Θέατρο: Η «Δεσποινίς Εξουσία»
Το 2008, όταν ο Βραζιλιάνος θεατρικός συγγραφέας Ρομπέρτο Ατάιντε βρισκόταν στην Αθήνα για μια από τις πρεμιέρες της «Δεσποινίδας Μαργαρίτας», σε συνέντευξή του υποστήριζε για το δημοφιλέστερο έργο του: «Οτι είναι ευλογία αλλά συγχρόνως φυλακή και κατάρα, γιατί αναχαίτισε την πορεία των εικοσιτριών άλλων θεατρικών του κειμένων». Αποψη που εύλογα κατανοείται, αν σκεφθεί κανείς ότι το πολύκροτο έργο του έγινε συνώνυμο της παρουσίας του στο θέατρο και του εξασφάλισε φήμη σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η «Δεσποινίς Μαργαρίτα», που γράφτηκε σε χρόνια σκοτεινά (1971) για τη Βραζιλία, όταν βρισκόταν υπό δικτατορικό καθεστώς, είναι μια σκηνική μελέτη για την εκπαίδευση και τη λειτουργία της αλλά συγχρόνως και μια αλληγορία για τη δύναμη της εξουσίας, που πήρε πολιτικές διαστάσεις και συνδυάστηκε με πολιτικούς συνειρμούς. Εργο σκληρό και άγριο αλλά όχι ζοφερό, στο μεταίχμιο μεταξύ τραγωδίας και κωμωδίας, διαθέτει μοναδική αμεσότητα, καθώς το κοινό της ηρωίδας του ταυτίζεται με το κοινό του θεάτρου. Οι μαθητές της ηρωίδας είναι συγχρόνως και οι θεατές της πλατείας.
«Καλημέρα παιδιά. Οπως θα ξέρετε είμαι η καινούργια σας δασκάλα, η Δεσποινίς Μαργαρίτα. Στη γενική της Δεσποινίδος Μαργαρίτας, όχι της “Δεσποινίς”. Για όσους είναι οπτικοί τύποι, το γράφω και στον πίνακα». Ετσι απλά αλλά και εποπτικά αρχίζει το μάθημά της η διάσημη δασκάλα του Ατάιντε, μια πολυσύνθετη θεατρική προσωπικότητα, που συνθέτει αντινομίες και συνυφαίνει αντιφάσεις γοητευτικές. Αν και εκπρόσωπος του κατεστημένου με περισσό αυταρχισμό και πλεονάζουσα αυστηρότητα, που απαιτεί από τους μαθητές της απόλυτη υπακοή, τάξη και πειθαρχία, που δεν φείδεται να ηθικολογεί και να αναλώνεται σε αυτοπροβολή και διδακτισμό, είναι ταυτόχρονα και η ίδια που αποδομεί και διαβρώνει, κατεδαφίζει και προβοκάρει το σύστημα. Αν και απαξιωτική, τιμωρητική και εκφοβιστική απέναντι στα παιδιά που εκπαιδεύει, αποκαλύπτει συγχρόνως και την αγάπη της γι’ αυτά.
Κυρίαρχη του παιχνιδιού, που διαδραματίζεται στη σχολική αίθουσα, πνίγει κάθε φωνή αντίδρασης, καταδικάζει κάθε πράξη ανυπακοής αλλά και «απογυμνώνεται» ενώπιον των μαθητών της, αφήνοντας να φανούν οι ρωγμές στη προσωπική της ζωή, η οδύνη της και η ήττα της. Με γλώσσα αθυρόστομη και προκλητική, επιδίδεται σε μια σαγηνευτική ακροβασία ισορροπιών, προκαλώντας την αμφιθυμία του θεατή, τον οποίο όμως στο τέλος τον κερδίζει. Θαρρείς και το σκληρό και άγριο πρόσωπό της να ήταν μόνο η κρούστα, πίσω από την οποία υπάρχει μια εκπαιδευτικός που συγκλονίζεται από το ρόλο της, αποφασισμένη να πει την αλήθεια για τη ζωή και τα πράγματα, που το πολιτικό κατεστημένο με εργαλείο το εκπαιδευτικό σύστημα φροντίζει συστηματικά να αποκρύψει από τους τροφίμους του.
Σε μια εποχή, που το δικτατορικό καθεστώς στη Βραζιλία φίμωνε την ελευθερία του λόγου, ο Ρομπέρτο Ατάιντε πλάθει μια διφυή ηρωΐδα, ικανή να κινητοποιήσει στο θεατρικό κοινό τους μηχανισμούς ταύτισής του με το αυταρχικό σύστημα αλλά και της απόστασής του απ’ αυτό. Το σκοτάδι του συστημικού ψεύδους βαίνει παράλληλα με το φως της ελεύθερης ατομικής συνείδησης, που χρησιμοποιεί την εργαλειοθήκη του αυταρχισμού, όχι για να συγκαλύψει αλλά για να αποκαλύψει σκόπιμα κρυμμένες αλήθειες. Αυτή η διχοστασία της «Δεσποινίδας Μαργαρίτας» και η πρόσληψή της από το θεατή ως πολιτικής αλληγορίας είναι ίσως ο λόγος, που την κατέστησε τόσο επιδραστική σε χαλεπούς καιρούς αλλά και σε κατοπινότερους.
Πλούσια η παραστασιογραφία του έργου, που έχει παιχτεί σε περισσότερες από τριάντα χώρες του κόσμου. Στην Ελλάδα ήταν το 1975 που η Ελλη Λαμπέτη σύστησε για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό τη «Δεσποινίδα Μαργαρίτα», σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη, γράφοντας ιστορία. Ακολούθησε μια πλειάδα εκλεκτών ηθοποιών που παρέδωσαν το μάθημά της: Η Θέμις Μπαζάκα, η Λήδα Πρωτοψάλτη, ο Γιώργος Μαρίνος σκηνοθετημένος από τον Γιώργο Μιχαηλίδη, η Ολια Λαζαρίδου σε σκηνοθεσία Αντζελας Μπρούσκου, η Εφη Μουρίκη υπό τις οδηγίες του Πέτρου Ζούλια και το 2018 σε σκηνοθεσία και ερμηνεία του Θόδωρου Γράμψα.
Η πιο πρόσφατη εκδοχή της παράξενης δασκάλας είναι αυτή που παρουσιάζεται στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου» σε διασκευή και σκηνοθετική ανάγνωση του υπερδραστήριου Γιώργου Παπαγεωργίου. Η διεισδυτική του ματιά, τονίζοντας το καυστικό χιούμορ του έργου και αξιοποιώντας την τεχνική του αυτοσχεδιασμού, αναδεικνύει τον πυρήνα του, την καταπάτηση της ελευθερίας από την κρατική καταστολή αλλά και παρακολουθεί την αποτύπωση της βίας στην ψυχή του ανθρώπου καθώς και τη μοναχικότητα στην οποία οδηγείται εξαιτίας της, αν και επιθυμεί να ακουμπήσει στον άλλον και να αγαπηθεί.
Τον κλασικό πλέον ρόλο της Δεσποινίδας Μαργαρίτας επωμίζεται ο Πάνος Παπαδόπουλος, πλάθοντας μια ιδιαίτερη περσόνα, που ισορροπεί επιδέξια ανάμεσα στον αυταρχισμό και τις ρωγμές του ψυχικού κόσμου της ηρωίδας. Είναι ο τρίτος κατά σειρά ηθοποιός στη μακρόχρονη ιστορία του ρόλου, μετά τον Γιώργο Μαρίνο και τον Θόδωρο Γράμψα, που αναλαμβάνει να υποδυθεί την ηρωίδα του Ατάιντε, χωρίς αυτό να αποτελεί καινοτομία καθώς πρόκειται για έναν χαρακτήρα που υπερβαίνει τα όρια του φύλου και ενδιαφέρει περισσότερο ως ανθρώπινο ον. Σημαίνοντα ρόλο στην παράσταση του θρυλικού μονολόγου διαδραματίζει η μουσική, που ερμηνεύεται ζωντανά επί σκηνής από τους Γιάννη και Μιχάλη Λαουτσάκη.
Με αναγωγή από το ατομικό στο συλλογικό επίπεδο η «Δεσποινίς Μαργαρίτα», στις μέρες του σύγχρονου πολέμου, γίνεται επίκαιρη και πάλι.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News