Οι ταινίες της εβδομάδας: Το αριστουργηματικό Poor Things του Γιώργου Λάνθιμου κάνει πρεμιέρα την Πρωτοχρονιά
Η νέα χρονιά ξεκινάει με Γιώργο Λάνθιμο και το αριστουργηματικό «Poor Things», που μετά από τον Χρυσό Λέοντα στη Βενετία και σάρωσε στις υποψηφιότητες για τις Χρυσές Σφαίρες.
Η νέα χρονιά ξεκινάει με Γιώργο Λάνθιμο και το αριστουργηματικό «Poor Things», που μετά από τον Χρυσό Λέοντα στη Βενετία και αφού σάρωσε στις υποψηφιότητες για τις Χρυσές Σφαίρες, βάζει πλώρη και για τα Όσκαρ.
Poor Things
Σκηνοθεσία: Γιώργος Λάνθιμος
Παίζουν: Έμα Στόουν, Γουίλεμ Νταφόε, Μαρκ Ράφαλο, Ραμί Γιουσέφ
Περίληψη: Στη Γλασκόβη της βικτωριανής περιόδου, η Μπέλα, μια νεαρή έγκυος γυναίκα αυτοκτονεί, αλλά ένας εκκεντρικός γιατρός την επαναφέρει στη ζωή και τη θέτει υπό την προστασία του. Αγνοεί όμως πως εμπόδιο στα σχέδιά του πρόκειται να μπουν ο νεαρός βοηθός του, ένας ερωτύλος δικηγόρος, αλλά και η βούληση της ίδιας της Μπέλα.
Το «Poor Things» του Γιώργου Λάνθιμου βγαίνει στις αίθουσες την 1η Ιανουαρίου 2024.
Ο Γιώργος Λάνθιμος υπογράφει την πιο ανατρεπτική περιπέτεια ενηλικίωσης, που έχουμε δει στη μεγάλη οθόνη και μία από τις καλύτερες ταινίες των τελευταίων χρόνων, μπαίνοντας δικαιωματικά στο πάνθεο των πλέον επιδραστικών auteurs της εποχής μας.
Ο Γκόντγουιν Μπάξτερ, ένας εκκεντρικός επιστήμονας, που επιδίδεται σε παράξενα πειράματα, βρίσκειτο σώμα μιας εγκύου γυναίκας, η οποία αυτοκτόνησε, και αποφασίζει να την επαναφέρει στη ζωή, μεταμοσχεύοντάς της τον εγκέφαλο του αγέννητου μωρού της. Ο ίδιος φέρει τα σημάδια πολλών επεμβάσεων, που άσκησε πάνω ο δικός του πατέρας, και μέσα από το δημιούργημά του, έναν θηλυκό Φρανκενστάιν, που ονομάζει Μπέλα, αναζητά το νόημα της ύπαρξής του. Εκείνη, μια όμορφη γυναίκα με τις ενστικτώδεις αντιδράσεις ενός βρέφους, αναπτύσσεται στην έπαυλή του, κερδίζοντας τον θαυμασμό και τον έρωτα του βοηθού του, αλλά και ενός ερωτύλου δικηγόρου, του Ντάνκαν Γουέντερμπερν, που την παίρνει μαζί του σε ένα ταξίδι στην Λισαβόνα.
Eκεί, η Μπέλα θα ανακαλύψει την ομορφιά και την ηδονή, αλλά καιτον πόνο και την αδικία του κόσμου μέσα από την αθώατης ματιά, που ακόμη δεν έχει αλλοτριωθεί από τον καθωσπρεπισμό και τις κοινωνικές συμβάσεις.Έτσι λοιπόν, όπως απολαμβάνει το φαγητό, το ποτό και το σεξ, μπορεί να χαστουκίσει κάποιον, επειδή απλώς την εκνεύρισε, ή να καταρρεύσει στην εικόνα εξαθλιωμένων ανθρώπων από την πείνα. Ταυτόχρονα, μαθαίνει να διαχειρίζεται τον εαυτό της και το σώμα της, ή να γίνεται η ίδια η πηγή των εσόδων της, όπως λέει, μέχρι που αποκαλύπτει την αλήθεια για το παρελθόν της.
Ο Τόνι ΜακΝαμάρα μεταμορφώνει το ομότιτλο βιβλίο του Αλαάντερ Γκρέι, το οποίο ο Λάνθιμος είχε διαβάσει από την εποχή των «Άλπεων» σε ένα εξαιρετικό σενάριο, με βιτριολικό χιούμορ και καυστικές ατάκες, που απομακρύνεται από τις ανδρικές εμμονές, δίνοντας προτεραιότητα στην Μπέλα και στον τρόπο που αυτή μαθαίνει τον κόσμο. Ο Έλληνας δημιουργός από την πλευρά του φτιάχνει έναν κόσμο με στοιχεία βικτωριανής εποχής, αλλά και ενδιαφέροντες νεωτερισμούς, δημιουργώντας μια αισθητικά άψογη προσωπική «Χώρα των θαυμάτων» για τη δική του Αλίκη, κινηματογραφώντας αυτό το απόλυτα λανθιμικό σύμπαν με ευρυγώνιους φακούς και πληθώρα σινεφιλικών αναφορών, που χρησιμοποιεί με το δικό του στυλ.
Ταυτόχρονα, οδηγώντας τους ηθοποιούς του σε άκρως σωματικές ερμηνείες, με προεξάρχουσα την Έμα Στόοουν, που δεν μπορείς παρά να μην υποκλιθείς στον τρόπο που ενσωματώνει τη μη γνώση και την απόλυτη αγνότητα, φτιάχνει μία από τις πιο πρωτότυπες δημιουργίες των τελευταίων χρόνων, παραμένοντας πιστός στην κινηματογραφική του γλώσσα, ενώ καταφέρνει να γίνει και όσο ποπ χρειάζεται, ώστε όχι μόνο να μπορεί να συγκινήσει την Ακαδημία, αλλά και να απευθυνθεί σ’ ένα ευρύ κοινό.
Το βασικό πλεονέκτημα όμως του «Ρoor Things» είναι το διανόημά του, που ξεφεύγει κατά πολύ από την έννοια της ταξικής ανισότητας και της γυναικείας χειραφέτησης, όπως έχει συζητηθεί. Η Μπέλα λοιπόν ναι μεν δεν υποκύπτει στους κανόνες της πατριαρχίας και διεκδικεί το δικαίωμά της στον έρωτα και στην αυτοδιάθεση του σώματός της, όμως η διαλεκτική του Λάνθιμου πάει ένα βήμα παραπέρα και γίνεται περισσότερο υπαρξιακή, παρά κοινωνική ή πολιτική.
Με όχημά του ένα ενήλικο σώμα με ένα ανόθευτο μυαλό, που λειτουργεί με βάση το ένστικτο, ο σκηνοθέτης στέκεται στην αντίπερα όχθη της Χάνα Άρεντ και της κοινοτοπίας του κακού, προτείνοντας τη δική του κοινοτοπία του καλού. Εν πολλοίς, εδώ ο άνθρωπος θεωρείται φύσει αγαθός, για να καταλήξει σ’ ένα αμφίσημο φινάλε, που εγείρει συζητήσεις. Αν όμως ο ρόλος της τέχνης δεν είναι ο διάλογος,τότε ποιος άλλος θα μπορούσε να είναι; Και το «Poor things» καταφέρνει να βάλειτους θεατές σε αυτή τη διαδικασία, ακριβώς επειδή είναι τόσο τέλεια φτιαγμένο, που κανείς δεν ασχολείται με την κατασκευή του, παρά μόνο με την ουσία του.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News