Μπασάρ αλ-Ασαντ: Ποιος ήταν ο αυταρχικός ηγέτης της Συρίας, η πτώση και το τέλος της εξουσίας

Ασαντ

Ο Μπασάρ αλ-Ασαντ, ο πρόεδρος της Συρίας, κυβέρνησε τη χώρα με σιδηρά πυγμή για 24 χρόνια, εγκαινιάζοντας μια εποχή σφοδρής καταπίεσης που συνδέθηκε με τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο και τις φρικαλεότητες που προκλήθηκαν από τη βίαιη καταστολή των αντιφρονούντων. Από την αρχή της προεδρίας του, μετά το θάνατο του πατέρα του, Χαφέζ αλ-Ασαντ, το 2000, μέχρι την τελευταία του ήττα στις αρχές Δεκεμβρίου 2024, ο Μπασάρ υπήρξε το σύμβολο ενός απολυταρχικού καθεστώτος.

Η ανάληψη της εξουσίας και η αρχική εικόνα του «μεταρρυθμιστή»

Γεννημένος στις 11 Σεπτεμβρίου 1965, ο Μπασάρ δεν ήταν προορισμένος για την προεδρία της Συρίας. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, Μπασέλ, ήταν εκείνος που επρόκειτο να διαδεχτεί τον πατέρα του, όμως το 1994, ο Μπασέλ σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα. Αυτός ο απροσδόκητος θάνατος του άνοιξε το δρόμο για τον Μπασάρ, ο οποίος τότε ήταν οφθαλμίατρος και ζούσε στο Λονδίνο. Μετά την επιστροφή του στη Συρία, ανέλαβε τη θέση του προεδρικού θρόνου το 2000 σε ηλικία μόλις 34 ετών, με το θάνατο του πατέρα του, και αρχικά εμφανίστηκε ως μια ελπίδα μεταρρύθμισης στη χώρα.

Οι πρώτες του κινήσεις, όπως η χαλάρωση ορισμένων περιορισμών και η εικόνα ενός νέου ηγέτη, οδήγησαν πολλούς Σύρους να ελπίζουν σε πιο φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Όμως, αυτή η εικόνα διαλύθηκε γρήγορα όταν άρχισε η καταστολή των μεταρρυθμιστικών φωνών. Οι φυλακίσεις διανοούμενων και πολιτικών αντιπάλων και η άμεση κατάπνιξη της «Ανοιξης της Δαμασκού» του 2001 έδειξαν τη σκληρότητα του καθεστώτος του.

Η Αραβική Άνοιξη και η μετάβαση σε εμφύλιο πόλεμο

Όταν το 2011 η Αραβική Άνοιξη έφθασε στη Συρία με διαδηλώσεις υπέρ της δημοκρατίας, ο Ασαντ αντέδρασε με βία, παραβιάζοντας κάθε στοιχειώδη έννοια ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η καταστολή αυτών των διαδηλώσεων γρήγορα εξελίχθηκε σε έναν εμφύλιο πόλεμο, με την εμπλοκή διάφορων ομάδων, περιλαμβανομένων τζιχαντιστών και του Ισλαμικού Κράτους (ISIS).

Ο πόλεμος αυτός, που θα διαρκούσε περισσότερο από μια δεκαετία, προκάλεσε τον θάνατο πάνω από 500.000 ανθρώπων και τον εκτοπισμό του μισού πληθυσμού της χώρας. Παρά την τεράστια καταστροφή και την πίεση που δέχθηκε, ο Ασαντ παρέμεινε σταθερός στην εξουσία, στέλνοντας μια ισχυρή πολιτική μηνύματα προς τους αντιπάλους του: ήταν έτοιμος να κάνει τα πάντα για να διατηρήσει την εξουσία του.

Η υποστήριξη από τη Ρωσία, το Ιράν και τη Χεζμπολάχ

Η στήριξη από εξωτερικούς συμμάχους, κυρίως τη Ρωσία και το Ιράν, υπήρξε καθοριστική για τη συνέχιση της παραμονής του στην εξουσία. Η Ρωσία παρείχε στρατιωτική και διπλωματική υποστήριξη, ενώ το Ιράν και η Χεζμπολάχ προσέφεραν στρατιωτική βοήθεια και ενίσχυαν τον Ασαντ πολιτικά και στρατηγικά, ιδίως από το 2015 και έπειτα.

Ο Ασαντ συνέχισε να παρουσιάζεται ως προστάτης των μειονοτήτων της Συρίας, κυρίως των Αλαουιτών (στην πλειοψηφία τους θρησκευτική ομάδα στην οποία ανήκει ο ίδιος), και ως η τελευταία γραμμή άμυνας κατά των τζιχαντιστών και του εξτρεμισμού.

Ο Μπασάρ αλ-Ασαντ δεν έμοιαζε με τους συνήθεις αυταρχικούς ηγέτες. Καθόταν ήρεμα στις πιο κρίσιμες στιγμές του πολέμου, προτιμώντας να ντύνεται με κοστούμι και γραβάτα παρά με στρατιωτική στολή. Αυτός ο χαμηλών τόνων χαρακτήρας έκρυβε όμως μια απίστευτη αποφασιστικότητα και αδυσώπητο έλεγχο του πολιτικού παιχνιδιού. Ο ίδιος παρουσίαζε τη σύγκρουση ως «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» και μιλούσε για μια διεθνή συνωμοσία που στοχεύει την ανατροπή του.

Η πτώση και το τέλος της εξουσίας

Αν και αρχικά φαινόταν να ανακτά τον έλεγχο με τη βοήθεια των Ρώσων και Ιρανών συμμάχων του, η τελευταία του αποτυχία ήρθε το 2024, όταν αναγκάστηκε να διαφύγει από τη Συρία, καθώς οι αντάρτες, με τη βοήθεια διεθνών δυνάμεων, εξαπέλυσαν μια επίθεση που παρέλυσε τις δυνάμεις του. Ένδεκα ημέρες μετά την επίθεση, ο Ασαντ εγκατέλειψε τη Δαμασκό, αφήνοντας πίσω του ένα καθεστώς που είχε καταρρεύσει και έναν λαό που είχε υποφέρει υπερβολικά από τις σφαγές και την καταπίεση του καθεστώτος του.

Η φυγή του Μπασάρ αλ-Ασαντ συμβολίζει τη φθορά ενός καθεστώτος που για πολλά χρόνια επέβαλλε τη θέλησή του με βία και φόβο. Η σύγκρουση στη Συρία, παρά την κατάρρευση του καθεστώτος του, αφήνει μια κληρονομιά από θύματα και συντρίμμια, με τον πόλεμο να έχει αλλάξει για πάντα τη χώρα.