Η Πολιτική Αναδίπλωση και η Ευθύνη της Εξουσίας – Το παρελθόν ως βάρος και το παρόν ως δοκιμασία

Ο Γιώργος Παναγιωτόπουλος είναι αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών

Η πρόσφατη συνέντευξη του πρωθυπουργού για την τραγωδία στα Τέμπη σηματοδοτεί μια πολιτική αναδίπλωση που προσδίδει νέα διάσταση στην υπόθεση. Η αρχική στάση της κυβέρνησης, ένας συνδυασμός αμηχανίας, προσπάθειας μετάθεσης ευθυνών, αποφυγής ουσιαστικής αυτοκριτικής και βέβαια «συγκάλυψης», φαίνεται να μεταβάλλεται.

Όμως η κρίσιμη ερώτηση παραμένει:

Είναι αυτή η μεταστροφή προϊόν ειλικρινούς συνειδητοποίησης ή ένας ελιγμός πολιτικής επιβίωσης για τη διαχείριση του πολιτικού κόστους που πλέον καθίσταται χωρίς όρια; Η απάντηση, προφανής.

Η πολιτική ευθύνη δεν είναι κάτι ρευστό, ούτε μπορεί να προσαρμόζεται ανάλογα με τις επικοινωνιακές ανάγκες. Αντίθετα, η ευθύνη έχει μια αμετάβλητη, σχεδόν ηθική διάσταση, που πηγάζει από τη σχέση του κράτους με τους πολίτες του. Όταν οι κυβερνώντες αντιλαμβάνονται την ευθύνη ως εργαλείο πολιτικής επιβίωσης, τότε το αίσθημα του δικαίου τραυματίζεται και η κοινωνία εισέρχεται σε μια βαθύτερη κρίση εμπιστοσύνης.

Ο Μακιαβέλλι, στο έργο του «Ηγεμόνας», περιγράφει την πολιτική ως ένα διαρκές παιχνίδι ισχύος, όπου η εικόνα του ηγέτη έχει καθοριστική σημασία. Στη σύγχρονη εποχή, αυτή η εικόνα δε διαμορφώνεται μόνο από πράξεις αλλά και από αφηγήσεις. Η πολιτική αναδίπλωση της κυβέρνησης, σχετικά με την τραγωδία στα Τέμπη, συνιστά μια απόπειρα ανασχηματισμού της αφήγησης: από τη ρητορική του «ανθρώπινου λάθους» στην αναγνώριση μιας διαχρονικής πολιτικής αποτυχίας.

Αυτό όμως γεννά ένα ηθικό και πολιτικό παράδοξο:

Αν η νέα αφήγηση αποδέχεται ότι υπήρξε «συστημική» αποτυχία, γιατί η αρχική στάση ήταν η προσπάθεια μετατόπισης της ευθύνης;

Αν η αυτοκριτική (αναδίπλωση θέσεων) είναι ειλικρινής, τότε γιατί ήρθε μόνο υπό την πίεση της κοινής γνώμης και όχι ως άμεσος και αυθόρμητος πολιτικός αναστοχασμός;

Τα παραπάνω ερωτήματα δεν είναι ρητορικού χαρακτήρα. Αποτελούν μέρος του πυρήνα της τραγωδίας των Τεμπών και των προβληματισμών που γεννιούνται.

Αυτή η καθυστερημένη παραδοχή δεν αναιρεί την αρχική άρνηση. Αντιθέτως, αποκαλύπτει ένα πρόβλημα βαθύτερο από το ίδιο το τραγικό γεγονός: την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να λειτουργήσει με όρους πρόληψης, διαφάνειας και πραγματικής λογοδοσίας, όπως ανέφερα σε προηγούμενο άρθρο μου.

Όπως είχα αναφέρει προγενέστερα, ο Μαξ Βέμπερ διαχώρισε την πολιτική ηγεσία σε δύο τύπους: αυτούς που κυβερνούν με βάση μια «ηθική των πεποιθήσεων» και αυτούς που κυβερνούν με βάση μια «ηθική της ευθύνης».

Η πολιτική διαχείριση των Τεμπών φανερώνει, δυστυχώς, την απουσία και των δύο: ούτε ισχυρές αξιακές αρχές εφαρμόστηκαν ούτε η έννοια της πραγματικής ευθύνης ενσωματώθηκε στην πολιτική πράξη.

Όμως, η πολιτική ευθύνη δεν αφορά μόνο το παρόν αλλά και το χρέος απέναντι στο μέλλον. Όταν οι κυβερνήσεις λειτουργούν με όρους επικοινωνιακής διαχείρισης και όχι με όρους θεσμικής υποχρέωσης, δημιουργούν έναν επικίνδυνο φαύλο κύκλο: τα λάθη επαναλαμβάνονται, η ατιμωρησία παγιώνεται και το αίσθημα του δικαίου αποδυναμώνεται.

Σε αυτήν τη συνθήκη, η αναδίπλωση του πολιτικού λόγου δε συνιστά δικαίωση, αποτελεί ένδειξη του πόσο κοντόφθαλμα αντιλαμβάνεται η πολιτική εξουσία τη σχέση της με την κοινωνία.

Η αλλαγή στάσης της κυβέρνησης μπορεί να ερμηνευθεί, κατά την ταπεινή μου άποψη, ως μια προσπάθεια αποκατάστασης του χαμένου πολιτικού κύρους. Όμως, η δικαιοσύνη δεν αποδίδεται με δημόσιες δηλώσεις ή με επιλεκτικές παραδοχές. Χρειάζεται πράξεις που να αντανακλούν την ουσία. Διαφορετικά οδηγούμεθα σε επικίνδυνο πολιτικό καιροσκοπισμό.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η κοινωνία δεν ξεχνά. Και το αίτημα για δικαιοσύνη δεν μπορεί να παραμένει μια διαρκώς ανεκπλήρωτη υπόσχεση.

Παναγιωτόπουλος Γιώργος

Καθηγητής,

Αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Πατρών