Μια ωραία πεταλούδα

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Μια

Πάτησε την τελευταία λέξη στη γραφομηχανή και αναφώνησε πως μόλις είχε ολοκληρώσει ένα άρθρο που έχει γράψει καμιά διακοσαριά φορές στην καριέρα του, αλλά το επαναλάμβανε με πανομοιότυπες διατυπώσεις ελλείψει έμπνευσης, με την τεσταρισμένη σιγουριά ότι δεν θα τον έπαιρνε κανείς χαμπάρι, ούτε οι αναγνώστες, ούτε η Σύνταξη, ούτε οι εκδότες.

Φανταστικός ήρωας, τον έπαιζε ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν στην «Ταράτσα», του Ετορε Σκόλα. Πάντα μας ερχόταν στο μυαλό η κωμική, νευρωτική του απόγνωση, διαπιστώνοντας ότι ο κύκλος ενός αρθρογράφου μοιραίο είναι να στρέφεται γύρω από αυτά που έχει στο κεφάλι του, επομένως είναι πολύ χρήσιμο να διευρύνεις τον κύκλο των προσλήψεών σου, προκειμένου να διατηρείς μια επίφαση, έστω, πρωτοτυπίας. Το πολεμήσαμε. Όπως και να έχει, ωστόσο, δεν παύεις να είσαι Εσύ, ένα κράμα χαρακτήρα, προσωπικότητας, βιωμάτων, γλωσσικών και εκφραστικών δυνατοτήτων, επιρροών, ημιμάθειας, αγκυλώσεων και «άποψης». Η άποψη είναι η τεχνική μέσω της οποίας εν μέσω της θυέλλης ή της ελώδους στασιμότητας, έχεις να λες κι εσύ μια κουβέντα, να απευθύνεις συστάσεις, να υποδύεσαι τον χρήσιμο ή τον ζωντανό. Ζώντας πολλά χρόνια με τα ίδια πρόσωπα, ξέρεις τι θα πει καθένας ποια ώρα της ημέρας και υπό ποιες περιστάσεις. Συνήθως τους τσιγκλάς για να ακούσεις τον Ληρικό μονόλογό τους και να σπας πλάκα με το νοήμον παραλήρημα που ακολουθεί.

Αφιερώσαμε μέχρι σήμερα άπειρες παραγράφους στριφογυρίζοντας γύρω από ορισμένες ιδέες και τις αντιλήψεις που σχηματίσαμε μέσω της τριβής με τα πράγματα, ζυμωμένης με τη διανοητική μας στόφα και γκλάβα. Υψώσαμε σημαίες από νάιλον, και κάποιες φορές τις υποστείλαμε ατάκτως διαπιστώνοντας πόσο νυχτωμένοι είμαστε με ορισμένες αφέλειες ή εμμονές. Τι θέλουν οι πανεπιστημιακοί, οι τεχνοκράτες, οι απλοί εμπειρικοί παρατηρητές της ζωής και μας ξεφουσκώνουν τα αερόστατα; Το μυαλό μας πήγε σε ένα πάθημα του 1983. Ζητούσε ο Θεόδωρος Αννινος ιδέες για τη φάση πλατείας, του «Θησαυρού». Να βάλουμε τα γκρουπ να κυνηγάνε κοτόπουλα, προτείνουμε, έχοντας δει (σε ταινία, όχι σε χωριό) ότι δεν πιάνονται με τίποτα. Υιοθετεί την ιδέα, ελευθερώνονται τα κοτόπουλα στην πλατεία Γεωργίου, ξαπλάρουν στο τσιμέντο και συλλαμβάνονται χωρίς καμία αντίσταση. «Τα κοτόπουλα των ορνιθοτροφείων δεν έχουν μάθει να περπατάνε.

Είναι σαν κοιμισμένα. Δεν περιμένατε βέβαια να φέρουμε κοτόπουλα ελευθέρας βοσκής. Δεν πιάνονται» εξήγησε ο αρμόδιος δημοτικός υπάλληλος. Τότε διδαχθήκαμε το «μη μιλάς εάν δεν ξέρεις», αλλά στη συνέχεια μπλέξαμε σε μια δουλειά όπου είναι αρκετά σύνηθες να μιλάς χωρίς να ξέρεις. Δολώνεις με παραγράφους και ο,τι πιάσεις. Χειροκροτήματα, αδιαφορία, διαψεύσεις, πλάνες, εξώδικα, αγωγές, φάπες, λιγούρες που έλεγαν και κάποιοι συνάδελφοι οι οποίοι είχαν προληπτική γραμμή άμυνας απέναντι στη λιγούρα, ή τουλάχιστον το παραδέχονταν.

Ετσι, αναλωθήκαμε επανειλημμένα με χωροταξικές ιδέες περί του Ρίου, των Ιτεών, του Ψαθοπύργου, με απόψεις για το κυκλοφοριακό των Πατρών ή για τη σύνδεση του Πανεπιστημίου με την πόλη, και βέβαια για την αναβάθμιση του Πατρινού Καρναβαλιού, όπως φυσικά και για την χάραξη γραμμών προς το μέλλον μέσω του ιστορικού κεφαλαίου . Μας ήρθε η σκέψη αυτή όταν διαπιστώσαμε ότι επανήλθαμε για 20η φορά- Τρεντινιάν- στο ερώτημα ποια θα είναι η τύχη του οικοπέδου που θα αφήσει ελεύθερο το Υπεραστικό ΚΤΕΛ. Όλα αυτά επί ματαίω, όπως βέβαια και οι ακούραστες δονκιχωτικές παρεμβάσεις μας για αξιοποίηση του κεφαλαίου και της εμπειρίας της «Πολιτιστικής», εκ των οποίων πάντως έπιασαν τόπο δύο, δεν έχει σημασία ποιες. Σημασία έχει το «ωραίο αυτό που έγραψες σήμερα, που έλεγες ότι… ότι… Αλήθεια, τι έγραψες σήμερα;» που σου απευθύνει το κοινό, λίγοι αλλά ενθουσιώδεις φωτεινοί περαστικοί εν μέσω αγνώστων που σε αγνοούν και δικαίως. Υπήρξε κάποιο νόημα σε όλα αυτά, πέραν του βιοπορισμού, του ναρκισισμού, της έκφρασης και της εκτόνωσης; Εντάξει, και μόνο αυτά δεν είναι και λίγα. Γράφοντας περνάς καλά, και περνούν καλά μαζί σου και κάμποσοι εκεί έξω. Είναι μια άτυπη αμφιμονοσήμαντη οξυγόνωση. Αν υποθέσουμε ότι το νόημα της ζωής είναι το νόημα που της δίνεις εσύ ο ίδιος, δεν πήγαμε και δεν πάμε χαμένοι, αν και ορισμένοι μας το έλεγαν και αυτό, νομίζοντας ότι μας επαινούν.

Πάντα θα υπάρχουν καινούργια άρθρα, γιατί συνεχώς γεννιούνται καινούργια πράγματα, έστω και αν όλα περιστρέφονται γύρω από την κοινή μήτρα της κεκτημένης ταχύτητας που δρομολόγησε η Μεγάλη Εκρηξη. Καινούργια πράγματα, σημαίνει καινούργιες έννοιες, καινούργιες λέξεις, καινούργια σκαλοπάτια απλωμένα στο διάστημα. Η όρεξή σου είναι που περατώνεται, όχι ο κόσμος. Κάθε μέρα που ξεκινάει είναι μια πρόκληση να αναλογιστείς αν θα κλειστείς στο κουκούλιτης ψευδεπίγραφης ολοκλήρωσης ή θα χαρίσεις στον εαυτό σου μια νέα ωραία πεταλούδα με ολόχρυσα φτερά.