Ελεονώρα Μελέτη: «Δεν γεννήθηκα αντράκι, κλήθηκα να γίνω»

Ειλικρινές, γνήσιο, πραγματικό «δώρο», το νέο βιβλίο της Ελεονώρας Μελέτη «Το όνειρό μου ήταν πάντα ένα μοβ ποδήλατο» (εκδ. Διόπτρα) αποκαλύπτει τη δύναμη του ανθρώπου να αναζητήσει τον χαμένο -εξαιτίας της περιβάλλουσας τοξικότητας- εαυτό του, και, συνειδητοποιώντας τις «αλυσίδες» του, να τις σπάσει και να σταθεί γερά στα πόδια του –βράχος ακλόνητος. Η δημοφιλής δημοσιογράφος, παρουσιάστρια, συγγραφέας, υποψήφια ευρωβουλευτής με τη ΝΔ μιλά στην «Π» για όσα την οδήγησαν σε αυτή τη γραπτή εξομολόγηση.

-Από ποια εσωτερική σας ανάγκη προέκυψε το βιβλίο σας και όσο εύκολο ήταν γράψετε γι’ αυτό το ταξίδι-αναζήτηση στα μύχια της ψυχής σας;

Η πρώτη σκέψη γι’ αυτό το βιβλίο έγινε πριν από αρκετά χρόνια, πριν καν γράψω το πρώτο, ωστόσο δεν ήμουν ακόμα έτοιμη να κάνω ένα τόσο μεγάλο μοίρασμα. Λάμβανα συνέχεια μηνύματα από νεαρά κορίτσια που μου έλεγαν πόσο τους άρεσε το γεγονός ότι ήμουν «μαγκάκι», «αντράκι», που έλεγα τα πράγματα με το όνομά τους και που έδειχνα να έχω τόση αυτοπεποίθηση. Και έλεγα μέσα μου, «πού  να ήξεραν αυτά τα κορίτσια πως δεν γεννήθηκα έτσι, αλλά κλήθηκα να γίνω. Διαμόρφωσα τον εαυτό μου έτσι μέσα από την ανάγκη που προέκυψε μέσα από ένα τραυματικό βίωμα. Σκεφτόμουνα να πω την ιστορία μου, αλλά δεν ήμουν έτοιμη. Ενιωσα έτοιμη όταν στο πλαίσιο ενός συνεδρίου για τη γυναικεία ενδυνάμωση, αποφάσισα να μιλήσω για την προσωπική μου ιστορία. Το έκανα και, την ώρα που μιλούσα, έβλεπα από κάτω στο κοινό, γυναίκες να δακρύζουν. Εκεί κατάλαβα πως είχε έρθει η ώρα. Αμέσως μετά το συνέδριο, έγραψα τις πρώτες γραμμές.

-Ολα ξεκίνησαν από τη συναισθηματική κακοποίηση που βιώνατε επί 3ετία, υπό το φως των προβολέων. Η γονεϊκή αγάπη, την οποία είχατε, κατά πόσο λειτουργεί ως πανοπλία;

Η γονεική αγάπη λειτουργεί στο οτιδήποτε ως πανοπλία, αλλά δυστυχώς ακόμα και οι πανοπλίες κάποια στιγμή, όταν το ερέθισμα που δέχονται είναι συστηματικό, έντονο και επιθετικό, μπορεί να κάνουν ρωγμές. Οση αγάπη και αν πάρει ένας άνθρωπος από την οικογένειά του, δεν θα αποφύγει να εκτεθεί στον πόνο. Πιστεύω πως η γονεϊκή αγάπη που έχω δεχτεί ήταν εκείνη που με έκανε να σταθώ στα πόδια μου και πάλι, γιατί μέσα μου είχε τροφοδοτήσει ένα κομμάτι της ψυχής μου που ήξερε ότι αξίζω. Αν δεν είχα εισπράξει τόση αγάπη πριν από τη συναισθηματική κακοποίηση, δεν μπορώ να φανταστώ ποια θα μπορούσε να είναι η κατάληξη.

-Αφήνοντας πίσω την Ελλάδα που σας πόνεσε, φεύγετε μακριά. Αυτή η πορεία προς τη γνωριμία με τον εαυτό σας, πρώτα στο Κέντρο Σιωπής κι έπειτα με συνοδό τον φωτισμένο Ιάπωνα Ακιο Αράτα στο Μπαλί είναι πραγματικά αποκαλυπτική. Ποιος ήταν ο πιο ζόρικος «σταθμός» της και τι απαίτησε από εσάς;

Το πιο δύσκολο σημείο ήταν τα πρώτα λεπτά της απογείωσης. Εκεί ένιωσα μέσα μου ματαίωση, το άδειο συναίσθημα που σου αφήνει η ήττα, η απόφαση να εγκαταλείψεις. Από την άλλη, ισορροπούσε γρήγορα με το αίσθημα ασφάλειας που μου γεννούσε η φυγή. Το αμέσως πιο δύσκολο ήταν η συνειδητοποίηση της αλήθειας, πως για το κάθε τι που μας συμβαίνει στη ζωή, έχουμε αποκλειστικά την ευθύνη για το πώς θα αντιδράσουμε. Η συνειδητοποίηση αυτή απαίτησε θάρρος, για να τη κάνω, και ψυχραιμία για να διαχειριστώ τα συναισθήματα που μου προκάλεσε.

-Διαβάζουμε για τη θυματοποίηση και το μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί όταν την υφιστάμεθα. Πώς συνειδητοποιεί κάποιος την απειλή της προτού του επιβληθεί;

Η θυματοποίηση ουσιαστικά είναι ένας βολικός μηχανισμός άμυνας. Σε απαλλάσσει από κάθε ανάληψη ευθύνης, εξηγεί εύκολα όλα τα κακώς κείμενα της ζωής, αλλά ταυτόχρονα σε καθηλώνει σε αδυναμία δράσης ή και αντίδρασης. Σε καταδικάζει σε μία άβουλη στάση απέναντι στα γεγονότα , δίνοντας εξουσία σε εξωτερικούς παράγοντες να ορίζουν εσένα και  για σένα.  Τη θυματοποίηση  την υιοθετεί κάποιος για τον εαυτό του, είναι ρόλος ,  δεν του την επιβάλλει κανείς. Δυστυχώς για να  συνειδητοποιεί  κανείς  το σαμποτάζ που κάνει στη ζωή του με αυτό το τρόπο, πρέπει να βρεθεί κάποιος ή να συμβεί ένα γεγονός που θα τον κάνει να δει το ψέμα που λέει στον εαυτό του.

-Ενσυναίσθηση. Είναι, θεωρείτε, το βασικότερο κλειδί που πρέπει να διαθέτει η εσωτερική αρμαθιά μας; Και ποια άλλα κλειδιά θα βάζατε μαζί της;

Η ενσυναίσθηση είναι το βασικότερο κλειδί για έναν καλύτερο κόσμο. Για μία καλύτερη σχέση με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Από εκεί και έπειτα, η επίγνωση συναισθημάτων, η αυτοφροντίδα, η ενδοσκόπηση η αποδοχή, η αυτοσυγχώρεση είναι μικρά βήματα προς την ακεραιότητα και δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από έναν ακέραιο εαυτό.

-Το Μπαλί είναι ένας μαγευτικός προορισμός. Τι θα  προτείνατε σε μια γυναίκα που δεν έχει τη δυνατότητα να φτάσει τόσο μακριά για να βρει την εσωτερική της

αρμονία;

Δεν χρειάζεται κανείς να ταξιδέψει μακριά για να βρει την εσωτερική του αρμονία. Αρκεί να ταξιδέψει μέσα του.

-Κάνε πράξη τα θέλω και τις επιλογές σου, ασχολήσου με την αυτοφροντίδα σου, θέσε τα όριά σου, συγχώρεσε τον εαυτό σου και τους άλλους, σκότωσε την κακή μάγισσα μέσα σου, κάποιες από τις σοφές προτροπές. Αν η απάντηση είναι «δεν έχω χρόνο, στην τρελή καθημερινότητα που ζω», τι θα ανταπαντούσατε;

Πως αν όντως κάποιος νιώθει  πως δεν έχει  χρόνο για να κάνει όλα αυτά,  τότε είναι που πρέπει οπωσδήποτε να  τα επιζητήσει,  περισσότερο από κάθε άλλον. Είναι σαν να λέει πως δεν έχει χρόνο να αγαπήσει τον εαυτό του.

-Στο τέλος του βιβλίου σας δίνετε μια υπόσχεση στον εαυτό σας: «Κανένα όνειρο εγκαταλειμμένο από εδώ και στο εξής». Καταφέρατε να την τηρήσετε και κατά πόσο παιδευτήκατε;

Ναι, το έχω καταφέρει και είμαι πολύ ευτυχισμένη και περήφανη γι’ αυτό. Η ανάμνηση της ματαίωσης του ονείρου για εκείνο το μοβ ποδήλατο, έγινε σε πολύ μικρή ηλικία. Ημουν λιγότερο από δέκα χρονών. Και το συναίσθημα ήταν έντονο. Κάθε φορά που το φέρνω στη μνήμη μου, νιώθω την ανάγκη να βρω ένα νέο όνειρο το οποίο και θα βάλω στόχο να εκπληρώσω , για να ξορκίσω εκείνη την πρώτη ματαίωση.

-Η Ελεονώρα τότε ένιωθε επιτυχημένη ηττημένη, κατατρεγμένη, αποτυχημένη. Σήμερα, πώς νιώθει, κατεβαίνοντας μάλιστα ως υποψήφια ευρωβουλευτής με τη

ΝΔ;

Σήμερα νιώθει πως έχει τόσα πολλά ακόμα να κάνει μπροστά της… νιώθει πως έχει έρθει η στιγμή εκείνη που οφείλει να προσπαθήσει να δώσει στο κοινωνικό αποτύπωμα που αφήνει τόσα χρόνια μέσα από τη δουλειά της, τα γραπτά της, την εθελοντική της δράση, έναν πιο επίσημο και διεκδικητικό χαρακτήρα.

-Υπάρχει  κάποιο μυστικό που ψιθυρίζετε στην 6χρονη κόρη σας, στην οποία αφιερώνετε το βιβλίο;

Οτι είναι μοναδική, ότι αξίζει και ότι μπορεί να καταφέρει στη ζωή της όλα όσα ονειρευτεί.