Google: Γιατί οι ΗΠΑ αποφάσισαν να καταδικάσουν την εταιρεία για μονοπώλιο στη διαδικτυακή αναζήτηση
Ιστορική θεωρείται η απόφαση ομοσπονδιακού δικαστηρίου των ΗΠΑ να καταδικάσει την Google για παραβίαση των αντιμονοπωλιακών νόμων σε σχέση με τις διαδικτυακές αναζητήσεις. Η απόφαση, που θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν με το διαδίκτυο, αναφέρει ότι ο τεχνολογικός κολοσσός διατηρούσε μονοπώλιο στις υπηρεσίες αναζήτησης και στη διαφήμιση, παραβιάζοντας τον νόμο Sherman Act, κατά του μονοπωλίου.
Ο ομοσπονδιακός δικαστής Αμίτ Μέχτα αναφέρει χαρακτηριστικά στην απόφαση: «Η Google είναι μονοπώλιο και ενεργεί ως μονοπώλιο για να διατηρήσει το μονοπώλιό της». Η απόφαση θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες αποφάσεις των τελευταίων δεκαετιών σε τέτοια ζητήματα, φέρνοντας το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης αντιμέτωπο με μία από τις πλέον ισχυρές εταιρείες παγκοσμίως. Ήρθε, στο πλαίσιο και της ευρύτερης προσπάθειας των τελευταίων ετών τόσο από το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης και την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου, όσο και από τις ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές, που επιδιώκουν να ελέγξουν τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας για τυχόν μονοπωλιακές πρακτικές.
Η Google ελέγχει περίπου το 90% της αγοράς διαδικτυακής αναζήτησης και το 95% στα έξυπνα τηλέφωνα.
Τι αναφέρει η απόφαση
Η δίκη ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2023, ενώ δεν υπήρχαν ένορκοι, ενώ έγινε μια μακρά διακοπή προκειμένου ο δικαστής να εξετάσει την απόφαση. Οι τελικές αγορεύσεις ολοκληρώθηκαν την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου, με τον δικαστή να ολοκληρώνει τη δίκη λέγοντας ότι έχει επίγνωση της σοβαρότητας της υπόθεσης τόσο για την Google όσο και για το κοινό.
Η Google θα ασκήσει έφεση κατά της απόφασης, ενώ ο πρόεδρος της εταιρείας για τις παγκόσμιες υποθέσεις Κεντ Γουόκερ παρέθεσε τμήματα της απόφασης όπου ο Μέχτα αναφέρει ότι η μηχανή αναζήτησης είναι ανώτερη από τις ανταγωνιστικές.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, οι κυβερνητικοί εισαγγελείς είχαν υποστηρίξει ότι η Google μονοπωλούσε παράνομα τον έλεγχο της αγοράς αναζήτησης στο διαδίκτυο, δαπανώντας δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο για συμβάσεις με παρόχους όπως η Apple και η Samsung, προκειμένου να γίνει η προεπιλεγμένη μηχανή αναζήτησης στις συσκευές τους. Οι δικηγόροι του υπουργείου Δικαιοσύνης κατηγόρησαν τη Google ότι χρησιμοποιεί τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά – για να εκτοπίσει τους ανταγωνιστές της και να ενισχύσει τα δικά της διαφημιστικά έσοδα.
Οι συμφωνίες για προεπιλεγμένη διανομή παρείχαν στην Google ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της, αναφέρει η δικαστική απόφαση, με τον δικαστή να αποφαίνεται ότι ο τεχνολογικός κολοσσός δεν δικαιολόγησε επαρκώς αυτές τις συμφωνίες, ενώ ξόδεψε τεράστια ποσά για να εξασφαλίσει τις συμφωνίες. Μόνο το 20221, πλήρωσε πάνω από 26 δισ. δολάρια σε εταιρείες όπως η Apple προκειμένου να γίνει η προεπιλεγμένη μηχανή αναζήτησης στις συσκευές.
Ο δικαστής ανέφερε ότι ακόμη κι η εταιρεία ήταν έτοιμη να πληρώσει στους παρόχους δισεκατομμύρια δολάρια για να διεκδικήσει το μονοπώλιό της. Ένας νεοεισερχόμενος στην αγορά δεν θα μπορούσε να την ανταγωνιστεί.
«Ιστορική νίκη»
Ο γενικός εισαγγελέας των ΗΠΑ Μέρικ Γκάρλαντ χαρακτήρισε την απόφαση «ιστορική νίκη για τον αμερικανικό λαό» και πρόσθεσε: «Καμία εταιρεία -όσο μεγάλη ή με επιρροή κι αν είναι- δεν είναι υπεράνω του νόμου», ενώ εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου δήλωσε ότι η απόφαση υπέρ του ανταγωνισμού είναι «μια νίκη για τον αμερικανικό λαό. Οι Αμερικανοί αξίζουν ένα διαδίκτυο ελεύθερο, δίκαιο και ανοιχτό στον ανταγωνισμό».
Η απόφαση δεν αναφέρει τις ποινές που θα επιβληθούν στην Google για την παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, ενώ εγείρει σημαντικά ερωτήματα για το μέλλον της κυριαρχίας της στον κλάδο της αναζήτησης και τον τρόπο λειτουργίας της.
Τι απαντά η Google
«Η απόφαση αυτή αναγνωρίζει ότι η Google προσφέρει την καλύτερη μηχανή αναζήτησης, αλλά καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να μας επιτραπεί να την κάνουμε εύκολα διαθέσιμη», είπε ο Γουόκερ.
«Εκτιμούμε το συμπέρασμα του Δικαστηρίου πως η Google είναι “η μηχανή αναζήτησης με την υψηλότερη ποιότητα του κλάδου, η οποία έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη εκατοντάδων εκατομμυρίων ημερήσιων χρηστών”, ότι η Google “είναι εδώ και πολύ καιρό η καλύτερη μηχανή αναζήτησης, ιδιαίτερα σε κινητές συσκευές”, ότι “συνεχίζει να καινοτομεί στην αναζήτηση” και ότι “η Apple και η Mozilla αξιολογούν περιστασιακά την ποιότητα αναζήτησης της Google σε σχέση με τους ανταγωνιστές της και βρίσκουν ότι η Google είναι ανώτερη”. Δεδομένου αυτού, και του γεγονότος ότι οι άνθρωποι αναζητούν όλο και περισσότερες πληροφορίες με όλο και περισσότερους τρόπους, σκοπεύουμε να ασκήσουμε έφεση. Καθώς αυτή η διαδικασία συνεχίζεται, θα παραμείνουμε επικεντρωμένοι στην παραγωγή προϊόντων που οι άνθρωποι βρίσκουν χρήσιμα και εύκολα στη χρήση, πρόσθεσε.
Η μήνυση κατατέθηκε το 2020
Το υπουργείο Δικαιοσύνης κατέθεσε τη μήνυση κατά της Google το 2020. Αργότερα, συμμετείχε σε μια ευρύτερη νομική δράση γενικών εισαγγελέων από πολιτείες.
Στην εναρκτήρια αγόρευσή του, ο δικηγόρος της κυβέρνησης Κένεθ Ντίντζερ δήλωσε ότι η δίκη αφορά «το μέλλον του διαδικτύου».
Μεγάλο μέρος της δίκης έγινε κεκλεισμένων των θυρών, μετά την αίτηση της Google να εμποδίσει την πρόσβαση του κοινού σε αποδεικτικά στοιχεία και μαρτυρίες, υποστηρίζοντας ότι ενδεχομένως θα αποκάλυπταν εμπορικά μυστικά.
Στο στόχαστρο των ομοσπονδιακών αρχών η κυριαρχία των Big Tech
Η απόφαση ήταν η πρώτη μεγάλη νίκη των ομοσπονδιακών αρχών, που έχουν βάλει στο στόχαστρό τους την κυριαρχία των Big Tech. Ορισμένοι εκτιμούν ότι πλέον, υπάρχει το ενδεχόμενο δεύτερης δίκης για τον καθορισμό πιθανών διαρθρωτικών μέτρων, που πιθανόν να περιλαμβάνουν τη διάσπαση της μητρικής εταιρείας Alphabet (GOOGL.O) της Google. Κάτι τέτοιο θα άλλαζε το τοπίο της διαδικτυακής διαφήμισης, όπου η Google είναι κυρίαρχος εδώ και χρόνια.
Παράλληλα, η απόφαση άναψε το «πράσινο φως» για τις αμερικανικές ομοσπονδιακές αρχές που διώκουν τους κολοσσούς της τεχνολογίας, έναν τομέα που δέχεται πυρά από όλο το πολιτικό φάσμα.
Η επόμενη φάση της διαδικασίας θα μπορούσε να είναι χρονοβόρα, χωρίς να αποκλείεται η διαμάχη μεταξύ της Google και των ομοσπονδιακών αρχών να διαρκέσει μέχρι το 2025 ή και το 2026. Ως εκ τούτου, μια παρατεταμένη νομική διαδικασία θα καθυστερήσει τις άμεσες επιπτώσεις στους καταναλωτές.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, οι ομοσπονδιακές αντιμονοπωλιακές ρυθμιστικές αρχές έχουν επίσης μηνύσει τη ΜΕΤΑ, την Amazon και την Apple, υποστηρίζοντας ότι έχουν διατηρήσει παρανόμως μονοπώλια.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News