Είναι ωραίο

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Είναι ωραίο να βλέπεις θέατρο σε μια γεμάτη αίθουσα, έστω και αν οι δημογραφικές ισορροπίες τάσσονται προς την πλευρά των γυναικών, κάτι που σε προβληματίζει. Συμβαίνει κάτι με τους άντρες ή μήπως εσύ προδίδεις το φύλο σου; Οι γενικεύσεις μπορούν να σε οδηγήσουν σε άστοχα συμπεράσματα και προκαταλήψεις, αλλά η στατιστική των εισιτηρίων τείνει να επιβεβαιώσει την παρατήρηση. Η οποία δεν ξέρουμε πώς ερμηνεύεται. Ισως οι γυναίκες αναζητούν τη συγκίνηση περισσότερο, σε σχέση με τους άνδρες, οι οποίοι συχνότερα από τις γυναίκες οχυρώνονται πίσω από το «και τι θα πάμε να δούμε;», μια ερώτηση παγίδα, με την οποία ζητάς από τον άλλον να σου εγγυηθεί ότι, παπάω-παπάω, το έργο θα είναι γρήγορο, νευρώδες, ευχάριστο, δεν κρατάει πολύ, δεν θα βαρεθούμε, δεν θα πιαστούμε, δεν έχει βαρείς και δυσνόητους στοχασμούς ούτε ακατανόητους συμβολισμούς που σε κάνουν να νιώθεις χάχας, ή σου επιβεβαιώνουν την πεποίθηση ότι οι άλλοι είναι οι χάχες και εσύ ο έξυπνος.

Είναι ωραίο να βλέπεις θέατρο που να αξίζει τον κόπο: Διορθώνουμε την αρχική παρατήρηση για να συναντήσουμε τις διαθέσεις του ευρύτερου κοινού που τρέφει απέναντι στο θέατρο μια καχυποψία: Ότι απαιτεί περισσότερη αυτοπειθαρχία και συγκέντρωση από όση τέρψη σου δίνει, κάτι που ακούγεται πολύ βαρύ σε μια εποχή που δεν ευνοεί καθόλου την αυτοπειθαρχία και τη συγκέντρωση, αντίθετα ενθαρρύνει την έκπτωσή τους μέσα από την σατραπικών προδιαγραφών τεχνολογία που σου επιτρέπει να ανοιγοκλείνεις την οθόνη, να σταματάς τη ροή, να επιλέγεις ανάμεσα σε τριάντα διαθέσιμες προβολές, να σκηνοθετείς με άλλα λόγια εσύ ο ίδιος τη διασκέδασή σου, να φέρεσαι σαν τους μεγαλοπροντιούσερ του Χόλιγουντ που φέρονταν σαν αυτοκράτορες στα κοντρόλ των ταινιών και που διέθεταν ιδιωτικές αίθουσες. Σήμερα όλοι έχουμε από μια τέτοια, και ασφαλώς πολύ περισσότερες από μια γνώμες: Σ’ αυτό ο Κλιντ Ιστγουντ έπεσε έξω.

Επιστροφή στο θέμα μας: Είναι ωραίο να βλέπεις θέατρο που αξίζει τον κόπο, σε μια γεμάτη αίθουσα που απολαμβάνει το θέαμα, ένα θέαμα με πατρινές υπογραφές, ξεκινώντας από το κείμενο, και φθάνοντας στις ερμηνείες, την κινησιολογία, τα σκηνικά, τον φωτισμό. «Email στα δέντρα», ο τίτλος και το θέμα. Δεν υπάρχουν δέντρα, εμείς είμαστε αυτά, οι εξομολογήσεις μας, οι ιστορίες μας, τα μυστικά μας, τα άγχη μας, οι νευρώσεις μας. Ο Τηλέμαχος Τσαρδάκας λατρεύει να πρωτοτυπεί, κυρίως όμως διακρίνεται από έναν τρυφερό αλλά και οξυδερκή ανθρωποκεντρισμό. Ο,τι κι αν κάνει, θέμα του θα είναι ο άνθρωπος, ο μέσος εμείς, αλλά εδώ που τα λέμε ποιο άλλο θα μπορούσε να είναι το θέμα σου όταν γράφεις για θέατρο; Στο νέο του έργο, ο Τ.Τ. δείχνει ωριμότερος στην παρατήρηση και ακόμα πιο εξελιγμένος στη γραφή. Το κείμενό του δεν είναι οι λέξεις και οι σκέψεις, αλλά η μουσική των χαρακτήρων που επινοεί, χαρακτήρων που- μέσα στην ακρότητά τους, η οποία συγχωρείται ως αναγκαίος καταλύτης, συγγραφική αδεία, για να εκδηλωθεί η ένταση του συναισθήματος- ουσιαστικά καθρεπτίζουν τον ψυχισμό, τις ευαισθησίες και τις ματαιώσεις καθενός μας.

Είναι ωραίο να βλέπεις θέατρο που να αξίζει τον κόπο, σε μια γεμάτη αίθουσα, παιγμένο από ώριμα και φρέσκα πρόσωπα που δίνουν μάχη στη σκηνή και σε παρασύρουν στον αγώνα τους. Είδαμε δύο δοκιμασμένους, Γεωργία Ηλιοπούλου και Κώστα Κουτρουμπή, και δύο νέους, Ελένη Ανδρικοπούλου και Νικόλα Τσίχλα, να εναλλάσσονται σε ρόλους, να επιδίδονται σε μια απολαυστική μιμική, να παίρνουν πάνω τους σκηνές, να συνδυάζουν ταχύτητα και φαντασία. Οι νεότεροι έρχονται από τη Δραματική Σχολή του ΔΗΠΕΘΕ, ο Τ.Τ. έχει εμπιστευθεί και άλλοτε αυτή τη φλέβα. Δεν μπορείς να αποφύγεις πίκα και μελαγχολία για μια πόλη που ελάχιστα ασχολείται με την αξιοποίηση της Δραματικής της Σχολής και δεν καταφέρνει- προσπαθεί;- να συγκροτήσει μια βιώσιμη θεατρική σκηνή με τις δικές της δυνάμεις, στηριγμένη από την κοινωνία, η οποία είναι πολύ γενναιόδωρη σε παραστάσεις δημοφιλών τοπικών πυρήνων και πολύ διστακτική σε πιο ανοιχτές καλλιτεχνικές αναμετρήσεις: Εκεί μας φρακάρει ένας αθεράπευτος επαρχιωτισμός που δεν αναγνωρίζει αυθεντίες και ταλέντα, παρεκτός αν έχουν στη σφραγίδα της τηλε-αναγωρισιμότητας. Η αντίδρασή μας είναι, είπαμε, «και τι θα πάμε να δούμε, δηλαδή;» ή «δεν θέλω να κλειστώ μέσα τέτοια εποχή» (Οκτώβριο, Δεκέμβριο, Φεβρουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο) αλλά ούτε και να τρέχουμε σε θερινές παραστάσεις «με αυτή τη ζέστη».

Email στα Δέντρα. Παίζεται ακόμα. Είναι ωραίο να βλέπεις θέατρο που αξίζει τον κόπο, γιατί βλέπε, διάβαζε, δες, άκου, κινήσου, συζήτα, τσακώσου, ζήσε, γέλα, κλάψε, στο τέλος αξίζεις τον κόπο κι εσύ.