ελλάδα οφείλει να είναι πανίσχυρη, καθώς η εθνική άμυνα δεν περιορίζεται σε αεροσκάφη 5ης γενιάς όπως τα F-35 ή Rafale, αλλά βασίζεται και στο ανθρώπινο δυναμικό της. Οσο ισχυρότεροι αμυντικά, τόσο μεγαλύτερη η διπλωματική ασφάλεια και η δυνατότητα αντιμετώπισης απειλών, τόσο από την Τουρκία όσο και από τη Ρωσία.
Η Ρωσία εάν δεν αντιμετωπιστεί με μια κόκκινη γραμμή και από το ΝΑΤΟ, το οποίο δεν το βλέπω σήμερα γιατί δεν υπάρχει ενότητα στο ΝΑΤΟ για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την Ρωσική Ομοσπονδία, δηλαδή αν αφήσουμε χώρο στους κύριους που διοικούν απολυταχικά, χωρίς θεσμούς δημοκρατικού ελέγχου της εξουσίας, χωρίς ελεύθερα ΜΜΕ, χωρίς να υπάρχει κοινωνία των πολιτών, όπου φιμώνονται ή δολοφονούνται οι πολιτικοί αντίπαλοι, είτε αυτοί είναι στη Σιβηρία, είτε αυτοί είναι στη Μόσχα είτε είναι στην Κωνσταντινούπολη ή στην Αγκυρα, τότε νομίζω ότι βρισκόμαστε με τα βεβαιότητας σε μια φάση όπου πρέπει να είσαι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να αντιμετωπίσεις την απειλή. Εγώ θεωρώ ότι είμαστε σε ένα σημείο τη στιγμή αυτή.
Η Τουρκία δεν έχει αποσύρει καμία από τις διεκδικήσεις της. Καμία. Αντιθέτως προσθέτει καινούργιες.
Η Ελλάδα προχωρά στην ενίσχυση της αποτροπής της, με την παραλαβή των F-35, αποκτώντας στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι πιθανής τουρκικής συμμετοχής στο ίδιο πρόγραμμα στο μέλλον. Η χώρα κάνει σημαντικά βήματα στον τομέα της αμυντικής αποτροπής και διπλωματίας, αλλά απαιτείται εσωτερική συνοχή και συνεννόηση μεταξύ κομμάτων για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.
Η ετοιμότητα και η συνειδητοποίηση της δύναμης αποτελούν βασικό στοιχείο στρατηγικής. Η Ελλάδα, πιστεύοντας στις δυνατότητές της και διατηρώντας ισχυρή αποτροπή, μπορεί να διασφαλίσει τη σταθερότητα και την ασφάλεια της χώρας, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, απέναντι σε γεωπολιτικές απειλές.

-Δεν μπορώ να μην κάνω μια ακόμη ερώτηση, που συνδέεται με την προηγούμενη: η κοινή γνώμη θεωρεί ότι στην εξωτερική πολιτική υπάρχει μια εθνική γραμμή που ακολουθούν τα κυβερνώντα κόμματα, δείχνοντας ομοιογένεια. Εσείς, όμως, το βλέπετε διαφορετικά…
Ναι, διότι έχουμε δει μια κυβέρνηση να διαπραγματεύεται συμφωνίες στρατιωτικής και αμυντικής συνεργασίας, αλλά μόλις γίνεται αντιπολίτευση να τις καταψηφίζει ή να απέχει όταν έρχονται προς ψήφιση, όπως συνέβη με τη νέα συμφωνία Ελλάδας – ΗΠΑ, τις φρεγάτες Μπελαρά ή τα αεροσκάφη Ραφάλ. Ακόμη και η συμφωνία με τη Γαλλία, που αποτελεί στρατηγικό σύμμαχο σε περίπτωση κρίσεων στο Αιγαίο, αντιμετωπίστηκε με ψήφους κατά ή αποχή. Τέτοιες αντιδράσεις δείχνουν έλλειψη ευαισθησίας απέναντι σε κρίσιμα θέματα εθνικής ασφάλειας. Ιδιαίτερα τα κόμματα που έχουν κυβερνήσει θα έπρεπε να κατανοούν καλύτερα τι σημαίνει διακυβέρνηση και να διασφαλίζουν έναν κοινό παρονομαστή στις σχέσεις με την Τουρκία, για τη σταθερότητα και ασφάλεια της χώρας.

 

Η «Πελοπόννησος» και το pelop.gr σε ανοιχτή γραμμή με τον Πολίτη

Η φωνή σου έχει δύναμη – στείλε παράπονα, καταγγελίες ή ιδέες για τη γειτονιά σου.

Viber: +306909196125