Γαλάτεια Βέρρα: «Η επικοινωνία με τις λέξεις είναι διαδικασία μυσταγωγική»

Γαλάτεια Βέρρα

Ακόμα μία ποιητική συλλογή, η έβδομη, έρχεται να προστεθεί στην εργογραφία της.  Τιτλοφορείται «στις συνοικίες του ονείρου» και κυκλοφορεί από τον «Κέδρο», τη νέα εκδοτική της στέγη. Περιλαμβάνει 143 ποιητικές της συνθέσεις, μέσα από τις οποίες είναι σαφής η ωριμότητα της γραφής που έχει επέλθει με τα χρόνια, καθιστώντας τις γλυκο-διάβαστες. Η Γαλάτεια Βέρρα έχει το χάρισμα να κλείνει μέσα σε ολιγόστιχα ποιήματα την ουσία των πραγμάτων, κάνοντας εύστοχες παρατηρήσεις, όσον αφορά στην εποχή μας και τα δεινά της, αλλά και να προσεγγίζει τα ποικίλα θέματά της με τη διεισδυτική της ματιά και τον δικό της, ιδιαίτερα λεπτό, και ευαίσθητο, τρόπο. Γι’ αυτό και η ποίησή της αποπνέει μελωδικότητα -δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ότι η δημιουργός της είναι μουσικός. Η πατρινή ποιήτρια μιλάει στην «ΠτΚ».

Πείτε μας για την επιλογή του τίτλου της ποιητικής συλλογής σας «στις συνοικίες του απείρου», αλλά και για την αφιέρωσή της «στο ακατάβλητο σθένος των δοκιμαζομένων».

Ο τίτλος της ποιητικής συλλογής έχει να κάνει με τα ακριβά μονοπάτια που θα βαδίσουν όσοι διατηρούν μία ηθική καθαρότητα. Μιλώ για ατραπούς ειρήνης και δικαιοσύνης. Οσον αφορά στην αφιέρωση εγκωμιάζω αυτούς που σηκώνουν ανάστημα γεμάτοι θάρρος και ηρωισμό απέναντι στους ποικίλους πειρασμούς των ημερών μας.

Χρόνος, μνήμη, προβληματισμοί/σχολιασμοί σχετικά με το σήμερα αναδύονται μέσα από τα ποιήματά σας. Αποτέλεσε το παρόν, τρόπον τινά,  εφαλτήριο το για ένα αντάμωμα-συνομιλία με το παρελθόν;

Παρελθόν, παρόν και μέλλον γίνονται ένα αεί παρόν. Ο,τι μας απασχόλησε αφήνει ίχνη αδιόρατα. Ο,τι μας συναντά κρύβει μια ιστορία, μία διαδρομή.

«Η φύση σαν κόρη δακρυσμένη/ξεσπά σε λυγμούς./Πλημμυρίζει μονοπάτια,/δημόσιους δρόμους, φαράγγια/και πλαγιές», στίχοι από το ποίημα «Η κόρη δακρυσμένη». Τι συναισθήματα σας προκαλεί αυτή η πανταχόθεν απειλούμενη πηγή ζωής;

Οχι και τα πλέον ευχάριστα. Πρέπει όμως να γευθούμε το σκοτάδι για να επιθυμήσουμε σφοδρά το φώς. Για να συνειδητοποιήσουμε τι στερηθήκαμε. Είναι αναγκαίο να μπούμε σε μία παιδαγωγία. Να πάρουμε το μάθημά μας.

«Η στοργή βαδίζει εξόριστη […] Δεν βρίσκεται στα χέρια/των μητέρων. […]Ούτε στους ήχους της/αναψυχής στις γειτονιές/Αλίμονο πόσο φτώχυνε η ανθρωπότητα». Πόσο μακρύς είναι, λέτε,  ο κατάλογος με τις ελλείψεις της ανθρωπότητας;

Οι ελλείψεις της ανθρωπότητας πολλές. Η κυριότερη είναι πως χάσαμε την ανθρωπιά μας. Επιστρέψαμε στο κέλυφός μας. Αποθεώσαμε το εγώ. Ετσι στερούμαστε την ολότητα της υγιούς επαφής των προσώπων. Της αλληλοπεριχώρησης, της ενσυναίσθησης.

«Ενέσκηψε λοιμός. Ημέρες οργής./Αποφαίνονται./Και οι στιγμές σε αποχρώσεις /νύχτας». Η συλλογή σας περιλαμβάνει ποιήματα γραμμένα το διάστημα Μαρτίου-Μαΐου 2020, εν μέσω πρώτου εγκλεισμού. Πώς επέδρασε αυτή η αναγκαστική απομόνωση στην καθημερινότητά σας αλλά και στη δημιουργικότητά σας; Τι σας στέρησε, τι σας έδωσε, ενδεχομένως;

Το διάστημα Μαρτίου- Μαΐου 2020 μού έδωσε την ευκαιρία επιστροφής στα ενδότερα της ύπαρξής μου. Με έκανε να αλλάξω προτεραιότητες. Να ιεραρχήσω ανάγκες. Να διατρανώσω αξίες. Να έλθω πιο αποφασιστικά στον αληθινό μου εαυτό. Ακόμη με έφερε αντιμέτωπη με τον φόβο και πώς έπρεπε να τον διαχειριστώ.

Πιστεύετε ότι η πανδημία θα αφήσει κάποιο αποτύπωμα μέσα μας;

Η πανδημία θα μας ωριμάσει. Είναι όπως μία εγχείρηση που πονά, φέρνει όμως την ίαση. Η ανθρωπότητα έπρεπε να δοκιμαστεί για να ξαναβρεί τον έντιμο εαυτό της. Τη γνησιότητα της υπόστασής της. Το απαράμιλλο ήθος της.

Από την περασμένη Δευτέρα, άνοιξαν τα σχολεία, επιστρέψατε κι εσείς μαζί με τους μαθητές. Πώς αντιμετωπίζετε την κατάσταση; 

Με ελπίδα. Με αισιοδοξία. Με βαθιά προσδοκία. Οι ψυχές των παιδιών διψούν την αγάπη μας. Διψούν τη στοργή, το γνήσιο ενδιαφέρον, την ποιότητα στην επικοινωνία, την αβίαστη καλοσύνη.

«Σίγησαν οι καρδιές./Μιλούν οι σφαίρες» γράφετε στο ποίημα «Φωτιά». Ενώ όσον αφορά στην τιμή, στο ομότιτλο ποίημα, καταλήγετε: «Μόνο ο εικοστός πρώτος αιώνας/δεν άντεξε ούτε τη μορφή της». Με τι ματιά ατενίζετε τη νέα χρονιά;

Με τη ματιά ενός μικρού παιδιού που ξέρει να συγχωρεί, να υπομένει, να ονειρεύεται, να λησμονεί να αγκαλιάζει ξανά το αμφίβολο παρόν.

Αγάπη. Στο ποίημά σας «Πρωτότυπη κλήση» γράφετε «αναπαύεται./Εχει κι αυτή τα όριά της». Στις μέρες μας, κατά πόσο έχει αντοχές, λέτε;

Η πραγματική αγάπη δεν έχει όρια. Σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο η αγάπη πάντα στέγει  πάντα υπομένει πάντα ελπίζει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.

«Ζω αναπνέοντας γράμματα./Η αλφαβήτα μου κρατά ζωηρή/συντροφιά./Σαν ιστός κυματίζει εντός μου./Τα ωραιότερα ταξίδια/μου τα δώρισαν οι λέξεις». Κάθε φορά που κινάτε, λοιπόν, για ένα τέτοιο ταξίδι, πώς ανταμώνετε, πώς επικοινωνείτε με τις λέξεις ώστε να τις βάλετε στο χαρτί;

Είναι μία διαδικασία μυσταγωγική. Ακρως υπερβατική. Νιώθω διάκονος του υπουργήματος της καταγραφής του λόγου. Είναι κάτι που με ξεπερνά και ταυτόχρονα με εμπεριέχει. Τα νοήματα αποφορτίζουν το εσωτερικό μου. Συμβάλλουν στην αρμονία της υπόστασής μου. Λυτρώνουν τις διαδρομές μου. Είναι θείες αχτίδες που με συναντούν και θερμαίνουν τη λεκτική μου προίκα.

ΜΟΙΑΖΕΙΣ…

Μοιάζεις με μολυβένιο στρατιωτάκι,/

καθώς βαδίζεις σε μάχη αμφίβολη./

Το όπλο σου κοιμάται ειρηνικά/

στον χαλασμό του κόσμο.

Το δενδρολίβανο στα ευγενικά /

σου χέρια ευωδιάζει μυστικά./

Κι εσύ μακάριος πορεύεσαι/

στην τοξική αγκάλη των καιρών».