Θέατρο – Κριτική: Οικείες αντανακλάσεις
«Η εργασία μου είναι αξεχώριστη απ’ τη ζωή μου. Δεν έχω γράψει ούτε μια γραμμή, που δεν ήταν καρπός της προσωπικής μου πείρας», σημειώνει ο κορυφαίος Αμερικανός δραματουργός Ευγένιος Ο’ Νηλ, υπογραμμίζοντας τη στενή συνεξάρτηση της τέχνης και της ζωής. Αυτό ισχύει και για το αριστοτεχνικό δράμα της στερνής του περιόδου «Ταξίδι μεγάλης Μέρας μέσα στη Νύχτα» (1941), που γράφηκε «με δάκρυα και αίμα» και αφορά, λόγω της διαχρονικότητάς του, τον άνθρωπο κάθε εποχής. Με επιρροές από τους δύο μεγάλους σκανδιναβούς – Ιψεν και Στρίντμπεργκ – αλλά και από τους αρχαίους τραγικούς, ο Ο’ Νηλ στο έργο αυτό αυτοβιογραφείται, αποκαλύπτοντας χωρίς οίκτο και ωραιοποιήσεις τις εσωτερικές ρωγμές του ίδιου και των οικείων του, όλα όσα πλήγωσαν τη νιότη του και σημάδεψαν τη ζωή του.
Θέμα του ο θεσμός της αμερικάνικης οικογένειας στη πλέον αρνητική εκδοχή του. Οι Τάιρονς, μια οικογένεια μεταναστών πρώτης γενιάς, αναμοχλεύουν την εφιαλτική περιπέτεια της ζωής τους και βιώνουν τη δραματική δίνη της πτώσης τους. Ο πατέρας και σύζυγος Τζέιμς, ένας ηλικιωμένος ηθοποιός και κτηματίας, που η φιλαργυρία του κατέστρεψε την οικογένειά του. Η γυναίκα του Μαίρη, ταλαιπωρημένη από τον εθισμό της στη μορφίνη ήδη από τη γέννηση του μικρού της γιού. Ο μεγαλύτερος γιός του ζευγαριού Τζέιμι, ένας αλκοολικός, υποταγμένος στη μοίρα του από τα τριάντα τέσσερα χρόνια του, άνεργος αφού εξαναγκάστηκε να ασκήσει το επάγγελμα του πατέρα. Ο μικρότερος, ο 25χρονος Εντμοντ, που επέστρεψε από τα καράβια, για ν’ ανακαλύψει ότι είναι φυματικός, αποτελεί μια χαραμάδα φωτός μέσα στον οικογενειακό ζόφο, αντανάκλαση της ψυχής του ίδιου του συγγραφέα.
Μια τραγική αίσθηση της ζωής πλανάται στην ατμόσφαιρα. Οι ουσίες και οι εξαρτήσεις από αυτές βοηθούν να έρθουν στην επιφάνεια με περισσότερη άνεση τα μύχια της ψυχής των προσώπων, τα τρωτά σημεία και τα απωθημένα τους, οι συμβιβασμοί τους, τα πάθη και τα λάθη τους. Καθώς το θεατρικό ταξίδι της μιας μέρας προχωράει προς τη νύχτα, η ομίχλη που καλύπτει τις πράξεις τους, δεν θολώνει το τοπίο αλλά γίνεται η απαραίτητη συνθήκη για να αναδυθούν με μεγαλύτερη περιπλοκότητα οι αλήθειες τους. Τσακισμένοι άνθρωποι, μεμψίμοιροι μετανάστες στο ίδιο τους το σπίτι, λαχταρούν να φέρουν πίσω τις ευτυχισμένες μέρες που έζησαν κάποτε, πασχίζοντας παρά τις αντιξοότητες να κρατήσουν ζωντανή τη σχέση τους. Ομως δείχνουν να μην ξέρουν τον τρόπο. Αν και οι μνήμες είναι εκεί, μοιάζει να μην έχουν καταλάβει τι ζητάνε από τη ζωή. Η πορεία, στην οποία αφήνονται, και οι επιλογές τους δεν ταιριάζουν πια με εκείνες τις μέρες.
Αν και το τέλος μένει μετέωρο και επομένως ανοιχτό σε διαφορετικές αναγνώσεις, είναι βέβαιο ότι ο Ευγένιος Ο’ Νηλ γράφει ένα βαθιά αυτοαναφορικό και ψυχογραφικό έργο για την οικογένεια και τις νευρώσεις της, την κληρονομιά των εθισμών και των εξαρτήσεων αλλά και των φόβων που περνούν από γενιά σε γενιά. Για την πεποίθηση τελικά του ανθρώπου πως δε μπορεί να αποφύγει τη μοίρα του, η οποία μπορεί να οδηγήσει στην απόσυρση από τη ζωή και τη συμφιλίωση είτε με τον θάνατο είτε με τις ανεπάρκειές του.
Με φόντο το δισυπόστατο σκηνικό τοπίο, που δημιούργησε η Ελένη Μανωλοπούλου υπηρετώντας το ρεαλιστικό όσο και το συμβολικό φορτίο του έργου -λάκκοι που υπογραμμίζουν την κίνηση των προσώπων μεταξύ ζωής και θανάτου από τη μια και συρόμενα αδιαφανή παραβάν που διασφαλίζουν μια ομιχλώδη θέαση της νοσηρής οικογενειακής αρένας από την άλλη- με τον λόγο του συγγραφέα να αποδίδεται μέσα από την τραγικά ηλεκτρισμένη πυκνότητα της μετάφρασης του Νίκου Γκάτσου, ο Δημήτρης Καραντζάς σκηνοθέτησε τη θεατρική αυτοβιογραφία του Ο’ Νηλ, επιδιώκοντας να περιστείλει τη σκληρότητα του ρεαλισμού της και να αναδείξει αντισταθμιστικά τους διαχρονικούς συμβολισμούς της.
Οι ερμηνείες εξαιρετικές, κινούνται σε εξομολογητικούς τόνους, ξεγυμνώνοντας την ψυχή των προσώπων ως το μεδούλι της για να συναντηθεί με την αλήθεια και αποβαίνουν λυτρωτικές και καθαρτήριες. Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς χτίζει τον πατέρα διαπλέκοντας την υπαρξιακή αγωνία με τις απωθημένες σκέψεις και την έκρηξη του εγωισμού με την εκδήλωση των πατρικών αισθημάτων. Σε μια δυνατή στιγμή της, η Μπέττυ Αρβανίτη πλάθει τη μορφινομανή Μαίρη με συγκινητικές ανθρώπινες αποχρώσεις, ως μια κατακερματισμένη μορφή, που μοιράζεται ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, την πραγματικότητα και το ονειρικό παραλήρημα.
Στο ρόλο του Τζέιμι ο Αινείας Τσαμάτης, απόλυτα εναρμονισμένος με το νοσηρό οικογενειακό κλίμα αναδεικνύει μέσα από μια εσωτερική ερμηνευτική διαδρομή τις αντιφάσεις και τις ματαιώσεις, τα ελλείμματα και τις κυνικές άμυνες του ανερμάτιστου μεγαλύτερου γιου. Ο Βασίλης Μαγουλιώτης ως Εντμοντ υψώνεται σε μάρτυρα κατακρήμνισης των οικογενειακών δεσμών, ισορροπώντας εύστοχα ανάμεσα στην αρνητική σχεσιοδυναμική και την ονειροπόλα διάθεση. Η Κάθλην της Ελίνας Ρίζου κομίζει στη σκηνή μια γνήσια γυναικεία παρουσία, μεστή δοτικότητας, πίστης και κατανόησης.
Μια απογειωτική παράσταση στο «Θέατρο οδού Κεφαλληνίας» που επιτρέπει στον θεατή να ακούσει τους εσωτερικούς τριγμούς των ηρώων και να ανακαλύψει κρυμμένες πτυχές του δικού του εαυτού.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News