Το μέγεθος έχει σημασία

Tου Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Σήμερα η «Πελοπόννησος» γίνεται 137 ετών. Εκδόθηκε στις 10 Ιουλίου του 1886 και δεν σταμάτησε ποτέ να υπάρχει, έστω και αν χρειάστηκε να κυκλοφορεί ως «Τηλέγραφος» όταν την έκλεισαν οι γαλλικές δυνάμεις κατοχής, το 1917, για ένα άρθρο που δεν τους άρεσε. Είχε περάσει και τέτοια κατοχή ο τόπος, άλλο αν κράτησε σχετικά λίγο, και δεν την υπολογίζουμε ως τέτοια επειδή η βίαιη δύναμη ήταν οι Καλοί, οι σύμμαχοι, δηλαδή με τους οποίους τελικά συμπαραταχθήκαμε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφού προηγήθηκε ο διχασμός Βασιλιά και Πρωθυπουργού με θέμα την επιλογή στρατοπέδου εκ μέρους της χώρα. Μειώνονται όλο και περισσότερο οι Ελληνες που γνωρίζουν τα γεγονότα αυτά. Μας αρκεί να ξέρουμε από την ιστορία ότι ο Λεωνίδας είπε το Μολών Λαβέ- και βγάζουμε και βουλευτές με αυτό το κριτήριο- και όλα τα άλλα δεν χρειάζονται, αφού έτσι κι αλλιώς οι πολιτικοί είναι ξεπουλημένοι.

Αλλά λέγαμε για την «Πελοπόννησο». Η επέτειος των 137 ετών δεν ήταν στρογγυλή- η εφημερίδα έχει γιορτάσει πανηγυρικά τα 100 της, τα 120 της, τα 125 και τα 130 της- αλλά έχει ιδιαίτερη σημασία. Η ημερομηνία επιλέχθηκε ως σταθμός για μια επανέκδοση της εφημερίδας με μεγάλο σχήμα, έπειτα από μια εικοσαετία, αν και το δευτεριάτικο φύλλο της έβγαινε σε ταμπλόιντ από την πρώτη στιγμή, το 1997. Το εγχείρημα της επιστροφής είναι οπωσδήποτε τολμηρό, αλλά κρίθηκε ότι οι φίλοι του τύπου, της έντυπης δημοσιογραφίας, έχουν ειδική αγάπη για το μεγάλο σχήμα, το οποίο παραπέμπει στην μεγαλοπρεπή εποχή των εφημερίδων, ξένων και ελληνικών, τότε που η ανάγνωση κυριαρχούσε στις συνήθειες του κοινού, γεμίζοντας τη ζωή του, τις ατέλειωτες πρωινές, βραδινές και κυριακάτικες ώρες, τότε που δεν υπήρχαν τηλεοράσεις, πρωινά προγράμματα, σίριαλ, υπολογιστές και νεύρωση της αγχωτικής καθημερινότητας.

Αν μας ρωτήσετε γιατί υποχώρησε η αναγνωστική συνήθεια στον κόσμο, κάτι που πολλοί συσχετίζουν με την ανυποληψία του Τύπου και την ενοχοποίησή του ως συστημικού εξαπτέρυγου- λες και το διαδίκτυο είναι ο Αγιος Φραγκίσκος-, θα προτιμούσαμε μια ερμηνεία που παραπέμπει στη βιτριολική επίδραση του στρες στον ψυχισμό. Ολο και περισσότεροι άνθρωποι δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν σε ένα κείμενο μερικών παραγράφων, ενώ αντίθετα, πριν έναν αιώνα, η απόλαυσή τους ήταν τα κείμενα των 2.000 λέξεων, σε βαθμό που η ανάμειξη φωτογραφιών σε μια σελίδα δεν θεωρείτο σοβαρή επιλογή, αλλά υποτίμηση του αναγνώστη και προσβολή του. Σαν να του έδειχνες γυμνά. Για ποιόν με περάσατε;

Σήμερα όλο και περισσότεροι συμπολίτες παραδέχονται ότι «δεν διαβάζουν», μερικοί το καμαρώνουν κιόλας, με άνεση που δεν θα επιδείκνυαν αν ομολογούσαν ότι δεν ξέρουν καμία ξένη γλώσσα. Ο Τύπος, είπαμε, είναι μπελαλίδικος και μη ενάρετος.

Και αν τον κόψαμε, φταίει εκείνος. Το πρόβλημα, βέβαια, για τον Τύπο είναι ότι και αν ακόμα δεν φταίει, δεν μπορεί να ξαναφέρει τον κόσμο πίσω κατηγορώντας τον. Κανένας εστιάτορας δεν βρήκε πελατεία κλαψουρίζοντας γιατί το κοινό δεν τρώει στο μαγαζί του, αλλά προτιμάει το ντελίβερι. Αν το καλοσκεφτείς, έχει μια αναλογία.

Ανθρωποι που έμαθαν να διαβάζουν εφημερίδα, δεν μπορούν χωρίς αυτήν. Πάνε διακοπές και το πρώτο που ρωτάνε είναι πού πουλάνε Τύπο. Πιθανότατα ο εγκέφαλός τους διαφέρει από των υπολοίπων, όπως λογικά διαφέρει ο εγκέφαλος εκείνων που ζουν σε θάλασσα έναντι εκείνων που ζουν σε βουνό. Σημειωτέον ότι ο χρήστης του διαδικτύου μπορεί να γνωρίζει περισσότερα πράγματα και να είναι πιο έγκαιρα κατατοπισμένος. Ο αναγνώστης, ωστόσο, έχει μια άλλη αίσθηση για τη διαβάθμιση της σημαντικότητας, ακονίζει καλύτερα τη γλωσσική του παιδεία και δεινότητα, και μάλλον έχει πιο τακτοποιημένη σχέση με τις ειδήσεις- διαλέγει πότε θα ενημερωθεί- και τις επεξεργάζεται εκείνος και όχι οι ειδήσεις το κεφάλι του.

Βέβαια, υπάρχει διαδικτυακός τόπος εφάμιλλος των εφημερίδων στην ιεράρχηση των ειδήσεων, την εμβάθυνση, την κριτική υποδοχή. Αλλά οι παραδοσιακοί αναγνώστες δεν τα πάνε και πολύ καλά με την ιδέα να ξεφυλλίζουν ένα μηχάνημα. Αν ρωτήσετε την παρέα τους, πάντως, θα σας πουν ότι τους βουρλίζει ένας τύπος με ένα σεντόνι στα χέρια, ειδικά στην παραλία. Πάντως, η εφημερίδα έχει κοινά σημεία με τον σκύλο. Σε ακολουθεί παντού και σου κάνει παρέα. Αλλά και διαφορές: Δεν γαυγίζει αν δει άλλες εφημερίδες, ούτε τις μυρίζει στον πισινό τους. Δεν θέλει εμβόλιο ούτε φαγητό. Αν την παρατήσεις μονάχη, πάντως, κλαψουρίζει και μαραζώνει, κιτρινίζοντας με τον καιρό.