Πάτρα – Δίκη Αχαϊκής: Το γενικό μπάχαλο και οι μάρτυρες υπεράσπισης του Πλ. Μαρλαφέκα

Χθες, ο πρόεδρος του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων έκανε γνωστό ότι οι απολογίες των κατηγορουμένων θα ξεκινήσουν από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, οπότε αναμένουμε μια πολύ ενδιαφέρουσα όσο και αποκαλυπτική περίοδο, για το φθινόπωρο και τον χειμώνα.

Αχαϊκή

Στην τελική ευθεία μπαίνει η δίκη της Αχαϊκής Συνεταιριστικής Τράπεζας, με τον κύκλο των καταθέσεων μαρτύρων υπεράσπισης να κλείνει στην επόμενη συνεδρίαση που θα γίνει στις 26 Ιουλίου.

Χθες, ο πρόεδρος του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων έκανε γνωστό ότι οι απολογίες των κατηγορουμένων θα ξεκινήσουν από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, οπότε αναμένουμε μια πολύ ενδιαφέρουσα όσο και αποκαλυπτική περίοδο, για το φθινόπωρο και τον χειμώνα.

Στη χθεσινή ακροαματική διαδικασία πρώτος κλήθηκε να καταθέσει ο σημερινός διευθυντής της Αναπτυξιακής του Επιμελητηρίου, Αθανάσιος Κούστας, ο οποίος ερωτήθηκε για τα δάνεια επιχειρηματία και πρώην πολιτικού παράγοντα, ο οποίος σήμερα δεν βρίσκεται εν ζωή. Περιέγραψε το οικονομικό κλίμα της εποχής της οικονομικής κρίσης και την κατάρρευση των αξιών των ακινήτων, που είχε ως συνέπεια την υποβάθμιση των εμπράγματων εξασφαλίσεων των δανειοληπτών.

Αποκαλυπτική ήταν η κατάθεση πρώην και νυν τραπεζικών στελεχών, που επιβεβαίωσαν το γενικό μπάχαλο που επικρατούσε την εποχή προ οικονομικής κρίσης, όταν οι τράπεζες λειτουργούσαν σε πλαίσια πολύ έξω από τα σημερινά.

Πρώην διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας στην Πάτρα, ερωτήθηκε από τον πρόεδρο του δικαστηρίου για έναν εκ των βασικών κατηγορουμένων της υπόθεσης, τον σημερινό πρόεδρο του Επιμελητηρίου Αχαΐας Πλάτωνα Μαρλαφέκα. Συγκεκριμένα, αν με τις ιδιότητες του ως ταμίας του διοικητικού συμβουλίου της Αχαϊκής Συνεταιριστικής Τράπεζας και μέλος των Εγκριτικών Κλιμακίων και της Εκτελεστικής Επιτροπής, είχε εγκρίνει ορθά και σύμφωνα με τον νόμο και τις διατάξεις του καταστατικού της τράπεζας, επιχειρηματικά δάνεια που «έσκασαν».

Ο μάρτυρας δεν βρήκε τίποτα το μεμπτό, δικαιολογώντας την εικόνα της ανεξέλεγκτης τραπεζικής χαλαρότητας και ανεκτικότητας εκείνης της εποχής με το επιχείρημα ότι …«όλοι έκαναν το ίδιο» στο πλαίσιο του εταιρικού ανταγωνισμού. Οπως εξήγησε, οι διοικήσεις και τα κλιμάκια των τραπεζών δεν ζητούσαν πάντα εμπράγματες εξασφαλίσεις για επιχειρηματικά δάνεια, αλλά, πολλές φορές, αρκούνταν σε προσωπικές εγγυήσεις δανειοληπτών ή σε στοιχεία της συναλλακτικής τους συμπεριφοράς. Πολλές φορές, κριτήριο ήταν μόνο ο τζίρος των επιχειρήσεων, αλλά όχι η κερδοφορία τους.

Μάλιστα, ανέφερε πως οι τράπεζες προτιμούσαν προσωπικές αντί για εμπράγματες εγγυήσεις επιχειρηματιών, για να… μην του επιβαρύνουν με πρόσθετο κόστος και χρόνο. Εδιναν επιχειρηματικά δάνεια ακόμα και με υποσχετική για προσημείωση.

Ειδικά στα επιχειρηματικά δάνεια με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία «έσκασαν» αργότερα και κλήθηκαν να τα πληρώσουν οι φορολογούμενοι, οι δανειολήπτες είχαν την υποχρέωση να καλύψουν το πολύ μέχρι 12% αυτών, μόνο με ενοχικές εξασφαλίσεις.

Ο μάρτυρας υπεράσπισης ερωτήθηκε από τον πρόεδρο του δικαστηρίου και για 15 επιχειρηματικά δάνεια για τα οποία ο Πλάτωνας Μαρλαφέκας είχε εγκρίνει μαζί με το ΔΣ την επαναρύθμιση ή την επαναχρηματοδότησή τους. Ο πρώην τραπεζικός παρουσίασε αυτή την πρακτική ως συνήθη μεταξύ των τραπεζών, μέχρι λίγο πριν την οικονομική κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και της χώρας. Οπως είπε, και η Εθνική Τράπεζα όταν ένα δάνειο έφτανε στο όριο της καθυστέρησης, προτιμούσε να προχωρήσει σε ρύθμιση και επαναχρηματοδότηση, από το να κάνει κατάσχεση. Με αυτό τον τρόπο όπως παραδέχθηκε, οι τράπεζες έφτασαν να έχουν 40-50% «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια, πρακτική που όπως είναι γνωστό, οδήγησε σε χρεοκοπία το τραπεζικό σύστημα.

Παρ’ όλα αυτά, ο πρώην τραπεζικός δήλωσε ότι δεν ήταν σε θέση να πει εάν η Αχαϊκή Τράπεζα υπέστη ζημιά. Οπως είπε, αυτό θα προσδιοριστεί με την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης, γιατί ακόμα και με κλειστή τράπεζα, εξυπηρετούνται και αποπληρώνονται δάνεια, είτε ανήκουν στην ίδια, είτε σε άλλες τράπεζες ή σε funds.

Στο δικαστήριο κατέθεσε και πρώην προϊστάμενος καθυστερήσεων της Αχαϊκής Τράπεζας για τα «κόκκινα» δάνεια επιχειρηματία. Και αυτός τόνισε ότι η τράπεζα δεν προέβαινε σε καταγγελία της σύμβασης και σε εκποίηση εμπράγματων δικαιωμάτων, γιατί προτιμούσε να αφήσει τις επιχειρήσεις να παραμένουν εν ζωή για να μπορούν να πληρώνουν.

Τέλος, κατέθεσε και στέλεχος της Τράπεζας της Ελλάδος, για υπόθεση επαναγοράς από την Αχαϊκή Τράπεζα, επιχειρηματικού δανείου από άλλη τράπεζα, αναφέροντας ότι ήταν κοινή πρακτική του τραπεζικού συστήματος της εποχής.