Χιλιάδες κόσμος
*Ο Κωνσταντίνος Μάγνης είναι διευθυντής Σύνταξης εφημερίδας «Πελοπόννησος».
Χιλιάδες κόσμος, συναθροίζονται στην κεντρική οδό, ακολουθώντας ως επί μέρους πολυάνθρωπα, φωτισμένα αγήματα, πομπές επιταφίων που συγκλίνουν σε έναν Θρήνο. Θρήνο, που λέει ο λόγος. Πένθιμα τα λόγια των ψαλμών, αλλά ποιος θρηνεί; Τα πρόσωπα είναι χαρούμενα, τα βλέμματα ανακλούν την ευφορία της μαζικής συνεύρεσης, συγγενείς, ζευγάρια, γονείς με παιδάκια, μεσόκοποι ή ηλικιωμένοι, και κάποιοι γηραιοί και καταβεβλημένοι αλλά αμύνονται στη φθορά του χρόνου μέσα από το πείσμα και την προσήλωση στο παραδοσιακό, ετήσιο τελετουργικό. Μια πόλη ολόκληρη σε μια χαλαρή αλλά σαφή ομολογία θρησκευτικής ταυτότητας. Η συλλογική συνείδηση πεφωτισμένη και ενσαρκωμένη σε ένα πλατύ, ατέλειωτο θρησκευόμενο πλήρωμα. Θαύμα η ανάσταση, αλλά σάμπως δεν είναι θαύμα και η πίστη αγκαλιά με την παράδοση και την κοινή ταυτότητα; Όλα αυτά τα βλέπεις στην καρδιά μιας πόλης που διέπεται από το έθιμο της συνάντησης των επιταφίων.
Το θείο δράμα κορυφώνεται, αλλά δε βλέπεις δράμα πουθενά. Ζεις την απολαυστική αντίφαση της ανευβλαβούς ευλάβειας. Ο κόσμος είναι ήσυχος, σεβαστικός και περίπου ταπεινός. Τα ντυσίματα δεν είναι προκλητικά, απουσιάζει το στοιχείο της ανάρμοστης κοσμικότητας. Απουσιάζει όμως και η μέθεξη. Το αφήγημα της νεκρώσιμης πομπής και της οδύνης για το μαρτύριο και την απώλεια, παραμερίζεται. Τα ξέρουμε. Τα δεχόμαστε. Μετέχουμε εν σώματι αλλά όχι εν πνεύματι σε μια αναπαράσταση, η θεατρικότητα της οποίας δεν έχει πλέον ως θέμα της τον Υιό του Ανθρώπου, αλλά τον ίδιο τον Ανθρωπο, την κοινότητα, τη συλλογικότητα, τις παράλληλες πορείες μας και τις κοινές μας αναφορές. Δεν ζούμε έναν Επιτάφιο, αλλά έναν πολιτισμό. Εδώ, η ανάγκη να επιβεβαιώσουμε την ταυτότητά μας, το ανήκειν με τις όποιες σημάνσεις της έννοιας αυτής για τον καθένα μας, υπερβαίνει ακόμα και αυτή τη βαρύτητα του ιστορήματος και των συμβόλων. Η συλλογική ταυτότητα περιέχει τη θρησκεία και όχι η θρησκεία την ταυτότητα. Το μείζον είναι η συνοχή και η διαπίστωσή της με τη μορφή της μαζικής παρουσίας, που αποτελεί εγγύηση ασφάλειας και εισπράττεται ως θαλπωρή. Η πόλη παρίσταται σαν οικογένεια. Η σιωπή είναι μια αθόρυβη επιβεβαίωση της κοινής μας γλώσσας.
Ο Πέτρος προδίδει αρνούμενος. Ο πιστός προδίδει χαριτωμένα και δεν τύπτεται καθόλου. Το έλλειμμα ενσυναίσθησης για το δράμα- σαν να περνούν από μπροστά μας οι χιλιοπαιγμένες σκηνές του Τζεφιρέλι, και εμείς να περιμένουμε το φινάλε για να επιδοθούμε επιτέλους στην ευωχία του πανηγυρικού, φανερού και φωτεινού μας Δείπνου- είναι συγχωρητέο για τον Κληρικό και τον Ηγέτη. Αρκεί που το Ποίμνιο μετέχει. Αρκεί που παρίσταται. Αρκεί που τηρεί έστω χωρίς ενορχήστρωση και συντονισμό το δικό του μέρος του τελετουργικού. Αρκεί που γνωρίζει κάποια βασικά. Αρκεί που βιώνει μια σκηνοθεσία νηστείας: Ηδη από το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου ο κόσμος επιτίθεται σε λουκάνικα, αυγά και πατάτες. Συνομολογούμε ότι Κάτι Ανώτερο Υπάρχει. Ανάβουμε κερί. Αγαπάμε την Παναγιά. Σταυροκοπιόμαστε. Παρακολουθούμε το εορτολόγιο. Σεβόμαστε το θείο, είτε με πίστη είτε με δεισιδαιμονία. Δεν είναι εύκολο να τα ξεχωρίσεις. Ο αλέκτωρ λάλησε, το Πάσχα παρήλθε. Αληθώς Ανέστη. Τώρα θα αναληφθεί και ο κύκλος ξανανοίγει. Και του χρόνου με υγεία, χριστιανοί.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News