Κακοποιήσεις – Παρενοχλήσεις: Θα βάλουν μυαλό μετά την μπόρα;

Κάθε μέρα, σχεδόν, «σκάει» και μια νέα αποκάλυψη, μια καινούργια μαρτυρία. Ο καλλιτεχνικός χώρος, κυρίως αυτός, κλυδωνίζεται εκ των έσω! Η χιονοστιβάδα αποκαλύψεων για σεξουαλικές παρενοχλήσεις και κακοποιήσεις μοιάζει ανεξέλεγκτη.
Και ακόμα δεν έχουν ανοίξει μέτωπα σε άλλους εργασιακούς χώρους… Αργά ή γρήγορα, θα συμβεί κι αυτό («Αν ανοίξει η υπόθεση ”τραγούδι”, θα ακουστούν πολύ χειρότερα πράγματα», ομολόγησε πριν δυο μέρες ο Γιώργος Θεοφάνους).

Το ερώτημα αφορά την «επόμενη μέρα», ίσως και με τη «μεθεπόμενη».
Εκτιμάτε ότι όλος αυτός ο θόρυβος, το μπαράζ αποκαλύψεων και η «λαϊκή κατακραυγή» θα λειτουργήσουν στο άμεσο μέλλον αποτρεπτικά για «εν δυνάμει» δράστες παρόμοιων πράξεων και συμπεριφορών,
ή μήπως μόλις κοπάσει ο θόρυβος και σβήσει σιγά-σιγά η ιστορία, οι πάσης φύσεως άτακτοι, ασυγκράτητοι και «ανώμαλοι» θα ξαναπιάσουν «δουλειά»;
Μπορεί, δηλαδή, το τωρινό σκηνικό να λειτουργήσει, έστω από φόβο, παραδειγματικά,
ή για κάποιους είναι «αρρωστημένη εμμονή» και θα εξακολουθήσουν να το κάνουν;
ΕΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ: «Oταν πέσει η πρώτη αυλαία…»
«Η αυλαία των αποκαλύψεων για εγκλήματα περί τη γενετήσια σφαίρα δεν έχει πέσει ακόμα. Χρειάζονται πολλοί/ές θαρραλέοι/ες για να ακουστεί η φωνή των θυμάτων δυνατά και να καλύψει τα «γιατί τώρα;».
Δυστυχώς δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τι θα γίνει όταν θα βρισκόμαστε στον απόηχο του πρώτου κύματος του ελληνικού MeToo. Το έχουμε δει να συμβαίνει κατ’ επανάληψη. Κάποιοι – εκ των (επίδοξων) δραστών – θα φοβηθούν λίγο, κάποιοι πολύ, κάποιοι θα το παίξουν θιγμένοι και κάποιοι λίγοι θα καταλάβουν πραγματικά. Αλλά πόσο να κρατήσει ο φόβος; Πόσο να κρατήσει, όταν ο σεξισμός, η πατριαρχική κουλτούρα, η κουλτούρα βιασμού, το δίκαιο του ισχυρού, η εκμετάλλευση της θέσης ισχύος, η διαστρέβλωση της πραγματικότητας και ο ετσιθελισμός είναι βαθιά ριζωμένα; Αν ο φόβος για τις επιπτώσεις του νόμου και τον κοινωνικό διασυρμό είναι το μόνο κίνητρό μας για να σεβόμαστε τους άλλους, η αυλαία θα ξανανοίξει σύντομα και το έργο θα είναι ακόμα ηχηρότερο».
* Η Ερη Ιωαννίδου είναι δικαστική ψυχολόγος (MSc) και personal coach, διδάσκουσα στο Hellenic American University, επιστημονική συνεργάτης του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕΜΕ) και υπεύθυνη του Forensic Psychology Lab.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΡΑΤΟΥΛΙΑΣ: «Οι κοινωνίες εξοικειώνονται»
«Ζούμε στην εποχή της διάρρηξης του κοινωνικού δεσμού και της λογικής που τον συνέχει. Αυτό φαίνεται μέσα από τις ατομικές συμπεριφορές, του πρωθυπουργού συμπεριλαμβανομένου, και τη λειτουργία της κοινωνίας συνολικά. Βιώνουμε μία κρίση σεβασμού προς τον Aλλον. Το κυρίαρχο πρόταγμα που επιβάλλει την απόλαυση ως καθήκον, σε συνδυασμό με την κατάργηση του διαχωρισμού δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας και συνεπικουρούμενο από έναν εξοιδημένο ναρκισσισμό, έχει οδηγήσει στο ψυχοσεξουαλικό επίπεδο σε παράδοξους τρόπους προσπορισμού σεξουαλικής απόλαυσης. Κάθε παραδοξότητα στην ιδιωτική σφαίρα είναι σεβαστή αρκεί να μην εμπλέκει τον άλλον, προσβάλλοντας τον, κακοποιώντας τον, ή εμπλέκοντας ανήλικους μέσα σε ένα πλαίσιο εξουσιαστικών σχέσεων.
Πρόβλεψη για το τι θα συμβεί μετά τον ορυμαγδό καταγγελιών δεν μπορεί να γίνει με βεβαιότητα. Οι κοινωνίες εξοικειώνονται μεταβολίζοντας και αφομοιώνοντας τα πάντα. Τα πράγματα σίγουρα δεν θα είναι ίδια. Πιο εύκολα τα θύματα θα ανοίγουν το στόμα τους και θα καταγγέλλουν. Η αναπροσαρμογή της νομικής αντιμετώπισης τέτοιων περιπτώσεων ίσως συμβάλει στον περιορισμό τους. Η επιλογή προσώπων για περίβλεπτες, θεσμικές δημόσιες θέσεις να γίνεται από την εκάστοτε εξουσία με προσοχή ώστε να μην εκτίθενται τόσο οι επιλεγόμενοι όσο και αυτοί που τους επιλέγουν».
* Ο Γιάννης Στρατούλιας είναι ψυχίατρος.

ΜΑΝΟΣ ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ: «Δημιουργία δομών προστασίας»
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η παρενόχληση ως γεγονός αποτελεί ένα είδος διαρκούς εργατικού ατυχήματος. Μοιάζει με κάποιον φίλο τον χαρακτήρα τού οποίου δεν γνωρίζουμε πλήρως, εντούτοις μας είναι οικείος. Εν γένει, το εν λόγω φαινόμενο ορίζεται ως μια διαδικασία, κατά την οποία ο/η εργαζόμενος/νη αντιλαμβάνεται ότι για κάποιο χρονικό διάστημα αποτελεί την απόληξη ένσκοπων, ανεπιθύμητων ενεργειών και συμπεριφορών, από κάποιον άλλο ή άλλους, διαμέσου της καταχρηστικής χρήσης δύναμης, δίχως πάντοτε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την κατάσταση αυτή και, ως εκ τούτου, να υπερασπιστεί τον εαυτό του/της, με αρνητικές συνέπειες στη σωματική, νοητική, πνευματική, ηθική, ατομική και κοινωνική του/της υπόσταση. Καθώς το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο, η πιθανή του απομείωση θα επέλθει μονάχα εάν τηρηθούν οι ήδη από το 2000 εκδοθείσες οδηγίες της ΕΕ, η δημιουργία δομών προστασίας των θυμάτων και κυρίως η ανάληψη σχετικών πρωτοβουλιών από τα σωματεία και τα συνδικάτα των εργαζομένων. Διαφορετικά θα μείνει ως αναπαραγωγή επιφανειακών κοινωνικών προτύπων και δυστυχώς, θα χαθεί η παρούσα ευκαιρία για την ουσιαστική αντιμετώπισή της».

* Ο Μάνος Σπυριδάκης είναι καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, με γνωστικό αντικείμενο «Κοινωνική Ανθρωπολογία των Εργασιακών Σχέσεων».

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΡΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ: «Καθεστώς αυτοαναίρεσης…»
«Η δημοσιοποίηση περιστατικών εξαναγκασμού κάποιου σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης, ή προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας καθ’ οιονδήποτε τρόπο, έχει εκ των ενόντων δυναμική καταγγελίας και αποτέλεσμα περιορισμένα αποτρεπτικό. Τούτο διότι η δημόσια καταγγελία δεν ενεργοποιεί αυτοδυνάμως κυρωτικούς μηχανισμούς και δεν παράγει ασφαλές αξιολογικό συμπέρασμα, αλλά τοποθετείται ως «αλυσιτελές» ενημερωτικό υλικό στα στενά χρονικά όρια της συγκυρίας, πάντα με όρους επικοινωνιακούς.
Τα περισσότερα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας χαρακτηρίζονται από την επιβολή ωμής φυσικής βίας, ανεξέλεγκτης εκτόνωσης ορμέμφυτων επιδιώξεων, ορμονικού παροξυσμού κλπ., η παραγοντοποίηση των οποίων καταλύει οποιαδήποτε σκέψη σύνδεσης της πράξης με κύρωση ή απαγόρευση, σε πολλές δε περιπτώσεις η σεξουαλική παραβατικότητα εκδηλώνεται επί εδάφους ψυχικής διαταραχής ή νόσησης, παράμετρος που αποκλείει το ενδεχόμενο η μελλοντική πιθανή καταγγελία του θύματος να έχει αποτρεπτικό χαρακτήρα σε τέτοιας κατηγορίας θύτες – δράστες.
Κατά την άποψή μου, η άτακτη εξωθεσμική δημοσιοποίηση τέτοιου είδους καταγγελιών, στην πραγματικότητα δημιουργεί καθεστώς «αυτοαναίρεσης» της «αλήθειας» τους και συνθήκες καχυποψίας για τη σκοπιμότητά τους. Όχι μόνο γιατί αυτές συντελούνται σε χρόνους που έχει επέλθει δικονομική παραγραφή αποκλείουσα την δικαστική διερεύνηση, αλλά -κυρίως- γιατί με την παράλειψή τους να ανακοινώσουν στις Αρχές τετελεσμένα ή τελούμενα κακουργήματα επί σειρά ετών, φέρουν αυτοτελώς ποινική ευθύνη. Δεν συμφωνείτε, κυρία Πρόεδρε;».
* Ο Παναγιώτης Κοραντζόπουλος είναι δικηγόρος.

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΒΕΡΓΑΝΕΛΑΚΗ