Οι εκλογές και η αντιπολίτευση

Του Βαγγέλη Χωραφά, Διευθυντής της ιστοσελίδας γεωπολιτικής GEOEUROPE.

Η Ελλάδα μετά το τυπικό τέλος της εποχής των μνημονίων, έχει εισέλθει σε μια νέα ιστορική περίοδο. Σε αυτή κυριαρχεί πολιτικά, ήδη από το 2019, η ΝΔ.

Οι εκλογές του Μαΐου 2023 και κατά πάσα πιθανότητα αυτές του Ιουνίου, αναδεικνύουν ένα μονοπολικό σύστημα, χωρίς έναν ανταγωνιστικό αντιπολιτευόμενο πόλο προς τη ΝΔ.

Το ίδιο φαινόμενο υπήρξε και το 1974, όταν η ΝΔ του Κωνσταντίνου Καραμανλή αναδείχτηκε ως η κύρια μεταπολιτευτική δύναμη. Ωστόσο, στον τότε χώρο της αντιπολίτευσης υπήρξαν κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές που ανέδειξαν το ΠΑΣΟΚ ως αντίπαλον δέος, μετατρέποντας το σύστημα σε διπολικό, για πολλές δεκαετίες. Αυτού του τύπου οι δυναμικές φαίνεται να απουσιάζουν από τη παρούσα συγκυρία.

Είναι η πρώτη φορά στην περίοδο της μεταπολίτευσης που η αξιωματική αντιπολίτευση όχι μόνο δεν κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει κάτι από τις μεγάλες κρίσεις που εκδηλώθηκαν τη προηγούμενη τετραετία, αλλά αντίθετα να έχει η ίδια απώλειες έναντι της κυβέρνησης που τις διαχειρίστηκε, καταλήγοντας σε μια πρωτοφανή ήττα 20 μονάδων και απώλεια όλων των εκλογικών περιφερειών της χώρας με μοναδική εξαίρεση τη Ροδόπη.

Σε συνθήκες γεωπολιτικής και οικονομικής αστάθειας στην Ανατολική Μεσόγειο, τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, σε συνδυασμό με πολυκρίσεις, όπως η κλιματική, η ενεργειακή, το μεταναστευτικό, ο πληθωρισμός, η ακρίβεια αλλά και ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία, το πρώτιστο ζητούμενο της πλειοψηφίας των πολιτών καθίσταται η ασφάλεια, η άμυνα κι η αποτελεσματικότητα στη διαχείριση κρίσεων. Και στο πλαίσιο αυτό, η ΝΔ έδειξε σε σύγκριση με τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, μεγαλύτερη διαχειριστική επάρκεια για την εξασφάλιση της αναπαραγωγής του συστήματος.

Η εύρυθμη λειτουργία της αστικής δημοκρατίας απαιτεί κυβέρνηση και αντιπολίτευση για ένα διπολικό σύστημα, για να λειτουργεί με αποτελεσματικό τρόπο η εκτόνωση της λαϊκής δυσαρέσκειας. Στην Ελλάδα η αμιγώς νεοφιλελεύθερη διαχείριση της οικονομίας και των οικονομικών κρίσεων που υλοποιείται από τη ΝΔ, συμβαδίζει με μια ανέφικτη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση, που ευαγγελίζονται ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, μέσα στο ασφυκτικό συστημικό πλαίσιο της Ευρωζώνης.

Με τα δεδομένα αυτά, η αντιπολίτευση που ασκήθηκε την προηγούμενη περίοδο απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό της ΝΔ, διά της (νεοφιλελεύθερης) σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης, αναγκάζει την αξιωματική αντιπολίτευση και το τρίτο κόμμα να στηρίζουν μεγάλο μέρος των νομοθετικών πρωτοβουλιών της ΝΔ και να μην μπορούν να διαφοροποιηθούν, ούτε πολιτικά, ούτε ιδεολογικά από τη κυρίαρχη στρατηγική. Η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ αγωνίζονται για να διατηρήσουν αφηγήματα νεοφιλελεύθερης ή σοσιαλδημοκρατίζουσας κανονικότητας, αλλά στον αγώνα αυτό η ΝΔ έχει ήδη διαμορφώσει όρους ηγεμονίας.

Ομως, η μονοπολικότητα που έχει επιτύχει η ΝΔ είναι ασταθής. Το κοινωνικό και πολιτικό Κέντρο, η κοινωνική και πολιτική δύναμη που της δίνει το προβάδισμα, έχει λειτουργήσει κυρίως, με βάση τη λογική ότι οι συστημικοί αντίπαλοι της είναι χειρότεροι και ανεπαρκείς.

Οι εκλογές και του 2019 και του 2023 έδειξαν ότι μια κρίσιμη εκλογικά και πολιτικά μάζα αλλάζει την πολιτική της στάση και προσανατολίζεται πλέον σε αιτήματα και στόχους τα οποία μόνο η ΝΔ έχει επιλέξει να προωθήσει. Από εδώ προκύπτει και το προβάδισμα της στο συστημικό μπλοκ, ενώ το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ την ακολουθούν με καθυστέρηση, ή δείχνουν αδυναμίες προσαρμογής.

Στον χώρο της συστημικής αντιπολίτευσης, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ συγκρούονται για τη πρωτοκαθεδρία, για το ποιος μπορεί να διατυπώσει πιο αξιόπιστα μια (νεοφιλελεύθερη) σοσιαλδημοκρατική πολιτική, η οποία θα λειτουργεί συμπληρωματικά με τη καθαρή νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΝΔ, μέσα στα επιτρεπτά πλαίσια λειτουργίας της ΕΕ. Η σύγκρουση αυτή, όσο διαρκέσει, δεν σημαίνει ότι τα δύο κόμματα δεν θα στηρίξουν τις βασικές επιλογές της νεοφιλελεύθερης ατζέντας της ΝΔ.

Πολιτικά, η σύγκρουση στη συστημική αντιπολίτευση, αφορά τη κατάκτηση της δεύτερης θέσης, με το διακύβευμα να είναι οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ που μετακόμισαν στον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα δείχνουν τάσεις επανάκαμψης. Την επόμενη τετραετία 2023-2027, αυτή η σύγκρουση θα βρίσκεται στο πολιτικό και επικοινωνιακό προσκήνιο, σε πρώτη φάση με τις επερχόμενες εκλογές (περιφερειακές, δημοτικές, ευρωεκλογές κ.λπ.), στις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ θα γνωρίσει και άλλες ήττες και μετά, με την αναμενόμενη εσωστρέφεια στην οποία θα περιέλθει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ ίσως να έχει καλύτερα εκλογικά αποτελέσματα, αλλά προς το παρόν, δεν φαίνεται να διαθέτει τη δυναμική να επιτύχει τους στόχους του.

Κοινωνικά, η συστημική αντιπολίτευση έχει μετατοπιστεί προς τα ανώτερα μεσοστρώματα και οι πολιτικοί εκπρόσωποί της σπάνια προέρχονται από τις χαμηλότερες τάξεις. Αντίθετα, οι τάξεις αυτές που έχουν εγκαταλειφθεί από τις ελίτ στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, επηρεάζονται και από το λόγο της άκρας Δεξιάς και τη συνωμοσιολογία. Η Ελληνική Λύση, η Νίκη, η Πατριωτική Δύναμη, οι Σπαρτιάτες και εν πολλοίς η Πλεύση Ελευθερίας κινούνται στον χώρο της ανορθολογικής-και ταυτόχρονα συγκυριακής-αντισυστημικότητας, πλειοδοτώντας σε εθνικισμό.

Οι εκλογές της 21ης Μαΐου ανέδειξαν ακόμα περισσότερο το ΚΚΕ ως μόνη και πραγματική αντισυστημική δύναμη. Σε αντίθεση με τις συγκυριακές αντισυστημικότητες που προέρχονται από τις εξελίξεις της παγκοσμιοποίησης και του εθνικισμού, το ΚΚΕ αποτελεί μια δομική αντισυστημική δύναμη. Βρίσκεται απέναντι στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό και στηρίζει με συνέπεια τους εργάτες, τους αγρότες και όλες τις κοινωνικές ομάδες που αποτελούν τον αντίπαλο πόλο προς το σύγχρονο σύστημα της εκμετάλλευσης.

Από τα δεδομένα αυτά προκύπτει και το είδος της αντιπολίτευσης που ασκεί το ΚΚΕ. Δομική αντιπολίτευση. Μια αντιπολίτευση που έχει στρατηγικό βάθος και δεν καθορίζεται από τις μεταβολές της συγκυρίας, ενώ προωθεί τα λαϊκά συμφέροντα.

Οι πολιτικοί συσχετισμοί που έχουν προκύψει από τις πρόσφατες εκλογές, διαμορφώνουν νέες ευκαιρίες για το ΚΚΕ. Η συστημική αντιπολίτευση διασπασμένη μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ δίνει αγώνα επιβίωσης μεταξύ τους, υπό την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία του μονοπολισμού της ΝΔ. Από την άλλη, τα κόμματα της ανορθολογικής αντισυστημικότητας και του εθνικισμού, θα δώσουν αγώνα για να επιβιώσουν ως μικροαρχηγικά κόμματα.

Οταν τα κόμματα της αντιπολίτευσης λειτουργούν με βάση τη λογική της επιβίωσης, ανοίγουν νέοι δρόμοι για τη δομική αντιπολίτευση. Επειδή η συνέπεια, η συνέχεια και η στοχοπροσήλωση μιας δομικής αντιπολίτευσης, μπορεί να αποτελέσει μια σταθερά για τις λαϊκές τάξεις. Γιατί οι τελευταίες επιζητούν σταθερότητα και ασφάλεια, όχι όπως αυτή που προσφέρει σε άλλες κοινωνικές ομάδες η ΝΔ, αλλά για τη προώθηση των δικών τους συμφερόντων.

Πολιτικά, η στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 25ης Ιουνίου δεν προσφέρει σχεδόν τίποτα στα λαϊκά συμφέροντα. Πρόκειται για ένα διαγκωνισμό για τη κατάληψη καλύτερης θέσης στο σύστημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ καταδικάστηκε το 2019 για τις κυβερνητικές του επιδόσεις και το 2023 για τις αντιπολιτευτικές του επιδόσεις. Το ΠΑΣΟΚ δεν εκφράζει κάποια κοινωνική δυναμική, μαζεύει ψήφους πάνω σε μια πολιτική που έχει δείξει τα όριά της και στην Ελλάδα και την Ευρώπη, βασιζόμενο κυρίως, στην αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ. Τα σοσιαλιστικά/σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, καθώς και τα κόμματα της λεγόμενης ριζοσπαστικής Αριστεράς, βρίσκονται σε πορεία πτώσης, τα τελευταία 20 χρόνια, σε ολόκληρη την ΕΕ, ενώ ενισχύονται οι δυνάμεις της ακροδεξιάς. Γιατί αυτά τα κόμματα έχουν δείξει ότι δεν μπορούν να αποτελέσουν τον αντίπαλο πόλο στη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία, μόνο έναν συμπληρωματικό πόλο. Με τα πολιτικά δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί, η στήριξη του λαϊκού κινήματος περνάει στην Ελλάδα, μέσα από το ΚΚΕ. Η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ από τη πλευρά των λαϊκών συμφερόντων, μοιάζει να είναι μια χαμένη υπόθεση.

Το ΚΚΕ μέσα από τη δομική αντιπολίτευση που ασκεί, εκτός από την υπεράσπιση των λαϊκών που προωθεί, πρέπει να αντιμετωπίσει και νέες προκλήσεις.

Τα επόμενα χρόνια αναμένονται σημαντικές κοινωνικές μεταβολές. Οι νέες τεχνολογίες, οι αλλαγές στη παγκοσμιοποίηση και στις εφοδιαστικές αλυσίδες, η μονιμοποίηση των πολεμικών συγκρούσεων και άλλες τέτοιες τάσεις θα διαμορφώσουν νέες κοινωνικές διαιρέσεις και αντιθέσεις. Και αυτές οι κοινωνικές διαιρέσεις δεν θα είναι μόνο εισοδηματικές, αλλά ταυτόχρονα και πολιτισμικές.

Η δομική αντιπολίτευση του ΚΚΕ μπορεί να ενσωματώσει όλες αυτές τις τάσεις και να παρακολουθήσει τον ρυθμό των αλλαγών που είναι πολύ υψηλός, Η δομική αντιπολίτευση δεν ταυτίζεται μόνο με τη διαχείριση του σήμερα, αλλά ταυτόχρονα θέλει να διαμορφώνει και το αύριο.

Για όλα αυτά, η εμπλοκή του εργατικού και λαϊκού κινήματος στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις, αποτελεί κομβικό παράγοντα. Και το ΚΚΕ προσέρχεται στις εκλογές της 25ης Ιουνίου με αυξημένο κύρος και με μεγαλύτερες ευθύνες για την υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων.